| CreativeProtagon
Θέματα

Ουκρανία: Γιατί είναι τώρα η ώρα για τον Πούτιν να εισβάλει

Ενεργειακή ομηρία της Ευρώπης, γερμανική διστακτικότητα, καιρικές συνθήκες στα πεδία του πολέμου, αμερικανικοί ενδοιασμοί για ολοκληρωμένη στρατιωτική αντίδραση, είναι μερικοί από τους λόγους που θα δικαιολογούσαν μια τέτοια κίνηση τώρα αν ο ρώσος πρόεδρος αποφάσιζε να πέσει στα βαθιά, λένε έγκυροι Δυτικοί αναλυτές
Protagon Team

Εάν ο Βλαντίμιρ Πούτιν σκοπεύει όντως να εισβάλει στην Ουκρανία, το γνωρίζει μόνον εκείνος. Πάντως λόγοι που θα μπορούσαν να τον ωθήσουν να το κάνει, υπάρχουν αρκετοί. Συνοπτικά η κατάσταση έχει ως έξης: ο «τσάρος» του Κρεμλίνου επιδιώκει να γυρίσει τους δείκτες της ιστορίας στην περίοδο των «σφαιρών επιρροής», επαναφέροντας την πατρίδα του στο κλαμπ των μεγάλων δυνάμεων.   

Το κακό – το οποίο φαίνεται πως έχουν αρχίσει να το αντιλαμβάνονται και οι διεθνείς χρηματαγορές – είναι ότι εάν ο ρώσος ηγέτης θέλει πράγματι την Ουκρανία, ενδέχεται η παρούσα στιγμή να είναι η καταλληλότερη για να αποπειραθεί να την κατακτήσει. Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζουν αρκετοί έγκριτοι διεθνείς αναλυτές.  

Ο Αμπροουζ Εβανς-Πρίτσαρντ της βρετανικής Telegraph είναι ξεκάθαρος: «Για τον κ. Πούτιν είναι ή τώρα ή ποτέ. Τα άστρα είναι ασυνήθιστα ευθυγραμμισμένα για την ανατροπή της μεταψυχροπολεμικής διευθέτησης». Οσον αφορά την «ευθυγράμμιση», τα στοιχεία που την συνθέτουν είναι πολλά. 

Καταρχάς υφίσταται η γνωστή (και πολυσυζητημένη τους τελευταίους μήνες) εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο. Με την Gazprom να ανοιγοκλείνει τη στρόφιγγα, ο Πούτιν έχει ήδη καταφέρει να εκτινάξει στα ύψη τους λογαριασμούς και να μειώσει σημαντικά τα ευρωπαϊκά αποθέματα, με τις «αποθήκες» της Γηραιάς Ηπείρου να είναι σήμερα γεμάτες κατά 43%, ποσοστό μειωμένο κατά εννέα ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με τον συνήθη μέσο όρο του Ιανουαρίου.

Φυσικά, σε περίπτωση πολέμου στην Ουκρανία, η Ευρώπη θα μπορούσε να σωθεί, καταφεύγοντας στο υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG – Liquified Natural Gas) που μεταφέρεται με ειδικά δεξαμενόπλοια. Ομως για να αντικατασταθούν τα 120 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου που φτάνουν από τη Ρωσία στην Ευρώπη κάθε χρόνο, «θα χρειάζονταν 160 υγραεριοφόρα πλοία τον μήνα από τα 400 που υπάρχουν συνολικά στον κόσμο», σημείωσε ο Τιερί Μπρος, πρώην επικεφαλής ενεργειακής ασφάλειας στο Υπουργείο Οικονομικών της Γαλλίας.  

«Θα ήταν σαν την αερογέφυρα του Βερολίνου. Είναι εφικτό αλλά θεωρώ πως θα αποδεικνυόταν πολύ πιο δύσκολο από ό,τι στα χαρτιά», συμπλήρωσε ο γάλλος ειδικός. Πρόβλημα αποτελεί και το γεγονός πως σημαντικό μέρος της προμήθειας της Ασίας με υγροποιημένο φυσικό αέριο βασίζεται σε σταθερές συμβάσεις.  

