Εζησε μόλις 36 χρόνια πάνω σε αυτόν τον πλανήτη.
Τριανταέξι χρόνια που, ωστόσο, ήταν υπεραρκετά προκειμένου να δημιουργήσει τον δικό της μύθο -έναν μύθο που κρατάει μέχρι σήμερα, 58 χρόνια μετά τον θάνατό της και, λογικά, θα κρατήσει άλλα τόσα.
Μια από τις πιο εμβληματικές γυναίκες όλων των εποχών, η ηθοποιός, μοντέλο και τραγουδίστρια Μέριλιν Μονρόε (ή Νόρμα Τζιν Μόρτενσον, όπως ήταν το βαφτιστικό της), γεννήθηκε την 1η Ιουνίου του 1926 στο Γενικό Νοσοκομείο του Λος Άντζελες.
Τα παιδικά της χρόνια ήταν βουτηγμένα, όπως χιλιάδων άλλων παιδιών της εποχής του Μεσοπολέμου, στην μιζέρια και την οικονομική αστάθεια της Μεγάλης Υφεσης της δεκαετίας του 1930 στις ΗΠΑ.
Η Μέριλιν μεγάλωσε χωρίς να γνωρίζει ποιος να έχει γνωρίσει τον πατέρα της, καθώς εκείνος είχε εγκαταλείψει την μητέρα της, Γκλάντις Μπέικερ, για να μετακομίσει στο Σαν Φραντσίσκο.
Το πραγματικό της όνομα ήταν Νόρμα Τζιν Μόρτενσον, το όνομα με το οποίο την δήλωσε η μητέρα της στο ληξιαρχείο, εμπνευσμένο από το όνομα ενός περιστασιακού συντρόφου της, ο οποίος είχε σκοτωθεί σε δυστύχημα.
Η Μπέικερ εργαζόταν ως μοντέρ στα RKO Studios, λόγω όμως σοβαρών ψυχολογικών προβλημάτων, έχασε τη δουλειά της με το που γέννησε την μικρή Νόρμα Τζιν και πέρασε σχεδόν όλο το υπόλοιπο τη ζωή της μπαινοβγαίνοντας σε διάφορα ιδρύματα.
Έτσι, σε ηλικία 9 ετών, το 1935, η Νόρμα Τζιν μπήκε σε ορφανοτροφείο και δύο χρόνια αργότερα δόθηκε για υιοθεσία.
Μεσούντος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1942, στα 16 της μόλις χρόνια, παντρεύτηκε τον 21χρονο τεχνίτη αεροσκαφών Τζέιμς Ντόχερτι -μια κίνηση που έγινε ξεκάθαρα στο πλαίσιο του να ξεκινήσει την δική της οικογένεια και να σταματήσει να πηγαίνει από την μια ανάδοχη οικογένεια στην άλλη.
Ο γάμος τους, όμως, κράτησε μόνο πέντε χρόνια, καθώς χώρισαν το 1946.
Εκείνη ακριβώς την εποχή, η (γεννημένη καστανή) Νόρμα Τζιν είχε ήδη αρχίσει να εργάζεται ως μοντέλο για μαγιό και είχε βάψει τα μαλλιά της ξανθά.
Μέσω των φωτογραφίσεων προσέλκυσε πολλά βλέμματα, μεταξύ αυτών και του προέδρου της κινηματογραφικής RKO Pictures, που της πρότεινε να κάνει ένα δοκιμαστικό.
Ο ατζέντης της, όμως, τη συμβούλεψε να προτιμήσει μία μεγαλύτερη εταιρία, όπως η 20th Century-Fox -ήταν όντως μια κίνηση που αποδείχτηκε σοφή.
Με το που μπήκε στα Fox Studios, γνώρισε τον Μπέν Λάιον, επικεφαλής νέων ταλέντων στην εταιρεία, ο οποίος αφού την επέλεξε, της είπε: «Για μένα, δεν είστε μια Νόρμα Τζιν. Για μένα, είστε μια Μέριλιν».
