Περί «νίκης» της αντιπροέδρου της Κομισιόν και αρμόδιας για τα ψηφιακά ζητήματα Μαργκρέτε Βεστάγκερ επί της Google έγραψαν τα διεθνή Μέσα (οι Financial Times, το Politico, κ.ά.) ύστερα από τη δικαστική απόρριψη (από το Ευρωπαϊκό Γενικό Δικαστήριο) της προσφυγής της αμερικανικής εταιρείας η οποία το 2017 είχε εισπράξει ένα αλμυρό πρόστιμο από την Ενωση, αντιμονοπωλιακού χαρακτήρα, ύψους 2,4 δισ. ευρώ. Η υπόθεση αφορά κατάχρηση της διαδικτυακής πρωτοκαθεδρίας της Google εις βάρος ανταγωνιστών της, βάσει της επεξεργασίας των στοιχείων των χρηστών. Την εποχή εκείνη η δανέζα πολιτικός κατείχε στην Κομισιόν το αξίωμα της επιτρόπου Ανταγωνισμού.
Η εξέλιξη αυτή επιτρέπει στη Βεστάγκερ να διατηρήσει τον άτυπο τίτλο του «μπαμπούλα» των εταιρειών Big Tech, παρά το γεγονός ότι μία άλλη εκ των μεγάλων επιχειρήσεων της πληροφορικής, η Apple, με απόφαση του ίδιου δικαστηρίου απηλλάγη από την ευρωπαϊκή καμπάνα των 14,3 δισ. ευρώ (η οποία… ήχησε το 2016). Αυτό το ποσόν υποτίθεται ότι έπρεπε να καταβάλει η εταιρεία στις ιρλανδικές φορολογικές αρχές. Δηλαδή, στην περίπτωση της Αpple η Κομισιόν έχασε τη μάχη, μάλιστα και με αναλόγως ηχηρό τρόπο.
Το θέμα είναι για ποιον λόγο την έχασε. Οι υπάλληλοι της Κομισιόν δεν προσκόμισαν στο δικαστήριο αποδεικτικά στοιχεία ενοχής του αμερικανικού γίγαντα, έτσι δεν κατάφεραν να πείσουν τους δικαστές για το υποτιθέμενο πλεονέκτημα που αποκόμισε η Αpple με τις μεθόδους της. Ο «μπαμπούλας», λοιπόν, που λέγεται Βεστάγκερ απώλεσε ένα μέρος τού… τρόμου του.
Παρά τις κραυγαλέες αδυναμίες στην υπόθεση της Αpple, το τελευταίο δικαστικό επεισόδιο, αυτό με την Google, κατέδειξε τη ρυθμιστική δύναμη των Βρυξελλών λένε τα Μέσα: η ευρωπαϊκή ψηφιακή νομοθεσία μπορεί να παραδειγματίσει και άλλους, και τις ΗΠΑ ακόμη, να εισαγάγουν νέους κανόνες υπέρ της προστασίας των δεδομένων και επί της ουσίας να προασπίσουν τη δυτικού τύπου δημοκρατία. Πάντως οι FT επισήμαναν ότι δεν είναι όλα αρμονικά στην ΕΕ όσον αφορά τον τρόπο αντιμετώπισης των τεχνολογικών κολοσσών: να, χώρες όπως η Ιρλανδία ή το Λουξεμβούργο στρώνουν εκ συστήματος τα πιο κόκκινα χαλιά τους ώστε να πέσουν στα φορολογικά πούπουλα η Google, η Apple, η Amazon. Ποιοι, λοιπόν, θα επιτηρούν την εφαρμογή των κανόνων; Πιθανολογείται ότι η Κομισιόν θα αρκεστεί σε έναν συμβιβασμό με τις εθνικές αρχές στο θέμα της επιτήρησης.
Μα και η ίδια η Βεστάγκερ, όπως έγραψε το Politico, συγκατένευσε για την αγορά, από πλευράς Google, της εταιρείας ηλεκτρονικών συσκευών γυμναστικής Fitbit, και κατ’ αυτόν τον τρόπο διογκώθηκαν τα υγειονομικά data των χρηστών στις… αποθήκες της Google. Μία από τα ίδια λοιπόν, συγχώνευση στοιχείων χρηστών, όπως συνέβη και στην περίπτωση εξαγοράς του WhatsApp από το Facebook.
Μιλώντας για το Facebook, σάλος ξεσηκώθηκε τον περασμένο Οκτώβριο από την ομολογία της ιρλανδικής ρυθμιστικής αρχής απορρήτου ότι ότι δεν είχε την εξουσία να αξιολογήσει τη σύμβαση του Facebook με τους χρήστες, τη σύμβαση περί εξατομικευμένης πλατφόρμας με διαφημιστική χρηματοδότηση. Το οποίον σημαίνει ότι τα κόλπα των Big Tech μπορούν και να πιάσουν αν εκμεταλλευτούν τις ρωγμές στα ψηφιακά ρυθμιστικά πλαίσια της Ενωσης.
Τίθεται, συνεπώς, ζήτημα πολυπλοκότητας θεσμών και γραφειοκρατίας στην ΕΕ. Η τωρινή αδύναμη συνεργασία μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών για τα ψηφιακά ζητήματα πρέπει να αντικατασταθεί από έναν κεντρικό μηχανισμό συντονισμού τους. Αυτό το ελάττωμα στο πλαίσιο των κανόνων περί προστασίας των δεδομένων δεν ξεφεύγει από την προσοχή των νομικών υπηρεσιών των εταιρειών Big Tech, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο χάνονται και οι δίκες. Απειλεί, δε, να εκτροχιάσει τον αγώνα των «27» για έλεγχο των γιγάντων της πληροφορικής.