Αλλά «δεν είναι δυνατή η επαναδρομολόγηση των πλοίων σε μεγάλη κλίμακα παρά μόνο μέσω πολιτικής ανωτέρας βίας. Οι τιμές θα εκτινάσσονταν και θα εφαρμοζόταν βιομηχανικό “δελτίο” στην Ευρώπη και στην Ασία, το οποίο θα κλόνιζε βίαια τις εφοδιαστικές αλυσίδες», αναφέρει ο Εβανς – Πρίτσαρντ, υποστηρίζοντας πως «η Ευρώπη δεν έχει τα κότσια για ένα τέτοιο πείραμα. Κορυφαία πρόσωπα στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας δεν προτίθενται καν να αποσύρουν από το τραπέζι τον Nord Steam 2, εάν ο Πούτιν καταστρέψει την Ουκρανία. Η γερμανίδα υπουργός Αμυνας Κριστίνε Λάμπρεχτ είπε πως δεν υπάρχει “καμία σχέση” μεταξύ των δύο ζητημάτων», αναφέρει ο βρετανός δημοσιογράφος.

Επιπλέον το Βερολίνο έθεσε βέτο στο ενδεχόμενο χρήσης του «πυρηνικού χρηματοπιστωτικού όπλου», δηλαδή της αποσύνδεσης της Ρωσίας από το διεθνές σύστημα τραπεζικών πληρωμών SWIFT εξηγώντας πως, σε σχέση με τις ΗΠΑ, η Γερμανία αλλά και άλλες χώρες που συναλλάσσονται με τη Ρωσία θα κατέβαλαν βαρύτερο τίμημα.  

Γίνεται κατανοητό, οπότε, γιατί  ο Ιαν Μποντ, βρετανός πρώην διπλωμάτης και νυν μέλος του Centre for European Reform δηλώνει πως δεν βλέπει «τίποτα, στο μέτωπο της οικονομίας, που θα μπορούσε να φοβίσει πραγματικά τον Πούτιν. Σίγουρα θα υπάρξουν κυρώσεις κατά της Μόσχας, αλλά οι Ρώσοι έχουν προετοιμαστεί για να τις αντέξουν».  

Επίσης είναι αλήθεια, όπως επισημαίνει ο Φεντερίκο Ραμπίνι της Corriere della Sera, ότι «οι κυρώσεις όχι μόνο έχουν αποδείξει την αναποτελεσματικότητά τους κατά χωρών μικρότερων από τη Ρωσία (Κούβα, Βόρεια Κορέα, Ιράν, Βενεζουέλα), αλλά μέσα στη βιασύνη τους να επιβάλλουν κυρώσεις στους αντιπάλους τους, οι ΗΠΑ ενισχύουν την τάση αποσύνδεσης από το δολάριο, και από αυτήν την διευρυνόμενη αυτονομία από το δολάριο, περισσότερο θα ωφεληθεί η Κίνα».  

Η Ρωσία πλεονεκτεί εν μέρει και στο πολιτικό-στρατιωτικό μέτωπο, δεδομένου ότι σε αντίθεση με τα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ που μείωσαν δραστικά κατά τα χρόνια της λιτότητας τις στρατιωτικές τους δαπάνες, η Ρωσία δεν σταμάτησε να επανεξοπλίζεται κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας. Οσον αφορά την υπεροχή των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων σε σχέση με τον ουκρανικό στρατό είναι συντριπτική.  

Ομως, εάν όντως σκοπεύει να εισβάλει στην Ουκρανία, ο Βλαντίμιρ Πούτιν πρέπει να δράσει τώρα (παρά την υπόσχεση, έπειτα από σχετικό αίτημα του Πεκίνου, περί “Ολυμπιακής Εκεχειρίας” ενόψει των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων που θα διεξαχθούν στην κινεζική πρωτεύουσα από την άλλη εβδομάδα), πριν η άνοιξη μετατρέψει την παγωμένη, σήμερα, ουκρανική επικράτεια σε τέλμα. 

Για τον ίδιο λόγο, μια ρωσική εκστρατεία στην Ουκρανία θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το αργότερο έως τα μέσα Μαρτίου, το οποίο κάθε άλλο παρά εύκολη υπόθεση είναι, δεδομένου ότι οι Ρώσοι χρειάστηκαν έξι εβδομάδες για να καταλάβουν το Γκρόζνι, την πρωτεύουσα της Τσετσενίας που είναι πολύ μικρότερη από το Κίεβο και άλλες μεγάλες πόλεις της Ουκρανίας. Φυσικά υφίσταται και το ενδεχόμενο οι κατακτημένοι Ουκρανοί να οργανώσουν αντίσταση εναντίον των ρώσων εισβολέων, η οποία θα μπορούσε (με τη συνδρομή της Δύσης) να μετατρέψει τη χώρα τους σε ένα νέο Αφγανιστάν για τη Μόσχα.  

