Ακομπλεξάριστη, πανέμορφη, αισθησιακή, μια από τις πιο ποθητές σταρ του Χόλιγουντ, η Σάρον Στόουν έχει τον χρόνο σύμμαχό της. Η Κάθριν Τράμελ του «Βασικού Ενστίκτου» (1992) και η Τζίντζερ Μακένα του «Καζίνο» (1995), συμμετέχει τώρα στο καστ της πολυαναμενόμενης σειράς «Ratched», που θα αρχίζει να προβάλλεται στο Netflix στις 18 Σεπτεμβρίου.
Πρόκειται για το τηλεοπτικό prequel της ταινίας «Η Φωλιά του Κούκου» του Μίλος Φόρμαν, από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Κεν Κέισι, μια από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, που κυριάρχησε το 1975 κερδίζοντας πέντε Οσκαρ, Καλύτερου Σεναρίου, Ταινίας και Σκηνοθεσίας, επίσης Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου που πήγε στον Τζακ Νίκολσον και Οσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου στην Λουίζ Φλέτσερ, η οποία υποδύθηκε τη σκληρή νοσοκόμα Μίλντρεντ Ρέιτσεντ.
Στη σειρά «Ratched», που τοποθετείται στην δεκαετία του 1940, η 62χρονη -και όπως πάντα εκθαμβωτική- σταρ υποδύεται την Λενόρ Οζγκούντ, μια εκκεντρική πλούσια κληρονόμο, διαταραγμένη ψυχικά όπως και ο γιος της τον οποίο θέλει να εκδικηθεί.
«Έχω συνειδητοποιήσει ότι οι άνδρες δεν σφυρίζουν πια», λέει η Σάρον Στόουν σε συνέντευξή της στην Telegraph με αφορμή τη νέα της δουλειά. «Ήταν πολύ διασκεδαστικό όταν μας επιτρεπόταν να σφυρίζουμε και να φλερτάρουμε, αλλά αυτή η εποχή έχει περάσει», λέει στην Σίλια Γουόλντεν, εκφράζοντας τη λύπη της για την αλλαγή των ανθρώπων. Το φλερτ έχει εξαφανιστεί και αυτό δεν οφείλεται στο γεγονός ότι μεγαλώνουμε αλλά στην τεχνολογία, υποστηρίζει.
Πριν από 25 χρόνια, η ηθοποιός που γεννήθηκε στην Πενσυλβανία (η δεύτερη κόρη ενός βιομηχανικού εργάτη και μιας λογίστριας) και μεγάλωσε με πρότυπό της την δημοσιογράφο, φεμινίστρια και ακτιβίστρια Γκλόρια Στάινεμ, είχε πει στους Los Angeles Times: «Νομίζω ότι για πολύ καιρό οι άνθρωποι δεν ήξεραν τι να κάνουν μαζί μου. Έμοιαζα με κούκλα Barbie, η φωνή μου ήταν σαν να είχα περάσει όλη τη ζωή μου στα μπαρ, και έλεγα πράγματα ανησυχητικά», όπου «ανησυχητικά» για το Χόλιγουντ σημαίνει ότι μιλάει «ανοικτά και με εντιμότητα…». Η σημερινή της εμφάνιση δεν έχει πια σχέση με τη Barbie, η φωνή της εξακολουθεί όμως να ακούγεται σαν να είναι μπαρόβια, και το γέλιο της σε στιλ σαλούν.
Η Σάρον μωρό με τη μαμά της Ντόροθι
Εν τω μεταξύ έχει αποδείξει ότι εκτός από ρόλους δύστροπης γυναίκας και παγερής βασίλισσας του σεξ, μπορεί άνετα να παίξει σε κωμωδία (« All I Wish» της Σούζαν Γουόλτερ, 2017), σε τραγωδία («Mosaic» του Στίβεν Σόντερμπεργκ, 2017 για το HBO) ή και σε ένα δυσοίωνο μείγμα τους, όπως η νέα δραματική σειρά των Ράιαν Μέρφι και Ιαν Μπρέναν για το Netflix, παραγωγός της οποίας είναι ο συμπρωταγωνιστής της στο «Βασικό Ενστικτο» και καλός φίλος της, Μάικλ Ντάγκλας.
