Παρότι είναι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ, πλέον όχι μόνο διαφωνούν αλλά σχεδόν μισούνται. Οι διαφορές που τους χωρίζουν είναι πολλές και γνωστές πλέον, καταρχάς στη διεθνή σκηνή. Ο Εμανουέλ Μακρόν δεν βλέπει με καθόλου καλό μάτι την τουρκική επιθετικότητα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο ούτε την απροκάλυπτη εμπλοκή της Αγκυρας στις συρράξεις της Συρίας, της Λιβύης και του Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Πλέον, όμως, οι δύο ηγέτες διαφωνούν ριζικά και σε ιδεολογικό επίπεδο, με τον Ερντογάν να εμφανίζεται ως αυτόκλητος «προστάτης» του Ισλάμ στη Γαλλία και την υπόλοιπη Ευρώπη ενώ ο Μακρόν ορκίζεται πως θα συνεχίσει να πολεμά τον ισλαμικό φονταμενταλισμό και να προασπίζεται την ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης στην πατρίδα του.
Στόχος του γάλλου προέδρου είναι, σύμφωνα με τα δικά του λόγια, η δημιουργία στη Γαλλία ενός «πεφωτισμένου Ισλάμ» και ο τερματισμός «των επαναλαμβανόμενων αποκλίσεων από τις ρεπουμπλικανικές αξίες», αποκλίσεις οι οποίες συχνά οδηγούν στη δημιουργία μιας «αντι-κοινωνίας».
Την Δευτέρα, ωστόσο, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αφού ανέφερε πως ο Εμανουέλ Μακρόν χρήζει ψυχιατρικής βοήθειας, δεν δίστασε να χαρακτηρίσει συγκεκριμένους ευρωπαίους ηγέτες «πραγματικούς φασίστες» που υιοθετούν πρακτικές αντίστοιχες με εκείνες των Ναζί κατά των μουσουλμάνων στις χώρες τους. Και μετά κάλεσε τους ομοθρήσκους του επί της Γης να μποϊκοτάρουν τα γαλλικά προϊόντα.
Λαμβάνοντας υπόψη την άκρως επιθετική και υπεροπτική στάση του «νέου σουλτάνου» της Τουρκίας, συμπεραίνεται πως οι σχέσεις μεταξύ των δύο θα ενταθούν περαιτέρω. Ενδέχεται, ωστόσο, αμφότεροι να επωφελούνται εμμέσως από την πρωτοφανή σύγκρουσή τους γιατί αμφότεροι αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις στις πατρίδες τους.
«Αυτή είναι μια ονειρική μάχη και για τους δύο. Εχουν βρει ο ένας στο πρόσωπο του άλλου τον ιδανικό αντίπαλο. Αυτός ο καυγάς είναι με έναν περίεργο τρόπο επωφελής και για τους δύο, τόσο στο εσωτερικό και όσον αφορά την επιρροή που αποπειρώνται να ασκήσουν στο εξωτερικό», εξήγησε στην Washington Post, η τουρκάλα δημοσιογράφος και συνεργάτιδα του European Council on Foreign Relations Ασλί Αïντιντασμπάς.
Το κύριο πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει στη πατρίδα του ο Ερντογάν είναι η τραγική κατάσταση της οικονομίας. Την ημέρα που εξαπέλυσε την πρωτοφανή επίθεσή του κατά της Γαλλίας και της Ευρώπης, η τουρκική λίρα βυθίστηκε σε ιστορικό χαμηλό έναντι του δολαρίου – περισσότερες από οκτώ λίρες ανά δολάριο – ενώ, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Goldman Sachs, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 18 μηνών οι τουρκικές αρχές δαπάνησαν περί τα 134 δισεκατομμύρια για να στηρίξουν το νόμισμά τους.
Οπότε, ο τούρκος ηγέτης επιδιώκει να εκμεταλλευτεί την ολοένα αυξανόμενη επιθετικότητα που επιδεικνύει προς την Ελλάδα, την Κύπρο και την Αρμενία, χωρίς να ξεχνάμε τη Συρία και τη Λιβύη, βάλλοντας, συγχρόνως, κατά της Γαλλίας και της Δύσης, για να τονώσει τα εθνικιστικά αντανακλαστικά των τούρκων πολιτών, μήπως και ξεχάσουν τα δεινά της οικονομίας τους.