Η Νόρμα Τζιν στη συνέχεια τον ρώτησε αν μπορούσε να χρησιμοποιήσει, για καλλιτεχνικό της όνομα, το επώνυμο της γιαγιάς της.
Και κάπως έτσι δημιουργήθηκε η Μέριλιν Μονρόε.
Το πρώτο συμβόλαιο που υπέγραψε της απέφερε 125 δολάρια την εβδομάδα, ποσό στο οποίο προστέθηκαν άλλα 25 δολάρια, όταν ανανέωσε τη συμφωνία, έξι μήνες αργότερα.
Έκανε το ντεμπούτο της στη μεγάλη οθόνη το 1947, με ένα μικρό ρόλο στην ταινία «The Shocking Miss Pilgrim» και την αμέσως επόμενη χρονιά τής δόθηκε ένας καλύτερος ρόλος στο φιλμ «Dangerous Years».
Ωστόσο, η Fox αρνήθηκε να της ανανεώσει το συμβόλαιο κι έτσι η Μονρόε επέστρεψε στο μόντελινγκ, ξεκινώντας παράλληλα κανονικά μαθήματα υποκριτικής.
Λίγους μήνες αργότερα, η Columbia Pictures την επέλεξε για το ρόλο της Πέγκι Μάρτιν στο «Ladies of the Chorus» (1948), όπου ερμήνευσε δύο τραγούδια.
Αν και οι κριτικές ήταν αρκετά καλές για την ερμηνεία της, η ταινία δεν τα πήγε εξίσου καλά, και η Columbia την απέρριψε.
Έτσι, επέστρεψε και πάλι στο μόντελινγκ, προσδοκώντας πως εκεί ίσως και να μπορούσε να κάνει καριέρα.
Το πάλεψε για σχεδόν πέντε χρόνια, μέχρι το 1953: το έτος που θα αποδεικνυόταν το προσωπικό της Year Zero, καθώς όχι μόνο έκανε την (διάσημη πλέον) φωτογράφιση για το περιοδικό Playboy που έδωσε ώθηση στην καριέρα της, αλλά συμμετείχε και σε τρεις ταινίες, η μία καλύτερη από την άλλη.
“Πώς να παντρευτείτε έναν εκατομμυριούχο”, “Οι άντρες προτιμούν τις ξανθές” και “Nιαγάρας”.
Και οι τρεις ταινίες αποδείχτηκαν εισπρακτικές επιτυχίες.
Και στις τρεις ταινίες αναδείχθηκε (και) το υποκριτικό της ταλέντο.
Και στις τρεις ταινίες αποδείχθηκε πως ήταν το νέο σύμβολο του σεξ που περίμενε η Αμερική -και όλη η υφήλιος.
Ειδικά η ταινία “How to Marry a Millionaire” έμεινε στην ιστορία και για έναν ακόμη λόγο, καθώς εδώ είναι που η Μονρόε ερμηνεύει το, κλασικό πλέον, “Diamonds Are A Girl’s Best Friend”.
Τα χρόνια που ακολούθησαν, κατάφερε να φτιάξει όχι μόνο την ηθοποιό, αλλά και την γυναίκα Μέριλιν.
Γνώρισε τον αστέρα του μπέιζμπολ Τζο ΝτιΜάτζιο, με τον οποίο παντρεύτηκε στις 14 Ιανουαρίου του 1954.
Την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε στο «There’s No Business Like Show Business» και ακολούθησε το «The Seven Year Itch» (Επτά Χρόνια Φαγούρα), μία ταινία που ανέδειξε το ταλέντο της στην κωμωδία και περιείχε μία από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές στην ιστορία του κινηματογράφου: τη Μέριλιν Μονρόε να στέκεται πάνω σε μία σχάρα, με τον αέρα να ανασηκώνει το λευκό φόρεμά της.