Και φυσικά δεν παύει να μιλάει «ανησυχητικά», με άλλα λόγια ανοικτά και τίμια, όπως για παράδειγμα στο βίντεο που ανέβασε στο Instagram (με περίπου 2.500.000 προβολές μέχρι στιγμής) στο οποίο μιλάει για την οικογένειά της που επλήγη θανάσιμα από την πανδημία και για την κατάσταση των νοσοκομείων στις ΗΠΑ, ζητάει από τον κόσμο να φοράει μάσκα, στηρίζει τον Τζο Μπάιντεν και την Κάμαλα Χάρις, και τελειώνει με τη φράση: «Με γυναίκες στην εξουσία, θα πολεμήσουμε για τις οικογένειές μας».
Η Στόουν είναι φεμινίστρια όπου και όποτε έχει σημασία. Υποστήριξε μαχητικά το #MeToo από την αρχή, έχοντας βιώσει και η ίδια στη καριέρα της τοξικές ανδρικές συμπεριφορές, από το να ανακαλύψει ότι «ο όρος f-kable χρησιμοποιήθηκε αντί του “ικανή για πρόσληψη”» και να ακούσει συνάδελφό της στα γυρίσματα της ταινίας «Αγεφύρωτες Σχέσεις («Irreconcilable Differences», 1984) να φωνάζει: «Δεν μπορείς να φύγεις, από τη γ_μένη μέση; Ούτε τα βυζιά της δεν μπορώ να δω», μέχρι να αναγκαστεί να δουλέψει με έναν σκηνοθέτη «που μου ζήτησε να κάθομαι στα γόνατά του κάθε μέρα για να με καθοδηγεί».
«Και αν πήγαινα στη δουλειά επί τρεις εβδομάδες και έλεγα: “Δεν πρόκειται να καθίσω στα γόνατα του σκηνοθέτη για να μου δώσει οδηγίες” απλά δεν θα συμμετείχα στα γυρίσματα επί τρεις εβδομάδες», λέει η Σάρον Στόουν στην Telegraph και συμπληρώνει «Και αν έλεγα στο στούντιο, “Έχω ένα μωρό 11 ημερών, οπότε πραγματικά δεν είμαι διαθέσιμη να καθίσω στην αγκαλιά του σκηνοθέτη”, τίποτα δεν θα άλλαζε».
Η ηθοποιός στο σπίτι με του γιους της Κουίν, Ρόαν και Λέρντ, το 2018
Και τελικά οι αντιδράσεις της στα πρώτα χρόνια της καριέρας της μέτρησαν εναντίον της, αποκαλύπτει η σταρ: «Συνολικά, η αντίστασή μου έχει κάνει τους ανθρώπους να λένε είτε ότι η Σάρον είναι “δύσκολη” είτε ότι “είναι δύσκολο να δουλέψεις με τη Σάρον”».
Οσο για το αν άλλαξαν τα πράγματα σήμερα, λέει: «Υπήρχαν στιγμές που [τα πράγματα] ήταν πιο καταπιεστικά, αλλά τώρα νομίζω ότι πρέπει να σκεφτείς τι είδους αντίδραση απαιτείται. Επειδή μερικές φορές αρκεί απλά κάτι λίγο -μια ματιά ή ένα νεύμα- και άλλοτε πρέπει απλά να φύγεις ή να γελάσεις. Αλλά μερικές φορές πρέπει πραγματικά να πατήσεις πόδι».
