Υστερα από σχεδόν τέσσερα χρόνια στο τιμόνι του οίκου Dior, ο Βέλγος σχεδιαστής Ραφ Σίμονς αποφάσισε να παραιτηθεί, έχοντας όμως καταφέρει να στρέψει τον θρυλικό γαλλικό οίκο σε μια πιο μοντέρνα κατεύθυνση και να αυξήσει τις πωλήσεις τον τελευταίο χρόνο -σε μια εποχή που ο κλάδος των προϊόντων πολυτελείας σημειώνει πτώση. O Σίμονς, ανέλαβε καθήκοντα καλλιτεχνικού διευθυντή το 2012, λίγο μετά την απόλυση του Γκαλιάνο για το μεθυσμένο αντισημιτικό του παραλήρημα. Παρά το σκάνδαλο που είχε προκληθεί τότε, ο Γκαλιάνο άφησε πίσω του μια λαμπρή πορεία δεκαπέντε χρόνων, με τα γκλάμουρ ρετρό Dior φορέματα να έχουν ταυτιστεί με το όνομα του.
Ο Σίμονς, ο οποίος ήταν ο νούμερο ένα σχεδιαστής για το 2015 στη Google, άφησε για τα καλά πίσω του την κληρονομιά του Γκαλιάνο, δημιουργώντας συλλογές με έντονα μινιμαλιστικά και φουτουριστικά στοιχεία. Στην τελευταία καταπληκτική, κατά γενική ομολογία, κολεξιόν του για την Ανοιξη/Καλοκαίρι 2016, η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί και ως το αποχαιρετιστήριο του δώρο στον οίκο, ο Σίμονς έβαλε σκοπό να «απευλευθερώσει» τις γυναίκες, σχεδιάζοντας ανάλαφρα ρούχα φτιαγμένα από αέρινα υλικά, όπως το σιφόν και η οργάντζα, σε παστέλ τόνους. Τα ρούχα όμως μοιάζουν σαν απλά να πλαισιώνουν τα παπούτσια, τα οποία απέκτησαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην συγκεκριμένη συλλογή. Παπούτσια με τόκες, με χοντρά τακούνια, μυτερά, και χαμηλά με λουστρινένιους φιόγκους που δένουν στον αστράγαλο κατέκλυσαν την πασαρέλα. Παπούτσια τόσο γυαλιστερά που μοιάζουν σαν βρεγμένα.
Ο Κριστιάν Ντιόρ ήταν ο πρώτος μόδιστρος που αντιλήφθηκε την σημασία του να δημιουργείς μια ολοκληρωμένη εμφάνιση για τις γυναίκες, από κοσμήματα έως καλσόν και παπούτσια, και παρά τις καταγγελίες του Γαλλικού Επιμελητηρίου Μόδας ότι ευτελίζει την βιομηχανία της υψηλής ραπτικής, παρουσίασε την πρώτη του συλλογή με παπούτσια, σχεδιασμένα από τον Roger Vivier, το 1953. Μια κίνηση που όχι μόνο αποδείχθηκε τρομερά κερδοφόρα, αλλά ήταν και πολύ «προχωρημένη» για την εποχή της, αν σκεφτεί κανείς ότι τα μεγαλύτερα κέρδη για εταιρείες όπως ο Dior προέρχονται από τα λεγόμενα ευπώλητα είδη, όπως είναι τα αρώματα, τα καλλυντικά, τα κοσμήματα και τα παπούτσια.
Ακολουθώντας τα χνάρια του πρωτοπόρου ιδρυτή του οίκου, ο Σίμονς συχνά αναρωτιέται για το μέλλον της μόδας. Πιστεύει ότι η μόδα δεν έχει πια να κάνει μόνο με τα ρούχα και τις πασαρέλες, αλλά «με τον κόσμο, το διαδίκτυο, τα πάντα». Δεν είναι τυχαίο ότι κατά την διάρκεια της δικής του θητείας τα παπούτσια Dior άρχισαν να πωλούνται διαδικτυακά. Για χρόνια ο διάσημος οίκος ήταν αντίθετος στις διαδικτυακές πωλήσεις, υποστηρίζοντας θερμά τις διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ πωλητή και πελάτη και φοβούμενος πως αυτή η σχέση δεν θα μπορέσει να μεταφραστεί ηλεκτρονικά και πως θα χαθεί το πολυτελές ύφος της εταιρείας. Τον περασμένο, όμως, Δεκέμβριο, η εταιρεία Dior αποφάσισε, έστω δοκιμαστικά στην αρχή, να βάλει τέλος στο βέτο και να διαθέσει κάποια από τα προϊοντα της, πέρα απο τα καλλυντικά και τα αρώματα, για ηλεκτρονικό εμπόριο και να διευρύνει με αυτόν τον τρόπο το πελατολόγιο της.
Και η αρχή έγινε με τη διάθεση μόνο παπουτσιών από τη νέα σεζόν, που όπως φαίνεται θα κυριαρχήσουν το φετινό καλοκαίρι και επιστρατεύοντας διάσημες μπλόγκερς για την προώθηση τους. Με αυτόν τον τρόπο ο οίκος επαναφέρει δυναμικά τα παπούτσια στο προσκήνιο και προσεγγίζοντας ένα περισσότερο νεανικό κοινό.