Οι πρώτοι τριγμοί στο λαμπερό οικοδόμημα της Μέριλιν φάνηκαν λίγο μετά, όταν έπειτα από εννέα μήνες έγγαμου βίου, στα τέλη του ’54, η Μέριλιν ανακοίνωσε το διαζύγιό της με τον ΝτιΜάτζιο.
Την επόμενη χρονιά η Fox διέκοψε τη συνεργασία μαζί της, εξαιτίας της αντιεπαγγελματικής συμπεριφοράς της: η «πανοπλία» της Μονρόε δεν ήταν πλέον αστραφτερή όπως νόμιζαν πολλοί.
Και όντως, η Μέριλιν είχε αρχίσει να επιδεικνύει μια αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά: αργούσε μονίμως στα γυρίσματα ή δεν εμφανιζόταν καθόλου, επικαλούμενη πραγματικές ή φανταστικές ασθένειες, και ήταν απρόθυμη να συνεργαστεί με τους παραγωγούς, τους σκηνοθέτες και τους συναδέλφους της ηθοποιούς.
Το 1956 έπαιξε στην ταινία «Bus Stop» (Στάση Λεωφορείου) και την ίδια χρονιά παντρεύτηκε τον θεατρικό συγγραφέα Άρθουρ Μίλερ, ένας γάμος που κράτησε τέσσερα χρόνια.
Το 1957 ταξίδεψε στη Μ. Βρετανία για τα γυρίσματα τις ταινίας «The Prince and the Showgirl» (Ο Πρίγκιπας και η Χορεύτρια), που αποτέλεσε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία, αν και οι κριτικές δεν ήταν και τόσο καλές.
Έπειτα από ένα χρόνο απουσίας, επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη του 1959 με την απολαυστική κωμωδία «Some Like It Hot» (Μερικοί το προτιμούν καυτό), με τον Τόνι Κέρτις και τον Τζακ Λέμον.
Ηταν η τελευταία σπουδαία της εμφάνιση στο σινεμά, καθώς το μέλλον έκρυβε άλλα για την Νόρμα Τζιν.
Το 1962 η Fox την επέλεξε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο «Something’s Got to Give», όμως η ταινία είχε διάφορα προβλήματα λόγω της συνεχιζόμενης ασυνέπειάς της.
Η εταιρεία με συνοπτικέες διαδικασίες αποφάσισε να διακόψει τη συνεργασία μαζί της και να μην της δώσει άλλη ευκαιρία.
Η Μέριλιν, ψυχικά καταρρακωμένη πλέον, απομονώθηκε στο σπίτι της στο Λος Άντζελες.
Στις 5 Αυγούστου του 1962 η οικονόμος της τη βρήκε να κείτεται γυμνή στο κρεβάτι της με ένα άδειο μπουκάλι από υπνωτικά χάπια «Nembutal» στο πλευρό της.
Ο τοπικός ιατροδικαστής, που κλήθηκε για να γνωματεύσει επί των συνθηκών του θανάτου της, απεφάνθη ότι επρόκειτο πιθανότατα για αυτοκτονία.
Ο φημολογούμενος ερωτικός δεσμός της, όμως, με τον αμερικανό πρόεδρο Τζον Κένεντι και οι αντιδράσεις από το περιβάλλον του προέδρου κάνουν πολλούς, ακόμα και σήμερα, να πιστεύουν ότι ο φάκελος «Μέριλιν» δεν έπρεπε να κλείσει με την ένδειξη «αυτοκτονία».
Κάποιοι είπαν ότι η Μονρόε δεν είχε καμία πρόθεση να αυτοκτονήσει, αλλά πήρε κατά λάθος μια υπερβολική δόση υπνωτικών.
Ακόμα περισσότεροι υποστήριξαν ότι ένα τρίτο πρόσωπο της χορήγησε τη μοιραία δόση.
Ποτέ, ωστόσο, δεν αποδείχθηκε κανείς από τους ανωτέρω ισχυρισμούς.