Για κάποιους ο Γούντι Αλεν, ή πιο σωστά, οι ταινίες του είναι μονότονες. Βλέπουν ιστορίες που ανακυκλώνονται, μέσα από διαλόγους που εκνευρίζουν. Αλλά ακόμη και να μην σου αρέσει το χιούμορ του –πώς γίνεται;- δεν μπορείς παρά να αναγνωρίσεις ότι ο Γούντι Αλεν ξέρει από γυναίκες. Δημιουργεί περίπλοκους χαρακτήρες, νευρικές προσωπικότητες, εκρηκτικά μυαλά, προβάλλοντας πάντα κάποιο ελάττωμα ή μία σύγχυση. Και όλα αυτά με έναν πολύ γήινο τρόπο. Φυσικά επιλέγει και τις κατάλληλες ηθοποιούς. Στην τελευταία ταινία του, το «Cafe Society» που κάνει πρεμιέρα στους ελληνικούς κινηματογράφους την Παρασκευή 25 Αυγούστου, επέλεξε την Κίρστεν Στιούαρτ και την Μπλέικ Λάιβλι.
Ο ηλικίας 80 ετών σκηνοθέτης έχει ένα ραντάρ που εντοπίζει φρέσκα ταλέντα και -δεν το κρύβει- αισθησιακές παρουσίες που ταιριάζουν στον κόσμο του. Καθεμία από αυτές έχει αποδείξει ότι «τσαλακώνεται» για τον ρόλο που αναλαμβάνει, άλλη περισσότερο (Πενέλοπε Κρουζ) και άλλη λιγότερο. Και όλες αφήνουν πίσω τους μία ολοκληρωμένη προσωπικότητα, στην οποία όλα είναι μελετημένα. Το χτένισμά της ταιριάζει στη διάθεσή της, τα ρούχα της στο στιλ της και την πόλη (ή εποχή) όπου ζει. Αυτές είναι οι πιο σικ -διεθνείς- μούσες του Γούντι Αλεν.
Η Νταϊάν Κίτον στη Νέα Υόρκη των 1970’s
«Μ’ αρέσει ο τρόπος που εκφράζεσαι», λέει ο Ισακ Ντέιβις (Γούντι Αλεν) στη Μέρι (Νταϊάν Κίτον) .«Είναι μεστός αλλά και χυδαίος. Σε ζητάνε σε πολλά ραντεβού;» Ε ναι, η Νταϊάν Κίτον καίει καρδιές σε αυτήν την ταινία. Οχι μόνο ανδρικές μέσα στην υπόθεση που έχει επινοήσει ο αμερικανός σκηνοθέτης. Αλλά και γυναικείες, έξω από τη μεγάλη οθόνη.
Το ανδροπρεπές στιλ –λιγότερο στο «Μανχάταν», περισσότερο στον «Νευρικό Εραστή» ενέπνευσε πολλές γυναίκες της Νέας Υόρκης που γέμισαν τις ντουλάπες τους με πουκάμισα, σακάκια και φαρδιά τζιν. Ο συνδυασμός είναι σικάτος αλλά περισσότερο κουλτουριάρικος, τουλάχιστον αυτό πετυχαίνει ο ενδυματολόγος και ο σκηνοθέτης στην ταινία. Τα κουμπωμένα ως τον λαιμό πουκάμισα, τα τζιν με τα ψηλά τακούνια, και τα στρογγυλά γυαλιά με μαλλιά αφάνα ταιριάζουν στο διανοουμενίστικο ύφος της.
Αυτό ήταν και το προσωπικό στιλ της ηθοποιού, το οποίο όμως εκφράστηκε πιο ελεύθερα δύο χρόνια νωρίτερα, όταν υποδύθηκε την Ανι Χολ στον «Νευρικό Εραστή». Θέλει δυνατή προσωπικότητα αυτό το ντύσιμο. Πόσο εύκολα βάζει μία γυναίκα –είτε το 1977 είτε σήμερα- φαρδιά παντελόνια, μαύρο καπέλο, πουκάμισο, γιλέκο (Ralph Lauren), και μία γραβάτα που προεξέχει μέσα από το γιλέκο;
Η Tέα Λεόνι στο Λος Αντζελες
Πώς ντύνεται μία γυναίκα που συνεργάζεται με τα μεγάλα ονόματα του Χόλιγουντ; Ελαφρά, γιατί κάνει ζέστη στο Λος Αντζελες, αλλά αυστηρά γιατί βρίσκεται σε έναν κόσμο των ανδρών. Η ηρωίδα του «Παίζοντας στα τυφλά» (2002), Ελι (Τέα Λεόνι), φοράει λινά παντελόνια και σακάκια, ανοιχτόχρωμα πουκάμισα από μέσα και μαντήλι με λουλούδια δεμένο στη μέση. Η συγκεκριμένη γυναίκα δεν προσπαθεί πολύ για το look της, ή τουλάχιστον έτσι δείχνει. Ακόμα και το κοντοκουρεμένο μαλλί της μοιάζει ατημέλητο. Αυτό το χτένισμα, τα ψηλά τακούνια –και ενίοτε τα γάντια του μποξ στα χέρια- κάνουν την «Ελι» τη γυναίκα που τελικά θέλει πίσω ο Βαλ (Αλεν).
