Ο Μπιόρν Αντρέσεν ως Τάντζιο και ο Ντερκ Μπόγκαρντ ως συνθέτης Γκούσταβ φον Αζενμπναχ στην κινηματογραφική μεταφορά της νουβέλας του Τόμας Μαν «Θανατος στην Βενετία» (1971) | John Springer Collection/CORBIS/Corbis via Getty Images
Θέματα

Ο Βισκόντι και το τραγικό πιο «όμορφο αγόρι του κόσμου»

Ο Μπιόρν Αντρέσεν  ήταν το εντυπωσιακά ωραίο αγόρι που ενσαρκώνει την τέλεια ομορφιά στην κλασική ταινία του ιταλού μετρ «Θάνατος στη Βενετία». Πενήντα χρόνια αργότερα, ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή του αποκαλύπτει ότι εξακολουθεί να τον στοιχειώνει η εκμετάλλευση που υπέστη για μεγάλο διάστημα μετά το τέλος γυρισμάτων
Protagon Team

Ο Μπιόρν Αντρέσεν  ήταν μόλις 15 ετών όταν υποδύθηκε τον Τάντζιο, το αντικείμενο του πόθου του Ντερκ Μπόγκαρντ στην αριστουργηματική μεταφορά της νουβέλας «Θάνατος στη Βενετία» του Τόμας Μαν στον κινηματογράφο από τον Λουκίνο Βισκόντι. Στη Βενετία εξαπλώνεται μια επιδημία πανώλης όταν φθάνει στην πόλη ο ασθενικός μεσήλικας Γκούσταβ φον Αζενμπαχ, τον οποίο ο κορυφαίος ιταλός σκηνοθέτης είχε την έμπνευση να αλλάξει από συγγραφέα  σε συνθέτη. Ετσι του δίνεται η ευκαιρία να προσθέσει την μεγαλειώδη μουσική του Γκούσταβ Μάλερ, χορογραφώντας στην ουσία μια συμφωνία για την απολυτότητα της ομορφιάς, τον έρωτα στην πνευματική του μορφή, και τον θάνατο σε ένα παρακμιακό τοπίο.

Η κυκλοφορία της ταινίας  το 1971 τον έκανε αμέσως όχι μόνο σταρ αλλά και ιδανικό σύμβολο απόλυτης νεανικής ομορφιάς. Σήμερα σε ηλικία 66 ετών, καθισμένος μόνος του στη Στοκχόλμη, με τη λευκή γενειάδα και τα μακριά μέχρι τους ώμους μαλλιά που πλαισιώνουν το ωραίο του πρόσωπο του, ο Αντρέσεν μοιάζει περισσότερο με τον Γκάνταλφ, τον «Αρχοντα των Δαχτυλιδιών». Το βλέμμα του είναι πιο γοητευτικό από ποτέ. Ωστόσο δεν είναι γλυκομίλητος. Οταν ο Ράιαν Γκίλμπι, κριτικός κινηματογράφου του Guardian, τον ρωτάει τι θα έλεγε στον Βισκόντι αν ήταν παρών, δεν διστάζει ούτε στιγμή: «Αντε γ…» απαντάει.

Αριστερά, ο  Λουκίνο Βισκόντι και δεξιά ο σουηδός ηθοποιός Μπιόρν Αντρέσεν στα γυρίσματα της ταινίας «Θάνατος στη Βενετία» (Sunset Boulevard/Corbis via Getty Images)

Οποιος δει το «Πιο Ωραίο Αγόρι του Κόσμου» («The Most Beautiful Boy in the World»), ένα νέο ντοκιμαντέρ για το ταραχώδες και τραγικό παρελθόν του ώριμου, πλέον, ηθοποιού, δεν θα εκπλαγεί από την απάντησή του. Σε μια συνέντευξη με αφορμή την κυκλοφορία του ντοκιμαντέρ, ο Αντρέσεν λέει στον Γκίλμπι ότι ο Βισκόντι «δεν έδινε δεκάρα τσακιστή» για τα συναισθήματα του έφηβου. Και δεν ήταν ο μόνος: «Δεν έχω δει πουθενα αλλού τόσο πολλούς φασίστες και μαλάκες όσο στον κινηματογράφο και στο θέατρο», λέει ο Αντρέσεν. «Ο Λουκίνο ήταν το είδος του κουλτουριάρη αρπακτικού που μπορούσε να θυσιάσει οτιδήποτε και οποιονδήποτε για τη δουλειά». Ξεκαθαρίζει επίσης τα συναισθήματά του για τον «Θάνατο στη Βενετία»: «Κατέστρεψε τη ζωή μου πολύ διακριτικά», λέει.  Αν και είναι πετυχημένος πιανίστας, κανείς δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται πολύ γι’ αυτή την πλευρά του. «Ο,τι και να κάνω θα σχετίζεται πάντα με αυτή την ταινία. Θέλω να πω, ότι και τώρα είμαστε εδώ και μιλάμε πάλι γι’ αυτή μετά από 50 χρόνια».

