Την περασμένη Πέμπτη ο Ταγίπ Ερντογάν, όπως και δεκάδες ηγέτες από όλο το πλανήτη έστειλαν ένα γραπτό μήνυμα στη Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, το οποίο περιείχε τις καθιερωμένες, τυπικές ευχές για την εθνική επέτειο του ελληνικού κράτος. Πιο αργά, το ίδιο βράδυ, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν τηλεφωνούσε στο πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη όχι μόνο για να τον συγχαρεί για τα 200 χρόνια της εθνικής επετείου, αλλά και για να μιλήσουν για τις προκλήσεις της εποχής. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ των κυριακάτικων εφημερίδων, ο Τζο Μπάιντεν ζήτησε από τον έλληνα πρωθυπουργό να επισκεφθεί τον Λευκό Οίκο και έθεσε εαυτόν στη διάθεση του Κυριάκου Μητσοτάκη σε περίπτωση που προκύψει κάποιο πρόβλημα. Λίγο νωρίτερα, είχε παρέμβει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπου και αναφέρθηκε ονομαστικά σε τρεις χώρες: τη Ρωσία, την Κίνα και την Τουρκία. Και όλα αυτά, ενώ ο Ταγίπ Ερντογάν, ακόμα περιμένει το τηλεφώνημα του.
Σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές η παρουσία του Τζο Μπάιντεν στη δια τηλεδιασκέψεως Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, αποτέλεσε και το βασικό λόγο που οδήγησε στην υιοθέτηση μιας στάσης αρχών έναντι της Τουρκίας, παρά τις σφοδρότατες αντιδράσεις της Γερμανίας. Ωστόσο, ζητήματα όπως ο αγωγός «Nord Stream 2» μεταξύ Ρωσίας και Γερμανίας, φαίνεται ότι οδήγησαν το Βερολίνο να μην επιμείνει, παρότι διέκειτο εμφανέστατα αρνητικά ακόμα και σε αυτές τις διατυπώσεις της Εκθεσης Μπορέλ για αναστρεψιμότητα της θετικής ατζέντας, εφόσον η Τουρκία επέστρεφε στην προκλητικότητα.
Όσο συμβαίνουν αυτά στο εξωτερικό μέτωπο, οι πολιτικές που προωθεί ο Ταγίπ Ερντογάν στο εσωτερικό δείχνουν μια οριστική απόφαση απομάκρυνσης από το ευρύτερο πλαίσιο που θέτει η Δύση. Η απαγόρευση κομμάτων όπως το φιλοκουρδικό HDP, η απόσυρση της Τουρκίας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών, ο προπηλακισμός και οι φυλακίσεις βουλευτών αλλά και δημοτικών αρχόντων που δεν ικανοποιούν την Άγκυρα, αποτελούν σφραγίδα πολιτικού αυταρχισμού σε μια τακτική που ο Ερντογάν φαίνεται αποφασισμένος να εντείνει. Η αύξηση του αριθμού των πολιτικών κρατουμένων, αλλά και οι ολοένα και περισσότεροι αυτοεξόριστοι Τούρκοι, δραπέτες από την ίδια τους τη χώρα, υποδηλώνει ότι ο εσωτερικός πόλεμος κατά των αντικαθεστωτικών έχει ενταθεί. Ο Ερντογάν έχει, επίσης, ζηλώσει την δόξα του Βλαντιμίρ Πούτιν και φαίνεται πως σκαρώνει και αλλαγή του Συντάγματος, ώστε να καταστήσει ευκολότερη την επικράτησή του στις νέες εκλογές.
Αυτό το ενδεχόμενο γίνεται κάθε μέρα και πιο απόμακρο όχι μόνο λόγω της απόφασης Ερντογάν να επενδύσει στο ακραίο Ισλάμ και τους συντηρητικούς ψηφοφόρους, αλλά και λόγω των αμφιλεγομένων οικονομικών πολιτικών που ακολουθεί. Η κατάρρευση της λίρας, η επιχειρούμενη επιδρομή στα «ασημικά» των πολιτών, αλλά και ριψοκίνδυνες κινήσεις, όπως η χορήγηση κρατικών εγγυήσεων στο φαραωνικό έργο του Καναλιού της Κωνσταντινούπολης, δια του οποίου η Αγκυρα αιθεροβατεί υπολογίζοντας ότι στο μέλλον θα μπορέσει να της εξασφαλίσει προσόδους που σήμερα χάνει λόγω του καθεστώτος που διέπει τα Στενά (Συνθήκη του Μοντρέ, 1936), συμπληρώνουν μια εικόνα «τέλειας καταιγίδας» για την Τουρκία.
Οι Δυτικοί τα γνωρίζουν όλα αυτά και αντιλαμβάνονται ότι ο Ερντογάν βρίσκεται πλέον σε μια φάση, όπου κάθε κίνηση που κάνει για να διορθώσει ένα λάθος, απλά χειροτερεύει συνολικά την κατάσταση. Οι Αμερικανοί φαίνεται ότι θα χρησιμοποιήσουν ως κύριο μοχλό πίεσης τους S-400. Είτε ο Ταγίπ Ερντογάν θα αποφασίσει, με ό,τι πολιτικό κόστος αυτό συνεπάγεται, να πακετάρει το ρωσικό αντιπυραυλικό σύστημα και να στείλει εκτός Τουρκίας, είτε θα επιμείνει, ρισκάροντας να πιεστεί περισσότερο.
Η επικοινωνία του προέδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν με τον αιγύπτιο ομόλογό του Αμπντέλ Φατάχ ελ Σίσι, για την ανάγκη άμεσης αποχώρησης των «ξένων δυνάμεων» από τη Λιβύη, ήταν ένα ακόμα «καμπανάκι» για την Αγκυρα, μάλιστα λίγες ημέρες μετά την δημοσιοποίηση Επιτροπής του ΟΗΕ για τη μεγάλη βορειοαφρικανική χώρα, όπου η Τουρκία παρουσιάζεται ως βασικός παράγοντας κλιμάκωσης και εξαγωγής αποσταθεροποίησης.
Ο Ταγίπ Ερντογάν, στη δίωρη ομιλία του προς τα κομματικά στελέχη του ΑΚΡ, στο συνέδριο που ολοκληρώθηκε την Πέμπτη, είπε ότι η Τουρκία είναι υποχρεωμένη εκ της γεωγραφικής θέσεως της να έχει σχέσεις και με τη Δύση και με την Ανατολή. Θα φανεί τους επόμενους μήνες αν ο κυρίαρχος της πολιτικής σκηνής της Τουρκίας τις τελευταίες δύο δεκαετίες, θα μπορέσει να εξακολουθήσει να το παίζει σε «διπλό ταμπλό» για πολύ καιρό ακόμα.