Θέματα

Πιο cool πεθαίνεις: η μπασταρδεμένη Rolls-Royce στο Σεν-Μόριτζ

Πριν λιώσουν τα χιόνια στις Άλπεις, μία μοναδική Corniche, με τη δική της ιστορία, έκανε τη δική της εκκεντρική εμφάνιση. Και στο πλάι έχει γραμμένο το όνομα ενός αρώματος του Christian Dior. Υπάρχει λόγος
Γιάννης Κωνσταντόπουλος

Τις τελευταίες δεκαετίες, οι λέξεις ‘’Rolls-Royce’’ και «αγώνες» δεν συνυπάρχουν στην ίδια πρόταση. Η μάρκα ήταν, και παραμένει, συνώνυμο της χλιδής και της γαλαζοαίματης αυτοκίνησης. Τι σχέση έχει με τους αγώνες η εταιρεία που, μια φορά και ένα καιρό, το διαφημιστικό της motto έλεγε ότι «Στα 120 χλμ/ώ. το μόνο που ακούν οι επιβάτες είναι το τικ-τακ του ρολογιού»;  Παρόλα αυτά, το 1981 δύο τολμηροί Γάλλοι βρέθηκαν στην εκκίνηση του πιο σκληρού αγώνα στον κόσμο, στο φημισμένο και, όπως λεγόταν τότε, «Παρίσι-Ντακάρ». Το event που τα μετέπειτα χρόνια έγινε παγκοσμίως γνωστό, τότε ήταν ακόμη στα γεννοφάσκια του, μόλις δυο χρονιές ήταν που ‘χε ξεκινήσει να διοργανώνεται ετησίως. Ήταν περισσότερο κάτι σαν μια περιπέτεια καλωσορίσματος της νέας χρονιάς για πλούσιους, ριψοκίνδυνους, ίσως και γενναίους. Έτσι, η 1η Ιανουαρίου του 1981 είδε τους δύο Γάλλους στην αφετηρία με μια τροποποιημένη Rolls.

Οδηγούσαν αυτό ακριβώς το λευκό θωρηκτό που βλέπετε επάνω, τη λευκή Corniche. Μάλιστα, το πλήρωμα, έξυπνα, κατάφερε να εξασφαλίσει ως χορηγό τον οίκο Christian Dior. Ήταν, βλέπετε, τότε που είχε λανσαριστεί η ανδρική κολώνια ‘’Jules’’ και η Corniche βαφτίστηκε κι αυτή έτσι: Rolls Jules. Η εμφάνισή της έκανε μεγάλο μιντιακό χιτ και συνέβαλε, λένε, με κάλυψη αντίστοιχη πώλησης 3 εκατομμυρίων αρωμάτων.

Φυσικά δεν ήταν μια απλή Corniche – όσο «απλή» μπορεί να είναι ποτέ μία Rolls. Ναι, το ξύλινο, χειροποίητο ταμπλό και η εσάνς πολυτέλειας υπήρχαν ακόμη, όμως χρειάζονταν μερικές σοβαρές μετατροπές (sic) για να συμμετέχει το «Ποτέμκιν» στις Σαχάρες του αγώνα. Αυτή η Rolls ήταν τελείως, μα τελείως διαφορετική απ΄ό,τι είχε ποτέ κυκλοφορήσει. Ήταν μπασταρδεμένη. Κλωβός ασφαλείας (κοινώς, roll-bar), μπάκετ (δερμάτινο, παρακαλώ), αντικατάσταση του σασί με σωληνωτό, και κάθε μέρος του αμαξώματος φτιαγμένο από φάιμπερ-γκλας σε μια σοβαρή προσπάθεια μείωσης βάρους του μενίρ πολυτελείας. Κατάφεραν να ζυγίζει μόλις 1.440 κιλά – καμία σχέση με τους δύο τόνους που λύγιζαν τη ζυγαριά όπως είχε βγει κάποτε από το εργοστάσιο.

Κάτω από το καπό βγήκε η μετάδοση της Rolls και μπήκε η σκληροτράχηλο και πριμιτίφ «προίκα» από εκείνο το χιλιοδοκιμασμένο τζιπ της Toyota, το HJ45, μαζί με διπλά αμορτισέρ για κάθε τροχό. Και δεν είπαμε και το καλύτερο: ο κλασικός κινητήρας των 6,7 λίτρων της RR, εκείνο το γαλαντόμο και μεταξένιο σε λειτουργία μοτέρ, πήγε στην αποθήκη και στη θέση του φιλοξενήθηκε ο «αλεξίσφαιρος» small block 5,7 λίτρων της Chevrolet – o Θεός να τον κάνει ‘’small’’. Όπως αφηγήθηκε το πλήρωμα μερικά χρόνια αργότερα, μπορούσαν εύκολα να ταξιδεύουν στις ερήμους της Αφρικής με κάποια 150 χλμ/ώ. ενώ έβλεπαν και 200 χιλιόμετρα. Μάλιστα, σε κάποιο σημείο του τότε αγώνα, είχαν φτάσει μέχρι και τη 13η θέση της γενικής κατάταξης προκαλώντας τα περίεργα βλέμματα άλλων συμμετεχόντων.

Για να τελειώνουμε με το ντεζαβού, αυτή ακριβώς η θρυλική Corniche βρέθηκε τον Μάρτιο σε άλλης γης άλλα μέρη. Συγκεκριμένα, στη χιονισμένη συνάντηση του ‘’Ice Concours of Elegance 2022’’ που μάζεψε, ξανά, εύπορους, συλλέκτες και βενζινοαίματους, με διάφορα υπέροχα αυτοκίνητα, κλασικές Mercedes, Maserati και άλλα τέτοια ευτελή. Σίγουρα, η περιπέτεια δεν συγκρίνεται με την τόλμη ενός Ντακάρ, όμως η ‘’Rolls Jules’’ ήξερε να κλέψει την παράσταση. Ξανά.