Στο ντοκιμαντέρ υπάρχει ένα βίντεο από την οντισιόν, όπου φαίνεται αγγελικός αλλά και φοβισμένος, ιδίως τη στιγμή που ο Βισκόντι φλέγεται ξαφνικά από ενδιαφέρον. Ο σκηνοθέτης του δίνει μια σειρά από οδηγίες: «χαμογέλα», «κάνε τον γύρο του δωματίου», «βγάλε την μπλούζα σου». Ακούγοντας αυτό το τελευταίο, ο νεαρός Αντρέσεν γελάει νευρικά και αναρωτιέται μήπως έχει παρακούσει. Σύντομα, όμως, μαζεύεται αδέξια καθώς ο Βισκόντι και οι βοηθοί του αξιολογούν το σώμα του.

Ωστόσο ήταν εξοικειωμένος με τις οντισιόν. Η γιαγιά του, η κυρία Γουόρθινγκτον, που τον μεγάλωσε μετά το θάνατο της ανύπαντρης μητέρας του τέσσερα χρόνια πριν, τον έστελνε σε οντισιόν από τη στιγμή που άρχισε να περπατάει. Το 1970 πρωταγωνίστησε στην ταινία του Ρόι Αντερσον, «Μια ερωτική ιστορία» («A Swedish Love Story») και είναι ευτυχής γιατί συμμετείχε στην πρώτη ταινία του σουηδού σκηνοθέτη. Δεν ανησυχούσε πολύ για τον «Θάνατο στη Βενετία». «Ηταν μια cool καλοκαιρινή δουλειά», λέει. Ο Βισκόντι ήταν μια επιβλητική φιγούρα, που προειδοποίησε το συνεργείο να κρατήσει τα χέρια του μακριά από το αγόρι κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, αλλά στη συνέχεια, όταν τέλειωσαν, τον έσυρε ο ίδιος σε γκέι κλαμπ σαν τρόπαιο. (Δείτε το trailer του ντοκιμαντέρ)

Η σχέση του Αντρέσεν με τον (ομοφυλόφιλο) Ντερκ Μπόγκαρντ ήταν «ουδέτερη». Στα απομνημονεύματά του με τίτλο «An Orderly Man» (1983), ο Μπόγκαρντ τον περιγράφει με ένα μείγμα γοητείας και οίκτου. «Είχε μια σχεδόν μυστικιστική ομορφιά», έγραψε. Για να διατηρήσει την χροιά της επιδερμίδας του και το παράστημά του, «δεν του επιτρεπόταν να κάτσει στον ήλιο, να κλωτσήσει μια μπάλα με τους φίλους του, να κολυμπήσει στη μολυσμένη θάλασσα, και να κάνει οτιδήποτε θα μπορούσε να του δώσει την παραμικρή ευχαρίστηση… Και τα υπέμενε όλα αυτά αξιοθαύμαστα».

Το μοναδικό παράπονο του Μπόγκαρντ αφορούσε τη «μαύρη τσίχλα που μάσαγε και έκανε τεράστιες φούσκες μέχρι που έσκαγαν και κόλλαγαν σε όλο το πρόσωπό του». Οταν ο Γκίλμπι αναφέρει  αυτή τη λεπτομέρεια, ο Αντρέσεν την απαξιώνει λέγοντας: «Δεν το θυμάμαι». Ωστόσο ο Μπόγκαρντ  παίρνει καλό βαθμό σε τουλάχιστον ένα σημείο: «Το τελευταίο πράγμα που ήθελε  ο Μπιόρν, είμαι σίγουρος, ήταν να παίζει σε ταινίες». Πράγματι, αν ο Αντρέσεν δεν είχε ήδη νιώσει έτσι, πείσθηκε στο περιβάλλον του Βισκόντι. Η πρεμιέρα στο Λονδίνο, όπου γνώρισε τη βασίλισσα Ελισάβετ και την πριγκίπισσα Αννα, ήταν σαν ευχάριστο αεράκι σε σύγκριση με την παρουσίαση της ταινίας στο Φεστιβάλ των Καννών, όπου στριμώχτηκε από σαρκοβόρα πλήθη: «Ενιωσα σαν να πετάνε σμήνη νυχτερίδων γύρω μου», λέει στο ντοκιμαντέρ. «Ηταν ένας ζωντανός εφιάλτης».

