Tις τελευταίες δεκαετίες, όποτε ξεσπούσαν εχθροπραξίες ανάμεσα στην Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν για τα διαφιλονικούμενα από αμφότερες τις χώρες εδάφη του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, οι πιέσεις της Μόσχας ήταν αρκετές, ώστε να καθίσουν οι δύο πλευρές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Αυτή τη φορά, ωστόσο, οι εκκλήσεις του Κρεμλίνου για τερματισμό των αιματηρών συγκρούσεων που ξέσπασαν την περασμένη Κυριακή και συνεχίζονται με αμείωτη ένταση, δεν βρήκαν αντίκρισμα και αυτό οφείλεται εν μέρει, όπως επισήμαναν σε δημοσίευμά τους οι Financial Times, στη στάση της Τουρκίας, η οποία λειτουργεί πλέον ως περιφερειακή δύναμη και επιδιώκει να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων και στην ευαίσθητη περιοχή του Καυκάσου.
Σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα η στήριξη της Αγκυρας στο Αζερμπαϊτζάν και η άκρως επιθετική ρητορική της κατά της Αρμενίας, όχι μόνον έχουν φέρει τις δύο χώρες στα πρόθυρα ενός ολοκληρωτικού πολέμου, αλλά «αποτελούν σημαντικό πρόβλημα για τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν καθώς αμφισβητούν την ηγεμονία της Μόσχας στην περιοχή».
Ρωσία και Τουρκία υποστηρίζουν αντίπαλες παρατάξεις στους εμφύλιους πολέμους που συνεχίζονται στη Συρία και στη Λιβύη, ενώ τώρα ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωπες και στην περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ.
«Η τουρκική εμπλοκή στον Νότιο Καύκασο μέσω του Αζερμπαϊτζάν αποτελεί ένα γεγονός που δεν ευχαριστεί τη Ρωσία. Τα ρωσικά και τα τουρκικά συμφέροντα συγκρούονται εδώ περισσότερο από οπουδήποτε αλλού», εξήγησε στους FT ο Ντμίτρι Τρένιν, επικεφαλής κέντρου μελετών Carnegie Moscow Center. «Ο Πούτιν και ο Ερντογάν δεν υπήρξαν ποτέ πραγματικοί σύμμαχοι και ποτέ δεν θα γίνουν. Καταφέρνουν αντιθέτως να εστιάζουν στα παράλληλα συμφέροντά τους και να υποβιβάζουν τις διαφορές τους, ούτως ώστε να μην οδηγήσουν σε μια απευθείας σύρραξη ανάμεσα στη Ρωσία και την Τουρκία», πρόσθεσε ο ρώσος αναλυτής.
Οσον αφορά την κατάσταση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, προς το παρόν η Μόσχα συνιστά ψυχραιμία και ζητεί καταρχάς την άμεση κατάπαυση των εχθροπραξιών και την έναρξη ειρηνευτικών συνομιλιών, που προσφέρεται μάλιστα να φιλοξενήσει στην επικράτειά της.
Ωστόσο, η Αγκυρα δηλώνει έτοιμη να στηρίξει το Μπακού σε όλα τα μέτωπα, ενώ, σύμφωνα τουλάχιστον με δηλώσεις του προέδρου της Αρμενίας Αρμέν Σακιρσιάν, φέρεται επίσης να έχει παράσχει στους Αζέρους όχι μόνο μη επανδρωμένα αεροσκάφη και μαχητικά τύπου F-16 αλλά και μισθοφόρους από τη Συρία (4.000, μάλιστα, σύμφωνα με τον αρμένο πρεσβευτή στη Μόσχα).
Το Αζερμπαϊτζάν απέρριψε τους ισχυρισμούς, υποστηρίζοντας αντιθέτως ότι οι ένοπλες δυνάμεις του σκότωσαν τις τελευταίες ημέρες «σημαντικό αριθμό μισθοφόρων αρμενικής καταγωγής από τη Συρία και άλλες χώρες», που έφτασαν στην περιοχή για να συνδράμουν τους Αρμένιους.
Πάντως, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Guardian, άγνωστος αριθμός μισθοφόρων από την ελεγχόμενη από τους αντάρτες επαρχία Ιντλίμπ της βορειοδυτικής Συρίας, όπου η Τουρκία ασκεί ισχυρή επιρροή, φέρεται ότι προσλήφθηκαν πρόσφατα από μια τουρκική «εταιρεία ασφαλείας» για να εργαστούν ως «φύλακες» στο Αζερμπαϊτζάν.