«Ανεξάρτητα από το πόσο ενοχλημένη είναι η Δύση με τις τακτικές εκφοβισμού του Ερντογάν, οι δυτικές χώρες δεν μπόρεσαν να συνθέσουν μια ουσιαστική απάντηση που θα τον ανάγκαζε να αλλάξει τη στάση του. Οπότε δεν βρίσκει κανέναν λόγο για να αλλάξει πορεία. Οσο διακρίνει ευκαιρίες να επιδείξει τα εθνικιστικά και ισλαμικά διαπιστευτήριά του και να τονώσει την εθνική υπερηφάνεια, δεν πρόκειται να συμμορφωθεί», ανέφερε στην αμερικανική εφημερίδα η Γκονούλ Τολ, επικεφαλής μελετών για την Τουρκία στο Middle East Institute.
Οσον αφορά τον Εμανουέλ Μακρόν και τα δικά του εσωτερικά προβλήματα, κήρυξε πόλεμο κατά του ριζοσπαστικού Ισλάμ, όχι μόνον για να προασπιστεί τις γαλλικές αξίες αλλά και για να περιορίσει την επιρροή της ξενοφοβικής ακροδεξιάς στην πατρίδα του.
Συγχρόνως, ορθώνοντας το ανάστημά του στον Ερντογάν, επιδιώκει να αναδειχθεί ως ο κατεξοχήν υποστηρικτής των κοινών ευρωπαϊκών αξιών και συμφερόντων στη διεθνή σκηνή, συσπειρώνοντας γύρω του όλους τους ευρωπαίους ηγέτες που διάκεινται εχθρικά απέναντι στον Ερντογάν.
Ο Ερντογάν μπορεί να μοιράζει τσάγια στους συμπολίτες του που είναι επί μήνες άνεργοι και δεν έχουν χρήματα ούτε για τα άκρως απαραίτητα, αλλά η οικονομία παραπαίει ενώ κάποια στιγμή θα κληθεί να αντιμετωπίσει και τις όποιες συνέπειες της στάσης του στην ευρύτερη γειτονιά της Τουρκίας, δεδομένου ότι έχει σχεδόν απομονωθεί βάλλοντας κατά πάντων.
Ο Μακρόν από την πλευρά του, «αντί να αντιμετωπίσει την αποξένωση των γάλλων μουσουλμάνων, ειδικά στα περιαστικά γκέτο, η οποία σύμφωνα με τους ειδικούς καθιστά πολλούς επιρρεπείς στην ριζοσπαστικοποίηση και τη βία, επιδιώκει να επηρεάσει την άσκηση μιας θρησκείας 1400 ετών με δύο δισεκατομμύρια ειρηνικούς πιστούς, συμπεριλαμβανομένων δεκάδων εκατομμυρίων στη Δύση. Πρόκειται για μια περίεργη απάντηση στο πρόβλημα», επισήμανε ο Τζέιμς Μακόλεï, ανταποκριτής της Washington Post στο Παρίσι.
Πάντως σύμφωνα με τον Φιλίπ Ζελί, αναπληρωτή διευθυντή σύνταξης της γαλλικής κεντροδεξιάς εφημερίδας Le Figaro, ο πρόεδρος της Γαλλίας ορθώς εναντιώνεται στον Ερντογάν και τον μουσουλμανικό φονταμενταλισμό.
Σχολιάζοντας το μποϊκοτάζ που κήρυξε η Τουρκία (αλλά και το Κατάρ και το Κουβέιτ) στα γαλλικά προϊόντα ο γάλλος δημοσιογράφος επισημαίνει σε κεντρικό κείμενο της εφημερίδας του πως «αυτή αντιστροφή της ενοχής, μετά την αποτρόπαια και τρομοκρατική δολοφονία του καθηγητή Σαμουέλ Πατί – την οποία ο Ερντογάν δείχνει να εγκρίνει με τη σιωπή του – αποκαλύπτει περισσότερα για αυτούς παρά για εμάς».
Απέναντι στους φονταμενταλιστές ισλαμιστές «οι Δυτικές δημοκρατίες πρέπει να συσπειρωθούν ούτως ώστε να υπερασπιστούν τις αξίες τους, καθώς καμία δημοκρατία δεν μπορεί να αισθάνεται ασφαλής. Όταν καίγεται η τρίχρωμη μπλε, λευκή και κόκκινη σημαία, δεν καίγεται η σημαία της Γαλλίας αλλά της ελευθερίας», καταλήγει ο Ζελί.