Για την Κριστίνα Λίντστρομ και τον Κριστιάν Πέτρι, σκηνοθέτες του ντοκιμαντέρ «The Most Beautiful Boy in the World», τα πλάνα από τη συνέντευξη Τύπου στις Κάννες ήταν πραγματικά αποκαλυπτικά. Οι μονταρισμένες σκηνές δείχνουν [ανθρώπους] να γελούν ακούγοντας τα αστεία που διηγείται ο Βισκόντι για τον Αντρέσεν. Ο νεαρός φαίνεται απλώς μπερδεμένος. «Δεν υπήρχε συμπάθεια ή ενσυναίσθηση», λέει Λίντστρομ. «Είχε την αίσθηση ότι χρησιμοποιείται», προσθέτει ο Πέτρι, «του συμπεριφέρθηκαν σαν να ήταν αντικείμενο».

Ο Μπιόρν Αντρέσεν (δεξιά) ήταν 15 ετών όταν έπαιξε στον «Θάνατο στην Βενετία» του Βισκόντι (Warner Bros)

Ο Αντρέσεν συμφωνεί. «Δεν νομίζω ότι είναι ηθικά υπεύθυνο να αφήσουν έναν 16χρονο να φέρει όλο το βάρος της προώθησης της καταραμένης ταινίας», λέει, «Ειδικά όχι όταν επιστρέφεις στο σχολείο και ακούς, “Γεια σου, αγγελικά χείλη”. Ενας τύπος που βρίσκεται μέσα στην φουρτούνα των ορμονών της δικής του εφηβείας, δεν θέλει να τον αποκαλούν “ωραία”».  Πιστεύει ότι η λατρεία, που εισέπραττε έκανε κακό στην εξέλιξή του: «Οταν χτυπάς τα δάχτυλά σου και αμέσως 10 πιτσιρίκες σε ακολουθούν, δεν έχεις ανάγκη να μάθεις πώς να τα βγάλεις πέρα με το αντίθετο φύλο».

Τα χειρότερα, όμως, θα ερχόντουσαν αργότερα. Στην Ιαπωνία, ο Αντρέσεν υποχρεώθηκε να πάρει χάπια για να τα βγάλει πέρα με το σκληρό πρόγραμμα των εμφανίσεών του για την προώθηση της ταινίας. Και λίγο μετά τα 20, βρέθηκε στο Παρίσι με την υπόσχεση δουλειάς σε ταινίες. Ενας ηλικιωμένος άνδρας τον εγκατέστησε σε ένα διαμέρισμα και του πλήρωνε ένα γενναιόδωρο επίδομα. Διάφοροι άλλοι θαυμαστές του τον προσκαλούσαν για φαγητό και του έκαναν δώρα. Κάποιος έγραψε ερωτικά ποιήματα προς τιμήν του. Ωστόσο, το ντοκιμαντέρ είναι φειδωλό ως προς το τι συνέβη εκείνη τη χρονιά στο Παρίσι. «Δεν μίλησε για αυτό», λέει ο Πέτρι, «και εμείς δεν θέλαμε να σκάψουμε περισσότερο από όσο ήταν απαραίτητο. Λέει τώρα ότι δεν μετανιώνει πολύ, εκτός από τον χρόνο του στο Παρίσι».