Δύο αδέλφια μαχητές ανέφεραν στην εφημερίδα ότι πρώτη φορά πληροφορήθηκαν για την εν λόγω δυνατότητα πριν από περίπου δύο εβδομάδες σε ένα στρατόπεδο στο Αφρίν. Ο διοικητής της υποστηριζόμενης από την Αγκυρα Μεραρχίας, σουλτάνος Μουράντ, τους ενημέρωσε πως θα μπορούσαν να πάνε στο Αζερμπαϊτζάν και να υπογράψουν συμβόλαια συνεργασίας τρίμηνης ή εξάμηνης διάρκειας, λαμβάνοντας από 7.000 έως 10.000 τουρκικές λίρες τον μήνα (770-1.100 ευρώ) για να φυλάγουν σημεία ελέγχου ή εγκαταστάσεις φυσικού αερίου και πετρελαίου.
«Ο διοικητής μας μάς είπε ότι δεν θα πολεμήσουμε, απλώς θα συμμετέχουμε στη φύλαξη κάποιων περιοχών. Οι μισθοί μας εδώ δεν επαρκούν για να ζήσουμε, οπότε θεωρούμε ότι αποτελεί μεγάλη ευκαιρία για να κερδίσουμε χρήματα», ανέφερε το ένα από τα δύο αδέλφια.
Ομως η Αγκυρα όχι μόνον αρνείται ότι εμπλέκεται στην αποστολή μισθοφόρων από τη Συρία στο Αζερμπαϊτζάν, αλλά κατηγορεί την κυβέρνηση της Αρμενίας ότι ναυλώνει λεωφορεία για τη μεταφορά κούρδων μαχητών – μελών του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK) στην περιοχή, ούτως ώστε να συμβάλουν στην εκπαίδευση των στρατιωτών της Αρμενίας.
Κατά πόσο ανταποκρίνονται οι εν λόγω ισχυρισμοί στην πραγματικότητα παραμένει άγνωστο, αλλά είναι γεγονός ότι τουλάχιστον τρεις μαχητές από τη Συρία έχασαν αυτές τις ημέρες τη ζωή τους στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Και το ότι είχαν μεταβεί στο Αζερμπαϊτζάν τουλάχιστον πριν από δέκα ημέρες θα μπορούσε να αποτελεί ένδειξη ότι οι Αζέροι σχεδίαζαν εδώ και καιρό την επίθεσή τους, όπως υπογραμμίζει ο Guardian.
Με αφορμή τις αναφορές για την παρουσία μισθοφόρων, Σύρων κατά κύριο λόγο, στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, η Washington Post κάνει λόγο για ένα ευρύτερο φαινόμενο, στο πλαίσιο του οποίου βλέπουμε ολοένα συχνότερα μισθοφόρους να κρατούν τα όπλα στην πρώτη γραμμή των πολέμων του 21ου αιώνα.
Σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα, ένας από τους πρώτους που στράφηκαν προς αυτήν την κατεύθυνση ήταν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ο οποίος, αφότου εισέβαλε στη Συρία, στηρίζοντας τον μοναδικό θύλακο αντίστασης των ανταρτών, άρχισε να στρατολογεί ντόπιους μαχητές, πολλές εκατοντάδες από τους οποίους απέστειλε στη συνέχεια στη Λιβύη για να συνδράμουν τις δυνάμεις της κυβέρνησης της Τρίπολης. Οπότε, κάθε άλλο παρά απίθανο είναι το να έδωσε ο τούρκος πρόεδρος το πράσινο φως για την αποστολή μαχητών από τη Συρία, ακόμα και από τη Λιβύη, στο Αζερμπαϊτζάν.
Μισθοφόρους, ωστόσο, στην υπηρεσία του δεν έχει μόνον ο Ερντογάν. Ανδρες της Wagner Group, της περιβόητης ρωσικής παραστρατιωτικής οργάνωσης που δρα υπό τις εντολές και την προστασία του Κρεμλίνου, έχουν πολεμήσει σε μέτωπα από την Ανατολική Ουκρανία έως τη Συρία αλλά και στη Λιβύη.
Στην περίπτωση που οι εχθροπραξίες μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν γενικευτούν πέρα από την επικράτεια του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, υπάρχουν αρκετές πιθανότητες Αγκυρα και Μόσχα να βρεθούν ξανά αντιμέτωπες σε μια τρίτη, μετά τη Συρία και τη Λιβύη, «σύρραξη δι’ αντιπροσώπων».
«Εάν οι εχθροπραξίες επεκταθούν και σε άλλες περιοχές, αυτό θα προκαλέσει ένα πολύ πιο σοβαρό επεισόδιο μεταξύ της Τουρκίας και της Ρωσίας», θερμότερο και άρα πιο επικίνδυνο από τα επεισόδια της Συρίας και της Λιβύης, προειδοποίησε μιλώντας στους FT ο τούρκος αναλυτής Σινάν Ουλγκέν.