Το μαγιό αντανακλά το υπογάστριο της κοινωνίας: προσφέρει το προνόμιο της ελαφράδας, έχει χρησιμοποιηθεί για την αστυνόμευση ανθρώπων διαφορετικής κουλτούρας, ενώ ρυθμίζεται από όλο και πιο άσχετους κανόνες για το φύλο και τη σεξουαλικότητα γράφουν οι New York Times.
Ωστόσο, επιβιώνει στη δημόσια φαντασία αμφιταλαντευόμενο ανάμεσα στη συλλογική μας αγάπη και στην περιφρόνηση. Πριν από έναν χρόνο, στον απόηχο του #Metoo, τα καλλιστεία για την ανάδειξη της Μις Αμερική, ένας ιστορικός θεσμός που γεννήθηκε πριν από σχεδόν 100 χρόνια, είπαν αντίο στο μπικίνι.
Η Γκρέτσεν Κάρλσον, πρώην Μις Αμερική και σημερινή πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του συγκεκριμένου θεσμού ήταν σαφής: «Δεν θα κρίνουμε πλέον τις υποψήφιές μας από την εξωτερική τους εμφάνιση» δήλωσε πριν από έναν χρόνο.
Από δω και πέρα η διοργάνωση θα ονομάζεται διαγωνισμός και οι καλλονές δεν θα εμφανίζονται με μπικίνι ούτε με μακριά τουαλέτα, αλλά με ρούχα που θα τις κάνουν να νιώθουν άνετα.
Τον Απρίλιο η αμερικανοσομαλή Χαλίμα Αντεν έγραψε ιστορία καθώς είναι το πρώτο μοντέλο που εμφανίστηκε με χιτζάμπ και μπουρκίνι (το μαγιό των μουσουλμάνων γυναικών) σε περιοδικό. Για την ακρίβεια, η Αντεν φωτογραφήθηκε για το τεύχος του αθλητικού περιοδικού Sports Illustrated που είναι αφιερωμένο στα μαγιό.
Είναι δύσκολο να πούμε πότε εμφανίστηκε το ένδυμα για το κολύμπι, αλλά η στάση των ανθρώπων απέναντί του έχει αλλάξει με την πάροδο του χρόνου.
Αρχικά, οι κανόνες για τα μαγιό απαιτούσαν απόλυτη σεμνότητα: οι γυναίκες έπρεπε να φορούν μακριές φούστες και οι άνδρες μπλουζάκια. Η πρόοδος υπήρξε τεράστια αλλά αργή.
Το 1866, σε μία από τις πρώτες αναφορές στην εφημερίδα New York Times, το άρθρο αναφερόταν στα μαγιό ή τουλάχιστον σε μια παραλλαγή τους, ως «φορέματα για κολύμβηση» και συνιστούσε στις γυναίκες να φορούν «πουκαμίσα και φουφούλα από χοντρό λινό ύφασμα (holland) σε σκούρο καφέ χρώμα», αν και το καλύτερο υλικό για αυτό το look ήταν θέμα συζήτησης.
Το 1907 η Ανέτ Κέλερμαν, κολυμβήτρια και ηθοποιός από την Αυστραλία, σόκαρε το κοινό της Βοστώνης όταν εμφανίστηκε με το αγαπημένο της ολόσωμο και μονοκόμματο κολυμβητικό κοστούμι, όμως πέντε χρόνια αργότερα παρόμοια αθλητικά μαγιό φόρεσαν οι κολυμβήτριες στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1912.
Παρ’ όλα αυτά χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν δύο δεκαετίες μέχρι τη στιγμή που ο δήμαρχος του Ατλάντικ Σίτι έκρινε (το 1925) ότι οι γυναίκες μπορούσαν να φορούν «μονοκόμματο μαγιό με φούστα και γυμνά πόδια»…
Αλλά ακόμα και με αυτή τη νέα «χαλαρή» πολιτική, ο δήμαρχος ζήτησε από τις γυναίκες να μην «ξεπεράσουν τη λογική με τις εμφανίσεις τους στην παραλία» ενώ σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα των New York Times, η «αστυνομία της παραλίας» επέβαλε τον ενδυματολογικό κώδικα: άνδρες και γυναίκες «ελεγκτές των μαγιό» μετρούσαν με τη μεζούρα τους το μήκος τους…
Οπότε είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τι έγινε το 1946 όταν έκανε την εμφάνισή του ένα ακόμη πιο σκανδαλώδες ρούχο, αν μπορεί να πει κανείς ρούχο το μπικίνι, το μαγιό των δύο κομματιών που σχεδίασε ο Λουί Ρεάρ, ένας γάλλος μηχανικός αυτοκινήτων. Φυσικά δεν ήταν η πρώτη φορά που οι γυναίκες φόρεσαν μπικίνι.
Στη Villa Romana del Casale, ρωμαϊκή βίλα, μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της Unesco, που χτίστηκε στη Σικελία το πρώτο τέταρτο του 4ου αιώνα μ.Χ., στην «Αίθουσα των δέκα κοριτσιών» υπάρχει ένα εκπληκτικό ψηφιδωτό με νεαρά κορίτσια που αθλούνται σε διάφορα αθλήματα φορώντας μπικίνι. Αυτή είναι η παλαιότερη αναφορά που υπάρχει μέχρι στιγμής.
Τέλος πάντων, σύμφωνα με τη σύζυγο του Ρεάρ, Μισέλ, ο μηχανικός-σχεδιαστής του σύγχρονου μαγιό των δύο κομματιών εμπνεύστηκε το όνομά του από την ατόλη Μπικίνι στα νησιά Μάρσαλ, όπου έγιναν οι πρώτες δοκιμές ατομικής βόμβας.
Με τις εκρήξεις τους παρομοιάστηκε ο ενθουσιασμός που προκάλεσε στον ανδρικό πληθυσμό το νέο μαγιό, όταν το λανσάρισε η Μισελίν Μπερναρντίνι, μια 19χρονη χορεύτρια.
Δεν έγινε όμως αμέσως της μόδας. Ειδικά στην Αμερική, το μπικίνι ήρθε αντιμέτωπο με το βαρόμετρο της ηθικής ενώ σελέμπριτι της εποχής όπως η Μπριζίτ Μπαρντό επιβεβαίωναν την ανυποληψία του…
Οι New York Times έχουν παρακολουθήσει συστηματικά την εξέλιξη των μαγιό. Στα αρχεία της εφημερίδας υπάρχουν προσωπικά δοκίμια που περιγράφουν το τρομερό βάσανο της αγοράς μαγιό, διαφημίσεις ανέμελων γυναικών που ανήγγειλαν εκπτώσεις στις τιμές των μαγιό, ακόμη και απροσδόκητα άρθρα με δηλώσεις κοριτσιών, όπως εκείνης της κοπελίτσας, που λέει ότι αν οι καθηγητές της στο Καθολικό Σχολείο της Νιού Ροσέλ έβλεπαν το κόψιμο του μαγιό της «είναι πιθανό ότι θα τρελαινόντουσαν»…
Τα άρθρα από τα αρχεία της εφημερίδας αντανακλούν τον τρόπο με τον οποίο έχει αλλάξει ο ορισμός του μαγιό μέσα στον χρόνο, ίσως όμως υποδηλώνουν επίσης ότι η επιβίωσή του οφείλεται κυρίως στον ρόλο του ως «οχήματος» για να χαίρεται κανείς τις μικρές απολαύσεις της ζωής: το νερό και τον ήλιο.