Σε ένα από τα επεισόδια της πασίγνωστης αμερικανικής τηλεοπτικής σειράς «Grey’s Anatomy» που περιστρέφεται γύρω την κοινή ζωή μιας ομάδας γιατρών στο Σιάτλ, ξεχωρίζει μια σκηνή με πρωταγωνιστή τον Τακ, γιο της αφροαμερικανίδας γιατρού Μιράντα Μπέιλι, μίας εκ των βασικών πρωταγωνιστριών της σειράς. Ο Τακ μόλις συμπλήρωσε 13 χρόνια ζωής και οι γονείς του θεωρούν πως ήρθε η ώρα να του μιλήσουν, όχι για το σεξ ούτε για τα ναρκωτικά αλλά για το ενδεχόμενο να πέσει θύμα βίας, ακόμα και να χάσει τη ζωή του, στην περίπτωση που βρεθεί αντιμέτωπος με αστυνομικούς και δεν συμμορφωθεί απόλυτα με τις όποιες υποδείξεις τους.
Οι γονείς επισημαίνουν στον γιο τους πως όποτε βρίσκεται στο δρόμο θα πρέπει να νοιάζεται μόνο για το πώς θα καταφέρει να γυρίσει στο σπίτι του σώος και αβλαβής, του υπενθυμίζουν ότι «εσύ δεν μπορείς να κάνεις ό,τι κάνουν οι λευκοί φίλοι σου» και τον εκλιπαρούν στην περίπτωση που τον σταματήσουν κάποια φορά οι αστυνομικοί «πότε, ποτέ, ποτέ» να μην αποπειραθεί να διαφύγει.
«Σου λέμε ό,τι σου λέμε γιατί θέλουμε να επιστρέψεις στο σπίτι ξανά, γιατί θέλουμε να μεγαλώσεις και να γίνεις ό,τι επιθυμείς», καταλήγει η γιατρός Μπέιλι, επιβεβαιώνοντας πως στην Αμερική του 21ου αιώνα οι έφηβοι Αφροαμερικανοί εξακολουθούν να τρέμουν για τη ζωή τους κάθε φορά που βρίσκονται αντιμέτωποι με αστυνομικούς.
Ωστόσο, δυστυχώς, αποτελεί γεγονός πως η αστυνομική (και όχι μόνο) βαρβαρότητα και αυθαιρεσία με θύματα Αφροαμερικανούς δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Αντιθέτως είναι ένα τραυματικό βίωμα βαθιά ριζωμένο στη συλλογική συνείδησή τους, τόσο πολύ ώστε να καταστεί με τον καιρό βασικό συστατικό της λαϊκής κουλτούρας των μαύρων της Αμερικής. Στην τηλεόραση αλλά, κυρίως, στη μουσική, όπως επισημαίνει η Süddeutsche Zeitung σε ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον κείμενό της, υπενθυμίζοντας πως στην ιστορία της μαύρης μουσικής πλήθος καλλιτεχνών στηλίτευσαν με τα τραγούδια και τις ερμηνείες τους την σχεδόν θεσμοποιημένη βία κατά των Αφροαμερικανών.
Εξαιρετικό παράδειγμα αποτελεί το περίφημο «Strange Fruit» το οποίο ερμήνευσε η Μπίλι Χόλιντεϊ το 1939 στη Νέα Υόρκη. Πρόκειται για ένα τραγούδι που βασίστηκε πάνω στους στίχους ενός ποιήματος που έγραψε ο Αμπελ Μέρεπολ, ένας εβραίος δάσκαλος από το Μπρονξ, για να θίξει τη φρίκη του λιντσαρίσματος στον αμερικανικό Nότο, αναφέροντας πως «τα δέντρα του Νότου φέρουν έναν περίεργο καρπό, αίμα στα φύλλα και αίμα στη ρίζα. Μαύρα κορμιά λικνίζονται στο νότιο αεράκι».
Η Χόλιντεϊ δεν δίστασε να το τραγουδήσει αλλά η δισκογραφική εταιρεία της αρνήθηκε φυσικά να το ηχογραφήσει ενώ, λόγω της επιμονής της να το ερμηνεύει σε σχεδόν κάθε εμφάνισή της, η αφροαμερικανίδα καλλιτέχνιδα βρέθηκε στο στόχαστρο του τότε επικεφαλής της ομοσπονδιακής υπηρεσίας δίωξης ναρκωτικών των ΗΠΑ Χάρι Ανσλινγκερ, ενός δεδηλωμένου ρατσιστή ο οποίος διέταξε έρευνες και άσκησε διώξεις κατά της Χόλιντεϊ.