Μια θλίψη διαπερνά το ντοκιμαντέρ καθώς ο Αντρέσεν ανακαλύπτει λεπτομέρειες για την αυτοκτονία της μητέρας του και να αναλογίζεται τον θάνατο ενός από τα δικά του παιδιά. Ομως αυτό, που διαρκεί, είναι το στεγνό χιούμορ και το φιλοσοφημένο πνεύμα του. Ο Αντρέσεν έχει επίσης μια γενναιόδωρη ψυχή: αν και η ταινία καθιστά σαφές ότι υπήρχε παραβίαση καθήκοντος από την πλευρά της γιαγιάς του, είναι απρόθυμος να της κάνει κριτική. «Ισως δεν ήταν η πιο αιχμηρή λεπίδα στο κουτί», λέει στον Ράιαν Γκίλμπι κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του για τον Guardian. «Αλλά το ξεπέρασα. Δεν έχω πια δαίμονες. Τους έδιωξα όλους. Δεν είχα δαίμονες…», σκέφτεται για λίγο, «από το 1992», συμπληρώνει.

«Κάθισα στην κουζίνα μου και ξεπετάχτηκαν ένας – ένας μπροστά μου. Τους έδωσα όνομα και αριθμό και είπα, “Απολύεσαι”.  “Τι;” “Με άκουσες”. Και αυτό ήταν», θυμάται.  Χτυπάει τα χέρια του, σαν να θέλει να τινάξει από  πάνω τους σκόνη και βρωμιά. Τι αντιπροσώπευαν οι δαίμονες; «Κάθε είδους ανησυχία και φρίκη και αναμνήσεις. Εχω ακόμα τις αναμνήσεις, αλλά δεν με φοβίζουν, πια. Πολύ λίγα πράγματα φοβάμαι αυτές τις μέρες. Είμαι πολύ μεγάλος για κάτι τέτοιο», λέει.

Ο Μπιόρν Αντρέσεν στο νησάκι Λίντο, στη λιμνοθάλασσα της Βενετίας (MantarayFilm 2021)

Ο Αντρέσεν είναι ευχαριστημένος με το ντοκιμαντέρ των Λίντστρομ και Πιέτρι, αν και είναι κάπως θολοί οι λόγοι για τους οποίους συμφώνησε να το γυρίσουν, εκτός από τη φιλία που τον δένει μαζί τους. Δεν του χρειάζεται να τραβήξει τη προσοχή του κόσμου: «Είχα πάρει πολύ μεγάλη δόση πριν από 50 χρόνια» λέει. Οι σκηνοθέτες πάλι, που τον ακολουθούσαν επί έξι χρόνια μέχρι να ολοκληρώσουν την ταινία, έχουν τη δική τους άποψη: «Αφού ήταν δημόσιο πρόσωπο για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, νομίζω ότι ήταν ωραίο να έχει και πάλι ο ίδιος τον έλεγχο στην ιστορία της ζωής του», λέει ο Πέτρι. «Δεν θέλαμε να μιλήσουν οι ειδικοί στο έργο του Βισκόντι ή άλλοι τηλεπαρουσιαστές». Και η Λίντστρομ συμπληρώνει με ενθουσιασμό: «Νομίζω ότι στον Μπιορν άρεσε επίσης ότι θέλαμε να κάνουμε μια κινηματογραφική ταινία και να την κάνουμε ωραία, όπως είναι ο “Θάνατος στη Βενετία”».

Ο Αντρέσεν εξακολουθεί να παίζει, επιμένει ωστόσο ότι δεν είναι η ζωή που επέλεξε, αν και πρόσφατα είπε στη Λίντστρομ: «Εντάξει, είμαι ηθοποιός». «Στα 66, το είπε τελικά!», λέει εκείνη.

Πράγματι, πριν από τρία χρόνια ο Αντρέσεν ερμήνευσε έναν απίστευτο ρόλο στο «Μεσοκαλόκαιρο» («Midsommar»), του Αρι Αστερ. Υποδύθηκε έναν ηλικιωμένο, που θυσιάζεται σε μια ειδωλολατρική τελετή: πηδά από ένα βράχο, και μετά κάποιος τον αποτελειώνει σπάζοντάς του το κεφάλι με ένα σφυρί. «Το να σε σκοτώνουν σε μια ταινία τρόμου είναι το όνειρο κάθε αγοριού», λέει γελώντας. Και ακούγεται σαν να κάνει ένα εξαιρετικά διεστραμμένο αστείο θέλοντας να καταστρέψει το πρόσωπο, που έχει μαγέψει εκατομμύρια θεατές σε όλο τον κόσμο. Ισως, όμως και το ντοκιμαντέρ «The Most Beautiful Boy» κάνει κάτι παρόμοιο, χωρίς σφυρί. Το μήνυμά του είναι σαφές: ο Τάντζιο είναι νεκρός. Ζήτω ο Μπιορν Αντρέσεν.