Δύο «διαβολοβδομάδες» έχει μπροστά της η Ευρώπη και (για έναν επιπλέον λόγο) η Ελλάδα. Κατ’ αρχάς επειδή στο διάστημα αυτό, η επιστημονική κοινότητα αναμένεται να αποφανθεί για το πόσο επικίνδυνη είναι η νέα μετάλλαξη Ομικρον του κορονοϊού, πόσο αποτελεσματικά είναι τα διαθέσιμα εμβόλια και αν θα απαιτηθούν νέα μέτρα κοινωνικής και οικονομικής προστασίας. Και, επίσης, επειδή μέσα στο επόμενο δεκαπενθήμερο πρόκειται να δρομολογηθούν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσεις καθοριστικές για τη νομισματική πολιτική που θα εφαρμοστεί στη ζώνη του ευρώ μέχρι να τελειώσει ο εφιάλτης της πανδημίας.
Ειδικό κεφάλαιο στις διαβουλεύσεις αυτές, που ήδη έχουν «πάρει φωτιά», μεταξύ των ισχυρών ευρωπαϊκών κέντρων, αποτελεί η χώρα μας, με κεντρικό ερώτημα: με ποιον τρόπο θα συνεχιστεί το έκτακτο πρόγραμμα στήριξης των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ που λήγει τον επόμενο Μάρτιο, δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν βρίσκεται σε επενδυτική βαθμίδα.
Μιλάμε για ένα 15νθήμερο θρίλερ στη διάρκεια του οποίου θα κριθεί αν η ευρωπαϊκή (και η παγκόσμια) οικονομία θα αναγκαστεί να ζήσει ξανά (έστω και στη λάιτ εκδοχή του) τον εφιάλτη των lockdowns που βίωσε στο πρώτο κύμα του κορονοϊού, την άνοιξη του 2020.
Βεβαίως, αρμόδιοι παράγοντες με γνώση των διεργασιών που συντελούνται αυτές τις ημέρες μεταξύ Φρανκφούρτης, Βρυξελλών και των μεγάλων ευρωπαϊκών πρωτευουσών, σπεύδουν να διαβεβαιώσουν ότι δεν υπάρχει στον ορίζοντα «μαύρο σενάριο για την οικονομία». Εκτιμούν, δηλαδή, ότι τα υπάρχοντα εμβόλια και ο βαθμός κάλυψης του πληθυσμού αποτελούν, ούτως ή άλλως, ένα ισχυρό ανάχωμα στην επίθεση της νέας παραλλαγής Ομικρον, ακόμη και αν αποδειχθούν λιγότερο αποτελεσματικά και απαιτηθεί η προσαρμογή τους.
Ο δεύτερος λόγος που καθιστά κρίσιμες τις επόμενες ημέρες για την Ευρώπη και την Ελλάδα είναι ότι στο διάστημα αυτό θα φανεί, σε μεγάλο βαθμό, ποια θα είναι η νομισματική πολιτική που θα ακολουθήσει η ΕΚΤ τους επόμενους μήνες. Αν, δηλαδή, η Φρανκφούρτη θα συνεχίσει την πολιτική ενίσχυσης της ρευστότητας των χωρών-μελών της ΕΕ με αγορές των ομολόγων τους βάσει του εκτάκτου προγράμματος (PEPP), ύψους 1,85 τρισ. ευρώ, το οποίο έθεσε σε ισχύ για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Στην εξίσωση αυτή –που περιπλέκεται ιδιαίτερα από την εμφάνιση της νέας μετάλλαξης του κορονοϊού και την έκρηξη της ακρίβειας η οποία δημιουργεί υψηλό πληθωρισμό στην ευρωζώνη– μπαίνει και ο παράγοντας Ελλάδα. Ως γνωστόν, η χώρα μας, παρότι δεν βρίσκεται σε επενδυτική βαθμίδα, έχει ενταχθεί στο πρόγραμμα αγορών κρατικών ομολόγων της ΕΚΤ, βάσει ενός προσωρινού μηχανισμού, ο χρόνος ισχύος του οποίου λήγει τον Μάρτιο του 2022, μαζί με το γενικό πρόγραμμα της ΕΚΤ.
Η καθοριστική συζήτηση για τη λήψη των αποφάσεων αυτών θα γίνει στην προγραμματισμένη συνεδρίαση του ΔΣ της ΕΚΤ στις 16 Δεκεμβρίου. Ακόμη και αν δεν ληφθούν τελικές αποφάσεις, εκτιμάται ότι στη συνεδρίαση αυτή θα φανεί ποια από τις δύο πλευρές που αντιμάχονται στην ΕΚΤ θα επικρατήσει. Οι «σκληροί» Βορειοευρωπαίοι (με επικεφαλής τη Γερμανία), που πιέζουν για να αυξηθούν τα επιτόκια του ευρώ και να μπει φρένο στην πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, ή οι Νότιοι της Ευρωζώνης, που επιθυμούν τη συνέχιση της ίδιας πολιτικής;
Πάντως, όσοι είναι σε θέση να έχουν αξιόπιστη εικόνα για τον πόλεμο των δύο στρατοπέδων, θεωρούν ότι τα έως τώρα δεδομένα προεξοφλούν τη συνέχιση των αγορών ομολόγων και μετά τον Μάρτιο, συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών. Ειδικότερα, για την Ελλάδα εκτιμάται ότι θα βρεθεί ένας τρόπος ώστε να συνεχιστούν οι αγορές κρατικών ομολόγων, αφού η άποψη που επικρατεί στους ευρωπαϊκούς κύκλους είναι ότι, αν δεν υπήρχε η πανδημία, η χώρα μας θα είχε κερδίσει την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα.
Παρότι η εκτίναξη του πληθωρισμού στην ευρωζώνη τον Νοέμβριο στο 4,9% αποτελεί επιχείρημα για τους Βόρειους, την πλειοψηφία στην ΕΚΤ κατέχουν οι Νότιοι, που δεν επιθυμούν αλλαγή κατεύθυνσης. Και αυτό για να μην ανακοπεί η αναπτυξιακή δυναμική που εμφανίζει η ευρωπαϊκή οικονομία μετά τη μεγάλη ύφεση του 2020. Αλλωστε, η ξαφνική εμφάνιση της νέας μετάλλαξης Ομικρον και το θολό τοπίο που δημιουργεί για την κοινωνία και την οικονομία δίνει όπλα στη στάση τους αυτή.