Η Σκάρλετ Γιόνχανσον στο Λονδίνο
Αυτή η ηρωίδα είναι Αμερικάνα αλλά βρίσκεται στην Αγγλία, εκεί που αγαπούν το τένις και το πινγκ πονγκ. Και οι χαρακτήρες ντύνονται αναλόγως. Μόνο μία γυναίκα «συγκλονιστικά σέξι» -όπως την έχει χαρακτηρίσει ο σκηνοθέτης- μπορεί να αναδείξει τόσο καλά ένα σπορ, λευκό φόρεμα που δένει στη μέση και αγκαλιάζει τις καμπύλες. Ο Γούντι Αλεν είχε συγκεκριμένες απαιτήσεις για το ντύσιμο της νεαρής Αμερικάνας που ονειρεύεται να γίνει ηθοποιός και μπλέκει σε μία (τραγική) ερωτική σχέση –η λεπτομέρεια βρίσκεται στον χρυσό κρίκο στο αφτί της.
Η Νόλα Ράις είναι σαγηνευτική επειδή ξέρει ότι είναι σαγηνευτική. Δεν χρειάζεται πολλά για να το δείξει, αρκούν τα ανοιχτά πουκάμισα, φούστες, και φορέματα και οι δεμένοι κότσοι. Και απ’ ότι φαίνεται η ηθοποιός γοητεύτηκε από το αισθητικό γούστο του Αλεν στην ταινία «Matchpoint». Τόσο που ζήτησε από τον ίδιο να επιλέξει το ντύσιμό της για την περιοδεία της ταινίας. «Ταιριάξαμε τέλεια, ήταν υστερικός, πολύ προσβλητικός», είχε περιγράψει η ίδια για τον Αλεν σε συνέντευξη. «Πάντα σκάλιζε την προσωπική σου ζωή, ήθελε να ανακαλύψει κάθε πτυχή της ερωτικής σου ζωής, ήταν πολύ αστείος και τον λάτρεψα. Θα το ξαναέκανα ένα εκατομμύριο φορές». Το έκανε άλλες δύο φορές, στο «Scoop» (2006) και στο «Βίκι, Κριστίνα Μπαρσελόνα» (2008).
Βαρκελώνη με την Πενέλοπε Κρουζ
Αλλά σε αυτή την ταινία στο «Βίκι, Κριστίνα Μπαρτσελόνα», όλα τα μάτια είναι στραμμένα στη Μαρία Ελένα. Το όνομά της ακούγεται τα 15 πρώτα λεπτά από τα χείλη του πρώην της (Χαβιέ Μπαρδέμ). Ο θεατής σχηματίζει στο μυαλό του την εικόνα μίας προβληματικής προσωπικότητας με αυτοκτονικές τάσεις, μίας γυναίκας που όταν παθιάζεται μπορεί και να επιτεθεί με ένα ξυράφι. Και ύστερα εμφανίζεται στο πλάνο μία καλλονή, με μακριά πόδια, μεγάλα δακρυσμένα μάτια και ανακατεμένα σκούρα μαλλιά.
Η Πενέλοπε Κρουζ σαγηνεύει στην ταινία ακόμη και την νεαρή ερωμένη του Χουάν Αντόνιο (Σκάρλετ Γιόχανσον). Χύνεται στα πατώματα με μία σαλοπέτ για να ζωγραφίσει, βγαίνει βόλτα στην εξοχή με ένα λευκό φόρεμα και ένα μαύρο καπέλο, περπατά στους δρόμους της Βαρκελώνης με ένα λεπτό φόρεμα που θα μπορούσε να είναι κομπινεζόν. Εχει το μποέμ στιλ μίας ζωγράφου και το κομψό στοιχείο που προσδίδει ο Αλεν σε όλες τις μούσες του.
Η Μαριγιόν Κοτιγιάρ πίσω στον χρόνο, στον Μεσοπόλεμο
Η ενδυματολογία στην ταινία «Μεσάνυχτα στο Παρίσι» δεν είναι απλώς θέμα αισθητικής. Είναι κομμάτι της πλοκής, αφού αυτή γυρίζει πίσω στον χρόνο σε διαφορετικές εποχές. Το αποτέλεσμα βέβαια είναι κάτι παραπάνω από καλαίσθητο. Η γαλλίδα σταρ, Μαριγιόν Κοτιγιάρ, εμφανίστηκε σε αυθεντικά βίντατζ φορέματα που αναζητήθηκαν σε κάθε άκρη της γης. Ενα φόρεμα μετρούσε 80 χρόνια ζωής. Η εμφάνιση της ερωμένης του Πικάσο, Αντριάνα, έπρεπε να ταιριάζει με την εποχή της, «Μπελ Επόκ», παρότι η ίδια ταξιδεύει με τον Οουεν Γουίλσον σε άλλες εποχές στα γαλλικά σαλόνια.
Στη συγκεκριμένη ταινία, την ενδυματολογία ανέλαβε η ειδική, Σόνια Γκράντε. Αλλά όλοι γνωρίζουν ότι ο σκηνοθέτης δίνει ειδικές εντολές για την εμφάνιση των γυναικών στις ταινίες του. Πολύ απλά επειδή τις έχει ήδη δημιουργήσει στο μυαλό του. Οπως έχει πει ο ίδιος στους New York Times, «πολλοί με έχουν επικρίνει, λένε ότι είμαι ένας Εβραίος που μισεί τον εαυτό του. Αλλά δεν έχω ακούσει κανέναν να με κατηγορεί ότι δεν ξέρω πώς να δημιουργώ γυναίκες».