Με λίγα λόγια ο Πούτιν γνωρίζει πως μια εισβολή στην Ουκρανία κατά πάσα πιθανότητα θα έχει σίγουρα απρόβλεπτες συνέπειες και για τη Ρωσία. Γνωρίζει επίσης πως θα μπορούσε να επιτύχει κάποιους από τους στόχους του, απλά και μόνο απειλώντας την αντίπαλη πλευρά. Αλλά αποτελεί γεγονός πως για μια στρατιωτική επιχείρηση, συνθήκες ευνοϊκότερες από τις σημερινές, ενδέχεται να μην υπάρξουν ξανά. Και το τελικό συμπέρασμα του Εβανς-Πρίτσαρντ κάθε άλλο παρά αισιόδοξο είναι: «Είναι πιθανό η Ευρώπη να κάνει πίσω, όπως έκανε και με την Κριμαία. Μια απεγνωσμένη Ουάσιγκτον ενδέχεται να δεχτεί ένα τετελεσμένο γεγονός. Ενα τόσο κακό αποτέλεσμα είναι πολύ εύλογο».  

Υπάρχει, όμως, και κάτι άλλο, το οποίο επισημαίνει σε άρθρο της στους New York Times, κάποια την οποία ο ρώσος πρόεδρος την γνωρίζει αρκετά καλά όπως και εκείνη εκείνον: η Φιόνα Χιλ, σύμβουλος για τη Ρωσία και την Ευρασία τριών προέδρων των ΗΠΑ (του Μπους του νεότερου, του Ομπάμα και του Τραμπ).  Γράφει:

«Οπως έχω διαπιστώσει, παρατηρώντας τον κ. Πούτιν και αναλύοντας τις κινήσεις του για περισσότερο από δύο δεκαετίες, οι ενέργειές του είναι στοχευμένες και η επιλογή του αυτή τη στιγμή να ρίξει το γάντι στην Ουκρανία και την Ευρώπη είναι ιδιαίτερα σκόπιμη. Εχει πώρωση με την ιστορία και τις επετείους. Τον Δεκέμβριο του 2021 συμπληρώθηκαν 30 χρόνια από τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, από τότε που η Ρωσία έχασε την κυρίαρχη θέση της στην Ευρώπη. Ο κ. Πούτιν θέλει να δώσει στις Ηνωμένες Πολιτείες μια γεύση από το ίδιο πικρό φάρμακο που έπρεπε να καταπιεί η Ρωσία τη δεκαετία του 1990. Πιστεύει ότι αυτή τη στιγμή οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται στην ίδια δύσκολη θέση με τη Ρωσία μετά τη σοβιετική κατάρρευση: σοβαρά αποδυναμωμένες στο εσωτερικό και σε υποχώρηση στο εξωτερικό […] Κατά τη δεκαετία του 1990, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ ανάγκασαν τη Ρωσία να αποσύρει τα απομεινάρια του σοβιετικού στρατού από τις βάσεις του στην Ανατολική Ευρώπη, στη Γερμανία και στα κράτη της Βαλτικής. Ο κ. Πούτιν θέλει οι Ηνωμένες Πολιτείες να υποφέρουν με τον ίδιο τρόπο».  

Δεν αποτελεί μυστικό ότι ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ο μοναδικός στις ΗΠΑ που θεωρεί πως η αμυντική ομπρέλα που κρατάει το ΝΑΤΟ πάνω από την Ευρώπη αποτελεί ολοένα πιο δυσβάστακτο και δαπανηρό βάρος, ενόσω, μάλιστα, εντείνεται η αντιπαράθεση με την Κίνα.  

Η Φιόνα Χιλ θεωρεί πως με τις απειλές του ο Βλαντίμιρ Πούτιν έχει ήδη καταφέρει να θέσει εκ νέου τη Ρωσία στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος και, εάν εισβάλει τελικά στην Ουκρανία η Ρωσία και η Δύση, μαζί με την υπόλοιπη διεθνή κοινότητα, περιοριστούν μόνο στην επιβολή οικονομικών κυρώσεων, «τότε θα έχει δημιουργήσει ένα προηγούμενο για μελλοντικές ενέργειες από άλλες χώρες».

Για αυτόν τον λόγο θεωρεί πως «η δημιουργία ενός ενιαίου μετώπου με τους ευρωπαίους συμμάχους της και η εξασφάλιση ευρύτερης υποστήριξης πρέπει να είναι η μακροπρόθεσμη στρατηγική της Αμερικής. Διαφορετικά, αυτό η ιστορία θα μπορούσε όντως να σηματοδοτήσει την αρχή του τέλους της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ευρώπη», προειδοποιεί η αμερικανίδα ειδικός.