Συμβαίνει και στους πιο τυπικούς: ελέγχουμε τα e-mails μας το πρωί, απαντάμε στα επείγοντα, αφήνουμε μερικά για το απόγευμα, πληθαίνουν, φτάνει το τέλος της ημέρας, της εβδομάδας, του μήνα και τα αδιάβαστα ξεπερνούν τα 100.
Μέχρι που αποφασίζουμε να απαντήσουμε σε όλα, κυρίως από ενοχές. Οσο περισσότερα τα e-mails, τόσο μεγαλώνουν οι ενοχές, τόσα περισσότερα «συγγνώμη για την καθυστερημένη απάντηση» πληκτρολογούμε σχεδόν αυτόματα. Αλλά το χρέος μας συνεχίζει να αυξάνεται. Ενα ηλεκτρονικό μαρτύριο του Σισύφου, από το οποίο η μόνη απόδραση είναι η διαγραφή του χρέους – σας θυμίζει κάτι;
Η Τζόσελιν Γκλι, συγγραφέας, έγραψε πρόσφατα στο Quartz μια άκρως ενδιαφέρουσα ανάλυση για το ζήτημα των e-mails που συσσωρεύονται αδιάβαστα – και τα περισσότερα από αυτά μοιραία μένουν για πάντα δίχως απάντηση. Ξεκινά το κείμενό της με ένα ξεκαρδιστικό tweet: «Eνήλικη ζωή είναι να γράφουμε ο ένας στο άλλον συνεχώς ‘συγγνώμη για την καθυστερημένη απάντηση’ μέσω e-mail, μέχρι ένας από τους δύο να πεθάνει».
Η Γκλι, λοιπόν, πιστεύει ότι μοναδικός τρόπος να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα είναι να διαχειριστούμε την ηλεκτρονική μας αλληλογραφία σαν την κανονική, σαν να πρόκειται δηλαδή για φακέλους στο γραμματοκιβώτιο του σπιτιού. Αν επιστρέφαμε στο σπίτι και βρίσκαμε 200 επιστολές, θα απαντούσαμε σε όλες;
Το πρόβλημα, κατά την ίδια, ξεκινά από τον άγραφο αλλά υπαρκτό «κανόνα της αμοιβαιότητας», που χαρακτηρίζει όλες μας τις κοινωνικές επαφές. Οταν κάποιος μας συμπεριφέρεται με ωραίο τρόπο, συνήθως θέλουμε να ανταποδώσουμε. Αν μας προσφέρει κάτι, θέλουμε να αντιπροσφέρουμε ακόμα κι αν -και εδώ βρίσκεται το κρίσιμο σημείο- στην ουσία δεν χρειαζόμαστε αυτό που μας προσέφερε.
Ενα αλλόκοτο πείραμα του κοινωνιολόγου Φίλιπ Κουντζ, κατά τη δεκαετία του 1970, έδειξε την ισχύ αυτού του κανόνα. Εγραψε εκατοντάδες ευχετήριες χριστουγεννιάτικες κάρτες, κάποιες με ιδιόχειρα σημειώματα, άλλες με φωτογραφίες της οικογένειάς του, και τις έστειλε σε 600 αγνώστους παραλήπτες. Οι περισσότεροι απάντησαν στέλνοντας ως και ολόκληρες σελίδες με πληροφορίες για τη ζωή τους, φωτογραφίες και οικογενειακές ιστορίες. Ο Κουντζ έλαβε, συνολικά, πάνω από 200 απαντήσεις! Μάλιστα, αρκετοί από αυτούς συνέχισαν να του στέλνουν κάρτες για τα επόμενα 15 χρόνια!
Θα απαντούσαμε σήμερα σε μια κάρτα αγνώστου; Δύσκολα. Απαντάμε όμως καθημερινά σε κάμποσα e-mails ανθρώπων που δεν γνωρίζουμε καν, γιατί αυτό επιτάσσουν οι στοιχειώδεις κανόνες ευγένειας. Είναι, ωστόσο, λογικό να απαντάμε σε κάθε e-mail που λαμβάνουμε;
Τα στοιχεία επικοινωνίας του καθενός μας, το προσωπικό mail εν προκειμένω, είναι πλέον προσβάσιμα με πολύ εύκολο τρόπο. Αυτή η ευκολία στην πρόσβαση δημιουργεί αυτομάτως ανισορροπία ανάμεσα στα μηνύματα που λαμβάνουμε και σε εκείνα που πράγματι μπορούμε να διαχειριστούμε και να απαντήσουμε. Είναι σχεδόν βέβαιο πως τα μισά από αυτά δεν μας είναι χρήσιμα. Η τεχνολογική πρόοδος, λοιπόν, δεν πρέπει να συμβαδίζει με τον κανόνα της αμοιβαιότητας.
Για όσους κρατούν τους τύπους το ζήτημα είναι πιο περίπλοκο. Εδώ τίθενται δύο ερωτήματα: Το e-mail που λαμβάνουμε ζητάει κάτι συγκεκριμένο; Αν ναι, έχει καλώς. Αν όμως κάνει λόγο για «πιθανές συνεργασίες», «ανταλλαγή ιδεών» και άλλα τέτοια ασαφή, είναι οπωσδήποτε κολακευτικό αλλά πρέπει να ζητήσουμε διευκρινίσεις. Δεύτερον, σέβεται τον χρόνο μας; Αν είναι ένα μήνυμα που απευθύνεται προσωπικά σε εμάς, που μας έχει αναζητήσει για συγκεκριμένο σκοπό, τότε αξίζει την προσοχή μας. Για όλα τα υπόλοιπα ένα «όχι, ευχαριστώ» είναι αρκετό.
Θυμηθείτε, καταλήγει η Γκλι: «Σκοπός της δουλειάς μας είναι να αφήσουμε παρακαταθήκη, όχι μόνο να μένουμε απασχολημένοι απαντώντας σε e-mails».