Ο ιός SARS-CoV-2 μπορεί να εξαπλώνεται στην καρδιά και στον εγκέφαλο μέσα σε λίγες ημέρες από την αρχική μόλυνση και να επιβιώνει για μήνες σε διάφορα όργανα, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας των ΗΠΑ.
Ο ιός έχει τη δυνατότητα να προσβάλλει σχεδόν κάθε όργανο και να επηρεάζει όλα τα συστήματα του οργανισμού, γεγονός που μπορεί να ερμηνεύσει τα συνεχιζόμενα συμπτώματα που παρατηρούνται σε ασθενείς με μακρά COVID.
Η μελέτη, η οποία βρίσκεται υπό αξιολόγηση για δημοσίευση στο πλέον έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Nature, θεωρείται μία από τις πιο ολοκληρωμένες ανασκοπήσεις σχετικά με το πώς ο ιός αναπαράγεται στα ανθρώπινα κύτταρα και παραμένει για μεγάλο διάστημα στο ανθρώπινο σώμα.
Οι γιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής, Ελένη Κορομπόκη και Θάνος Δημόπουλος (πρύτανης ΕΚΠΑ), συνοψίζουν τα κύρια ευρήματα της μελέτης:
Σύμφωνα με τους συγγραφείς της, πρόκειται για μια σημαντική μελέτη, η οποία ερμηνεύει γιατί ο ιός μπορεί να επιβαρύνει σχεδόν όλα τα συστήματα και γιατί η μακρά νόσος COVID μπορεί να επηρεάσει και άτομα που είχαν ασυμπτωματική νόσο ή ήπια συμπτώματα κατά την οξεία φάση της COVID-19.
Οι ερευνητές ανέλυσαν βιοψίες από νεκροτομικό υλικό σε 44 ασθενείς που κατέληξαν λόγω COVID-19 κατά το πρώτο έτος της πανδημίας.
Ανιχνεύτηκαν μικρά τμήματα του ιού σε διάφορα μέρη του σώματος, συμπεριλαμβανομένης της καρδιάς και του εγκεφάλου, μέχρι και 230 ημέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων. Αυτό θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει μόλυνση με «ελαττωματικά» τμήματα ιού, η οποία έχει παρατηρηθεί και σε άλλες εμμένουσες λοιμώξεις, μεταξύ ασθενών με ιλαρά.
Σε αντίθεση με άλλες μελέτες νεκροτομικού υλικού έπειτα από COVID-19, η επιστημονική ομάδα είχε μια πιο ολοκληρωμένη διαδικασία συλλογής μεταθανάτιων ιστών, η οποία συνήθως λάμβανε χώρα εντός μιας ημέρας από τον θάνατο του ασθενούς.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν επίσης διάφορους τρόπους διατήρησης του ιστού για ανίχνευση του ιού. Επιπλέον, ήταν σε θέση να αναπτύξουν τον ιό που συλλέχθηκε από διάφορους ιστούς, συμπεριλαμβανομένης της καρδιάς, των πνευμόνων, του λεπτού εντέρου και των επινεφριδίων.
Σύμφωνα με τους συγγραφείς, τα συνολικά αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι ενώ το υψηλότερο φορτίο του ιού SARS-CoV-2 βρίσκεται στους αεραγωγούς και στους πνεύμονες, ο ιός μπορεί να εξαπλωθεί νωρίς κατά τα αρχικά στάδια της λοίμωξης και να μολύνει τα κύτταρα σε ολόκληρο το σώμα, συμπεριλαμβανομένου και του εγκεφάλου.
Η Ρέινα ΜακΙντάιαρ, καθηγήτρια παγκόσμιας βιοασφάλειας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας, στην Αυστραλία, επισήμανε ότι οι επιπτώσεις του χρόνιου φορτίου της COVID-19, για τα επόμενα χρόνια, παραμένουν άγνωστες.
Δεν είναι απίθανο να εμφανιστούν περιστατικά καρδιακής ανεπάρκειας ή άνοιας πρώιμης έναρξης σε ασθενείς που νόσησαν από COVID-19.
Τα αναπάντητα μέχρι τώρα ερωτήματα σχετικά με τις μακροχρόνιες επιπλοκές του ιού απαιτούν μια προληπτική στρατηγική στη δημόσια υγεία για τον μετριασμό της εξάπλωσής του, επισημαίνουν οι επιστήμονες.