Το να παραιτείσαι δύο φορές είναι πολύ. Και το έχει κάνει ο Ντάνιελ Ντέι-Λιούις. Η πρώτη φορά όπως θυμηθήκαμε ξανά ήταν το 1997. Είχε ήδη το Οσκαρ για το «Αριστερό μου πόδι» (1989). Εμείς ήδη τον είχαμε γνωρίσει από το «Ωραίο μου πλυντήριο» (1985), το «Δωμάτιο με θέα» (1985) και την «Αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι» (1987).
Τέσσερεις ταινίες πολύ ιδιαίτερες για έναν ηθοποιό πάρα πολύ ιδιαίτερο. Ομορφος, με τον δικό του τρόπο. Γιος διάσημου ποιητή, του Σεσίλ Ντέι-Λιούις, ο οποίος το 1968 χρίστηκε Ποιητής του Ηνωμένου Βασιλείου. Ταλαντούχος. Πολύ ταλαντούχος. Και πάρα πολύ εμμονικός με τους ρόλους του. Καλλιτέχνης, δηλαδή, αληθινός.
Αυτός ο άνθρωπος λοιπόν, το 1997 είπε πως αποσύρεται για να ασχοληθεί με την ξυλουργική. Και μετά πήγε στη Φλωρεντία να μάθει να φτιάχνει χειροποίητα παπούτσια… Αυτό το έκανε κι ο Τολστόι, παρεμπιπτόντως, σε όλη του τη ζωή, ανάμεσα στα γραψίματα. Εφτιαχνε παπούτσια (μποτάκια) σαν τσαγκάρης, σ΄ένα μικρό δωμάτιο που επικοινωνούσε με το ευρύχωρο γραφείο, στο αρχοντικό του στη Μόσχα.
Σχετικά με τον Ντέι-Λιούις, πάντως, θέλω να προσθέσω ένα ακόμη στοιχείο, που θυμάμαι από τις δεκαετίες 1980 και 1990. Τα έφτιαχνε με διάφορες σταρ για λίγο. Εβγαινε ας πούμε διαδοχικά με τη Μαντόνα, τη Γουινόνα Ράιντερ, τη Τζούλια Ρόμπερτς και επίσης τα έφτιαξε με τη Σινέιντ Ο’Κόνορ (η ιρλανδή τραγουδίστρια με τη φωνάρα και το ξυρισμένο κεφάλι). Όταν την εγκατέλειψε το 1989, για να τα φτιάξει με την Ιζαμπέλ Αντζανί, εκείνη έκανε απόπειρα αυτοκτονίας. Μετά για να χωρίσει από την Ιζαμπέλ Αντζανί το 1995 της έστειλε (λένε) φαξ. Στο μεταξύ αφότου χώρισαν έκαναν και παιδί… Πολλή βαβούρα. Λέω τώρα…
Στη δουλειά τελικά τον επανέφερε το 2003 ο Μάρτιν Σκορτσέζε, με τον ρόλο του Χασάπη στις «Συμμορίες της Νέας Υόρκης». Το δεύτερο Οσκαρ ήρθε τέσσερα χρόνια αργότερα, το 2007 με το αριστούργημα του Πολ Τόμας Αντερσον «Θα χυθεί αίμα». Το τρίτο ήρθε για τον ρόλο του Λίνκολν, το 2012, με σκηνοθέτη τον Στίβεν Σπίλμπεργκ στην ομώνυμη ταινία.
Η ανακοίνωση για τη δεύτερη απoχώρηση ήταν λιτή και στεγνή. Όπως αρμόζει σε έναν σοβαρό καλλιτέχνη. «Για προσωπικούς λόγους. Δεν θα υπάρξει άλλη ανακοίνωση», ανέγραφε. Αλλά έχουμε ακόμη μία ταινία να περιμένουμε από αυτόν τον φοβερό τύπο: το «Phantom Thread», πάλι του Πολ Τόμας Αντερσον! Με κεντρικό ήρωα έναν μόδιστρο που ντύνει τη βρετανική αριστοκρατία και το παλάτι τη δεκαετία του 1950. Κι αν ο Ντέι-Λιούις πάρει τέταρτο Οσκαρ; Αν δηλαδή σπάσει το δικό του ρεκόρ των τριών στην ιστορία του θεσμού;
Το θέμα είναι πάντως πως οι άνδρες ηθοποιοί άμα θέλουν, μπορούν και παραιτούνται. Λένε «φεύγω, γεια». Τις γυναίκες, αν πλασαριστούν ως «ωραίες», τις «φεύγει» το σύστημα. Περνάνε τα χρόνια, βγαίνουν άλλες νεότερες και οι σαραντάρες πλακώνουν τα μπότοξ, παραμορφώνονται από τον πανικό των γηρατειών και σιγά σιγά καταδύονται στα αζήτητα.
Μια σημερινή εξαίρεση είναι η Νικόλ Κίντμαν, όπως φάνηκε φέτος στις Κάννες, η οποία προσπαθεί να λανσάρει νέα κάπως πιο εναλλακτική εικόνα – βεβαίως την παραμόρφωση των αισθητικών επεμβάσεων δεν τη γλύτωσε…
Η Μέριλ Στριπ επίσης είναι μια περιπτωσάρα, αλλά εκείνη δεν πλασαρίστηκε ως «ωραία». Ηταν πάντα η ταλαντούχα των δραμάτων. Και τώρα, που πέρασαν τα χρόνια το έριξε στις κωμωδίες και χαίρεσαι να τη βλέπεις!
Μία γυναίκα που παραιτήθηκε ήταν η Γκρέτα Γκάρμπο. Στα 36 της είπε «Με κούρασε το Χόλιγουντ», άρχισε να απορρίπτει όλα τα σενάρια, το ένα μετά το άλλο και έκοψε μαχαίρι και τις δημόσιες εμφανίσεις.
