Οσο κι αν σας φανεί παράξενο έχω βρεθεί στην Ταϊτή. Μη ρωτάτε πώς, μπήκα σε ένα αεροπλάνο (σε 4 για να είναι ακριβέστερη και σε ένα βαρκάκι) και έφτασα. Ηταν το καλοκαίρι των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας. Συγκεκριμένα ο προορισμός μου ήταν το νησάκι Μπόρα Μπόρα.
Δεν είναι αυτό που φαντάζεστε το ταξίδι στη Μπόρα Μπόρα. Δεν αξίζει τον κόπο. Πάρα πολλές ώρες διαδρομή (πάνω από 20) και φτάνεις εκεί και… βρέχει. Αλήθεια σας λέω. Αυτό μου συνέβη, μέσα στο βαρκάκι που με πήγαινε από το αεροδρόμιο στο ξενοδοχείο.
Επίσης οι παραλίες, είναι μεν όπως φαίνονται στις φωτογραφίες, αλλά δεν μπορείς να κολυμπήσεις, διότι αυτό που φαίνεται σαν λευκή άμμος είναι λευκό κοράλλι, που σου καταματώνει τα πόδια. Φάτε μάτια ψάρια, δηλαδή, στην κυριολεξία.
Αυτό που τελικά έκανα στη Μπόρα Μπόρα και με διασκέδαζε περισσότερο απ΄όλα ήταν ότι κάθε πρωί, στις 5.30 (ξυπνούσαμε από τις 4.30 λόγω διαφοράς ώρας), νοίκιαζα ποδήλατο και έκανα τον γύρο του νησιού για να δω την ανατολή και να μυρίσω τα λουλούδια.
Διότι πέρα από τις παραλίες, η Ταϊτή γενικότερα έχει απίθανη βλάστηση (και πολλή υγρασία). Το πιο δημοφιλές φυτό λοιπόν στη χώρα αυτή με τα πολλά νησάκια είναι το μονόι. Ενας θάμνος με σκουροπράσινα φύλλα που μοιάζουν με αυτά της γαρδένιας, και με λευκά λουλουδάκια (σαν μεγάλα γιασεμιά) που σου σπάνε τη μύτη. Υπέροχη μυρωδιά.
Τα λουλουδάκια μονόι, οι ντόπιες τα φοράνε σαν στολίδια (κολιέ ή στα μαλλιά) και τα χρησιμοποιούν σαν ντεσέν στα υφάσματα με τα οποία ράβουν τα στράπλες φορέματά τους. Ολες φοράνε στράπλες φορέματα!
Επίσης, το έλαιο από μονόι το χρησιμοποιούν σαν καλλυντικό λάδι. Για τα μαλλιά, για το πρόσωπο, για το σώμα – φανταστείτε, αυτό είναι το ανάλογο δικό μας ελαιόλαδο, όπως το χρησιμοποιούσαν κάποτε για καλλωπισμό και περιποίηση οι Ελληνίδες. Μόνο που δεν τρώγεται.
Αυτό το λάδι λοιπόν, στην Ταϊτή το πουλάνε παντού – και οι μάρκες που θυμάμαι από εκείνο το ταξίδι είναι δύο: Hei Poa και Monoi Tiki Tahiti. Αμφότερες σήμερα υπάρχουν στην Ελλάδα. Εγώ από το παζάρι στην πρωτεύουσα της Ταϊτής, την Παπέτε, είχα αγοράσει τη δεύτερη. Όχι ότι έχει διαφορά από την πρώτη, διότι την αγόρασα κι εκείνη, λίγα χρόνια αργότερα στην Αθήνα. Πλέον και οι δύο μάρκες έχουν αντικαταστήσει τα αντηλιακά που ξέραμε και χρησιμοποιούσαμε τις τελευταίες δεκαετίες: τα Copertone, τα Piz Buin, τα Hawaian Tropic κτλ, αλλά και τα πιο ακριβά και πολυτελείας.
Είναι εκπληκτικό πώς ένα τόσο τοπικό και τόσο μακρινό προϊόν μπορεί να γίνει τόσο δημοφιλές, σε μία χώρα η οποία έχει ούτως ή άλλως τα δικά της υπέροχα αρώματα (και δεν τα εκμεταλλεύεται).
Πάντως τελικά αυτό το αρωματικό λάδι μονόι μου αρέσει να το μυρίζω ακόμα. Γιατί μου θυμίζει εκείνες τις ωραίες πρωινές βόλτες με το ποδήλατο αλλά επίσης δεν με αφήνει να ξεχάσω ότι το πιο όμορφο μέρος στον κόσμο για καλοκαιρινές βουτιές είναι οι ελληνικές θάλασσες.