Μετά από μια καριέρα 40 χρόνων, δύο συζύγους (ήταν παντρεμένη με τον παραγωγό Μάικλ Γκρίνμπουργκ από το 1984 – 1990 και με τον δημοσιογράφο Φιλ Μπρόνσταϊν από το 1998 – 2004), τρία υιοθετημένα παιδιά (τους Ρόαν, 20, Λερντ, 15 και Κουίν, 14 ετών) και ένα βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο στην ηλικία των 43 ετών, μετά το οποίο ένιωσε ότι ξαναγεννήθηκε (χρειάστηκε, όμως, μια εγχείρηση εννέα ωρών και εφτά χρόνια αποκατάστασης μέχρι να συνέλθει εντελώς), η Στόουν έχει μάθει μερικά πράγματα.
Το πιο σημαντικό είναι να δίνει «τις μεγάλες μάχες» και όχι να ασχολείται με μικροπράγματα όπως για παράδειγμα να αντιδρά όταν κάποιος την αποκαλεί «μωρό μου» ή «αγάπη»: «Ειλικρινά δεν με νοιάζει», λέει. «Ισως επειδή είμαι 62 ετών και έχω περάσει τόσα πολλά ώστε μπορώ να ξεκαθαρίσω αυτά που πραγματικά χρειάζονται την προσοχή μου και τι είναι απλά πράγματα και άνθρωποι που ούτως ή άλλως πρόκειται να σβήσουν».
Γοητευμένη από την ιδέα της αναγέννησης έγραψε τα απομνημονεύματά της με τίτλο «The Beauty of Living Twice», που θα κυκλοφορήσουν τον Μάρτιο του 2021: «Μόλις η ζωή σου χωριστεί στα δύο, καταλαβαίνεις ότι το μόνο πράγμα που δεν αλλάζει -αν το πιάσεις- είναι ο βασικός σου εαυτός. Η ακεραιότητά σου, οι επιλογές σου, τα όριά σου: αυτά είναι τα μόνα πράγματα στα οποία μπορείς πραγματικά να βασιστείς», λέει.
Στα 62 της η Σάρον Στόουν εξακολουθεί να είναι εκθαμβωτική
Ο λόγος της είναι φιλοσοφημένος και έχει κάτι το ζεν όταν αναφέρεται στις απόψεις της για τα πάντα, από τον Τζόνι Ντεπ και την πρόσφατη δίκη του –«τον γνωρίζω από τότε που ήταν παιδί, είναι τρομερός τύπος: γλυκός και ωραίος, πολύ ζεστός και γενναιόδωρος. Εχω λοιπόν την αίσθηση ότι όλο αυτό έχει να κάνει περισσότερο με τη νεαρή κυρία»- μέχρι τον Τραμπ: «Στην πραγματικότητα, έχω ενσυναίσθηση γι’ αυτόν», λέει, «μου ραγίζει την καρδιά όταν τον ακούω. Νομίζω ότι έχει κάποιο παιδικό τραύμα. Κοιτάζω αυτόν τον άντρα και μου φαίνεται πως όποια κι αν είναι τα τραύματά του, βασανίζεται και βλάπτει τον εαυτό του. Και επηρεάζει τόσα πολλά άτομα που τον υποστηρίζουν, με ναζιστικές μάσκες και όλα αυτά. Είναι επίσης άνθρωποι οι οποίοι έχουν ένα θλιβερό επίπεδο εσωτερικής οργής που οφείλεται σε μεγάλη ανασφάλεια και τραύματα».
Η ίδια είχε επίσης βιώσει ανασφάλεια, η οποία όμως έχει εξαφανιστεί πια στη «δεύτερη ζωή» της. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, δεν προσποιείται ότι πιστεύει την άποψη πως «η καλή εμφάνιση δεν παίζει ρόλο»: «Είναι ένα μεγάλο, χοντρό, ανόητο ψέμα», λέει στα ίσια, «και δεν μπορείς να συνειδητοποιήσεις πόσο σημαντική είναι μέχρι τη στιγμή που αρχίζει να χάνεται», τονίζοντας ότι συνεχίζει να γυμνάζεται εντατικά για να διατηρηθεί.