Υπάρχει όμως και η περίπτωση της Μπέτι Ντέιβις. Η οποία με χιούμορ, τόλμη, νεύρα και μαύρη απελπισία (ως μία μοναδική ηθοποιός που δεν ήξερε πώς είναι να ζεις τη ζωή χωρίς ρόλους), έγραψε, τη μνημειώδη εκείνη αγγελία: «Μητέρα τριών παιδιών 10, 11 και 15 ετών, διαζευγμένη, αμερικανίδα, με τριάντα χρόνια εμπειρίας ως κινηματογραφική ηθοποιός, πολύπλευρη και πιο καταδεκτική απ΄όσο λένε, ζητεί μόνιμη απασχόληση στο Χόλιγουντ». Αυτή την αγγελία τη δημοσίευσε, σε ηλικία 50 ετών, μετά την καταπληκτική ερμηνεία της στο «Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν;» (1962).
Ο Κάρι Γκραντ αντίθετα, στα 62 του, χαλαρός όπως πάντα, είπε «Κόβω τις ταινίες και αφοσιώνομαι στην κόρη μου». Πράγματι τις έκοψε. Αλλά έγινε μέλος διαφόρων χολιγουντιανών επιτροπών, πληρωνόταν με παχυλούς μισθούς, εξασφάλιζε πάντα αεροπλάνα και αυτοκίνητα για να επισκέπτεται την κόρη του όταν βρισκόταν για δουλειές εκτός Χόλιγουντ και όλα καλά. Και όταν, πολύ γέρος πια, θέλησε να ξαναπαίξει, το έκανε live, σε μορφή παρλάτας-συνομιλίας με τον εαυτό του.
Άλλος ένας άνδρας που συνταξιοδοτήθηκε μέσα σ΄αυτή τη δεκαετία που διανύουμε είναι Τζακ Νίκολσον, το 2013. Σε ηλικία 76 ετών. Το έκανε επειδή έχασε το κίνητρό του, όπως δήλωσε τότε, και επειδή δυσκολευόταν να θυμηθεί και τα λόγια των ρόλων του. Τελικά είπε να ξαναπαίξει όμως σε μία ταινία – είδε το γερμανικό «Τόνι Ερντμαν» (2016), δήλωσε στα στούντιο ότι θα τον ενδιέφερε, και όλα τα υπόλοιπα στρώθηκαν με δάφνες και ενθουσιασμό. Τα γυρίσματα αρχίζουν…
Ο Σον Κόνερι, επίσης, παραιτήθηκε επισήμως το 2016 στα 76 του, όταν έλαβε το Βραβείο Συνολικής Προσφοράς από το Ινστιτούτο Αμερικανικού Κινηματογράφου. Την επόμενη χρονιά, το 2017, διέψευσε τις φήμες ότι θα εμφανιζόταν στο επικείμενο «Ιντιάνα Τζόουνς» με το σχόλιο: «Η σύνταξη είναι τόσο διασκεδαστικό πράγμα!». Ο Κόνερι, τώρα, για να μη βαριέται αλλά και να μην κουράζεται κάνει εκφωνήσεις.
Αραγε η Μπριζίτ Μπαρντό, που σταφιδιάζει παρέα με τα ζώα και την υποστήριξή της στην οικογένεια Λεπέν διασκεδάζει τόσο πολύ την σύνταξη στην οποία έχει βγει από το 1973, λίγο προτού γιορτάσει τα 39 της; Μετά από 40 ταινίες και ένα σωρό μουσικά άλμπουμ, κυρίως με τον Σερζ Γκενσμπούρ; Αλλά πάλι ποιος θα πήγαινε στο σινεμά σήμερα για να δει τη Μπριζίτ Μπαρντό;
Ο Χοακίν Φίνιξ, πάντως, όταν βγήκε το 2008, σε ηλικία 34 ετών και είπε «Τέρμα η ταινίες θα αφοσιωθώ στη ραπ», προκάλεσε και σοκ και ταραχή. Για απολύτως λογικούς λόγους. Ηθοποιοί σαν κι αυτόν, με τέτοιο χάρισμα και δυνατότητες, πρέπει να παίζουν για πάντα. Μπορεί, βεβαίως, μερικές φορές να είναι αυτοκαταστροφικοί ή άτυχοι και να πεθαίνουν νέοι. Αλλά άλλο να πεθάνεις κι άλλο να πεις «θα παίζω ραπ»… όταν είσαι ο Χοακίν Φίνιξ.
Τελικά, φυσικά, δεν το γύρισε στη ραπ τότε ο Φίνιξ. Ευτυχώς, διότι η ζωή του επιφύλασσε έναν εκπληκτικό ρόλο: τον ντετέκτιβ Ντον Σπορτέλο στο «Εμφυτο ελάττωμα» (2014) του Πολ Τόμας Αντερσον, το οποίο βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Τόμας Πίντσον. Όλα τα περί ραπ ήταν μέρος κρυφών γυρισμάτων για ένα ντοκιμαντέρ που έκανε με σκηνοθέτη τον Κέισι Αφλεκ με τίτλο «I am still here» (=Είμαι ακόμα εδώ).
Υ.Γ. Η Γκρέις Κέλι είναι μια διαφορετική περίπτωση απόσυρσης. Αναγκαστικής, λόγω επιλογής συζύγου. Ένα Οσκαρ το είχε ήδη, από τη «Χωριατοπούλα» (1954). Δύο χρόνια μετά όμως, το 1956, παντρεύτηκε τον πρίγκιπα Ρενιέ του Μονακό και τέλος το σινεμά. Τότε ήταν 26 ετών.