Την αστυνομική βαρβαρότητα θίγουν επίσης το «What’s going on» (1971) του Μάρβιν Γκέι («Απεργίες και διαδηλώσεις/ Μην με τιμωρείς με βιαιότητα/ Μίλησε μου, ούτως ώστε να μπορέσεις να δεις/ Ω, τι συμβαίνει») και το «Νο Knock» (1972) του Τζιλ Σκοτ Χίρον, το οποίο αποτελεί μια περιγραφή του τι μπορεί να συμβεί όταν αστυνομικοί, συνήθως λευκοί, εισβάλλουν απροειδοποίητα στα σπίτια Αφροαμερικανών: «Δεν χτύπησαν την πόρτα του αδελφού μου Φρεντ Χάμπτον/ Τρύπες από σφαίρες παντού/ Δεν χτύπησαν την πόρτα του αδελφού μου Μάικλ Χάρις/ Και κόλλησαν ένα όπλο στο κρανίο του/ Για την προστασία μου;/ Ποιος θα με προστατέψει από σένα;/ Από τους ομοίους σου; / Από το θράσος σου;».
Για να διαπιστωθεί πόσο επίκαιρο παραμένει το τραγούδι αρκεί να σημειωθεί πως αυτό το τέλος επιφύλασσε η μοίρα στην Μπρεόνα Τέιλορ, μια 26χρονη αφροαμερικανίδα νοσοκόμα: τον περασμένο Μάρτιο έπεσε νεκρή από πυρά αστυνομικών που εισέβαλαν απροειδοποίητα στο σπίτι της στο πλαίσιο ερευνών για μια υπόθεση ναρκωτικών με την οποία ουδεμία σχέση είχε η άτυχη γυναίκα.
Η λίστα με τα τραγούδια αφροαμερικανών καλλιτεχνών που βάλλουν κατά της ρατσιστικής αστυνομικής βίας θύματα της οποίας είναι σχεδόν αποκλειστικά Αφροαμερικανοί και μέλη άλλων μειονοτήτων είναι πολύ μεγάλη. Το 1988, για παράδειγμα, τεράστια αίσθηση είχε προκαλέσει, πέρα από την έντονη αντίδραση του FBI, το πασίγνωστο «Fuck Tha Police» του χιπ χοπ συγκροτήματος N. W. A. ενώ το 2004 θέση έλαβε επί του ζητήματος και ο Jay Z με το «99 Problems» στο οποίο ο σύζυγος της Μπιγιονσέ διερωτάται εάν ο αστυνομικός τού ζήτησε να κάνει στην άκρη μόνο και μόνο επειδή «είμαι νέος και είμαι μαύρος και φοράω το καπέλο μου πολύ χαμηλά».
Ξεχωρίζει σίγουρα, ωστόσο, το «Sound Of Da Police», τραγούδι του νεοϋορκέζου ράπερ KRS-One που κυκλοφόρησε το 1993 και συνδέει ξεκάθαρα την ρατσιστική αστυνομική βία με την περίοδο της δουλείας στην Αμερική, συγκρίνοντας τους επόπτες (overseer) των Αφροαμερικανών που εργάζονταν ως σκλάβοι στις φυτείες με τους αστυνομικούς (officer) της σύγχρονων Ηνωμένων Πολιτειών.
Κάθε φορά που χάνει τη ζωή του ένας Αφροαμερικανός στα χέρια λευκών αστυνομικών, εκείνο το φριχτό παρελθόν της Αμερικής καθίσταται εκ νέου παρόν, υπενθυμίζοντας πως θεμέλιος λίθος της οικοδόμησης των ΗΠΑ ήταν ο απόλυτος αποκλεισμός και η ανείπωτη εκμετάλλευση και καταπίεση και κακοποίηση των μαύρων.
Πέρα από τη συλλογική συνείδηση των Αφροαμερικανών, όμως, η Δουλεία σημάδεψε βαθιά και τους λευκούς, με πάρα πολλούς από αυτούς να μην μπορούν ή να μην θέλουν να αποκηρύξουν απόψεις και νοοτροπίες και συμπεριφορές οι οποίες ανήκουν στην πιο απάνθρωπη περίοδο της αμερικανικής Ιστορίας.
Ακόμα και η αγαπημένη γιαγιά του Μπαράκ Ομπάμα, «μια γυναίκα που με βοήθησε να μεγαλώσω, μια γυναίκα που θυσιάστηκε αλλεπάλληλες φορές για μένα, μια γυναίκα που με αγαπάει όσο κανέναν άλλο στον κόσμο», του ομολόγησε κάποτε πως κάθε φορά που συναντούσε στον δρόμο Αφροαμερικανούς την κυρίευε ο φόβος.
Οι ακούσιες προκαταλήψεις και ο απροκάλυπτος ρατσισμός πάρα πολλών Αμερικανών σε συνδυασμό με τη γενικευμένη ατιμωρησία που αποθρασύνει απόλυτα τους αστυνομικούς των ΗΠΑ συνεπάγεται πως κάθε έφηβος Αφροαμερικανός, είτε πρόκειται για τον Τακ του «Grey’s Anatomy» είτε για τον Τρέιβον Μάρτιν, τον 17χρονο έφηβο που σκότωσε ένας αυτόκλητος χωροφύλακας το 2012 στη Φλόριντα (ο Μπαράκ Ομπάμα είχε δηλώσει πως θα μπορούσε να είχε βρεθεί και ο ίδιος στη θέση του άτυχου νεαρού όταν ήταν νέος), θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του απλά και μόνο περπατώντας στο δρόμο.