Για την Εύα Λονγκόρια δεν είναι γνωστά πολλά πράγματα. Όπως συμβαίνει με πολλούς άλλους ηθοποιούς, το κοινό την έχει συνδέσει με έναν συγκεκριμένο ρόλο. Στην προκειμένη περίπτωση η Λονγκόρια έγινε διάσημη χάρη στις «Νοικοκυρές σε Απόγνωση» («Desperate Housewives»), την επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά η οποία γέμισε το κενό που άφησε το «Sex and the City» στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν υποδύθηκε την πάμπλουτη Γκάμπριελ Σόλις.
Οσο κράτησε η σειρά, η Λονγκόρια ασχολήθηκε με τις σπουδές της, έγραψε τη διατριβή της σχετικά με την ανάγκη να σταδιοδρομούν στις ΗΠΑ -στην επιστήμη, την τεχνολογία, τη μηχανική και τα μαθηματικά- περισσότερες γυναίκες με καταγωγή από την Λατινική Αμερική. Βαθιά πολιτικοποιημένη, άμεση και ειλικρινής, και ήδη επιτυχημένη πίσω από την κάμερα, η Λονγκόρια ετοιμάζεται τώρα να σκηνοθετήσει δύο ταινίες μεγάλου μήκους.
Και είναι η πρώτη φορά που μια Λατίνα θα συνεργαστεί ως σκηνοθέτρια με δύο μεγάλα κινηματογραφικά στούντιο. Σε ένα από αυτά, μάλιστα, αντιμετώπισε σκληρό ανταγωνισμό από σχεδόν 30 σκηνοθέτες για το «Flamin ‘Hot», βιογραφία του μεξικανού επιχειρηματία πίσω από τα Flamin’ Hot Cheetos. «Πρέπει να είσαι τριπλά προετοιμασμένη», λέει στον Guardian, «πιο διαβασμένη για το θέμα, και με περισσότερες δεξιότητες από τους άντρες».
Η 44χρονη σταρ ζει στο Μπέβερλι Χιλς με τον τρίτο σύζυγό της, μεγιστάνα του Τύπου στο Μεξικό, Χοσέ Μπαστόν, και τον ενός έτους γιο τους Σαντιάγκο. Η μητέρα της ήταν δασκάλα ειδική αγωγής, η αδελφή της έχει ειδικές ανάγκες, και η πρώτη της ανάμνηση, όταν ήταν τεσσάρων ετών, έχει σχέση με τον εθελοντισμό: η μικρούλα Λονγκόρια μοίραζε «αγκαλιές» στους Special Olympics. Και το 2012, χρονιά που τέλειωσαν οι «Νοικοκυρές σε Απόγνωση», έφτιαξε ένα ίδρυμα το οποίο προσφέρει καθοδήγηση, υποτροφίες και επαγγελματική κατάρτιση σε γυναίκες που κατάγονται από τη Λατινική Αμερική.
Ως Αμερικανίδα με καταγωγή από το Μεξικό, που μεγάλωσε στο Τέξας, η Λονγκόρια αντιμετώπισε πολλά εμπόδια. «Προκαταλήψεις εναντίον των έγχρωμων υπάρχουν σε πολλούς πολιτισμούς», λέει, «Ξέρετε, αυτός ο μύθος που λέει ότι όσο πιο ανοιχτόχρωμος τόσο καλύτερος είσαι». Ως παιδί, ήταν πολύ πιο σκούρα από τις τρεις αδελφές της: «Είχα σκούρα μαλλιά, σκούρο δέρμα και σκούρα μάτια. Δεν έμοιαζα με κανέναν στην οικογένειά μου», λέει.
Υπέστη διακρίσεις; «Θυμάμαι να ανεβαίνω στο σχολικό λεωφορείο, να βλέπω μια θάλασσα ξανθών παιδιών και κάποιο να ψιθυρίζει: “Είναι Μεξικάνα”». Κι εγώ να λέω: “Λοιπόν, είμαι Αμερικανίδα, δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό”», αλλά ήξερα ότι ήταν αρνητικό. Στη συνέχεια έσκυψα στην κληρονομιά μου, γιατί ήθελα να είμαι υπερήφανη για αυτήν και για όλα όσα αντιπροσωπεύει η κουλτούρα μου».
Πώς βλέπει την κατάσταση στις ΗΠΑ σήμερα; Είναι καλύτερη ή χειρότερη; «Υπήρξε πρόοδος και αλλαγή στη χώρα μας αλλά στη συνέχεια με την τρέχουσα διοίκηση όλα αυτά διαλύθηκαν. Νιώθω ότι κάθε φορά που πάμε δύο βήματα μπροστά, κάνουμε και δύο βήματα πίσω. Δεν υπάρχουν πολλές ευκαιρίες για τις κοινότητες που δεν έχουν δικαιώματα»
Τον περασμένο Αύγουστο 22 άνθρωποι σκοτώθηκαν σε ένα κατάστημα Walmart στο Ελ Πάσο, την πιο θανατηφόρα επίθεση κατά των Λατινοαμερικανών στην πρόσφατη ιστορία των ΗΠΑ. Η Λονγκόρια ηγήθηκε της εκστρατείας «You Are Not Alone», προωθώντας μια επιστολή αγάπης προς την κοινότητα των Λατίνων, την οποία υπέγραψαν από 250 διάσημοι σταρ, όπως η Τζένιφερ Λόπεζ και ο Ρίκι Μάρτιν. Και όταν βραβεύτηκε για το έργο αυτό, δήλωσε: «Ως Τεξανή ένατης γενιάς, είμαι πιο Αμερικανίδα από τον Ντόναλντ Τραμπ».
«Είναι τρομακτικοί καιροί για τους Λατίνους στις ΗΠΑ γιατί μας έχουν δαιμονοποιήσει», λέει, «Πολλές από τις φιλανθρωπικές προσπάθειές μου γίνονται στα σύνορα, όπου προσπαθούμε να διασφαλίσουμε ότι οι οικογένειες δεν θα χωριστούν, τα μωρά θα ξανασυναντηθούν με τις μητέρες τους και τα παιδιά δεν θα τοποθετηθούν σε κλουβιά. Οι πολιτικές διαχωρισμού των οικογενειών είναι τρομακτικές, γι’ αυτό και θέλω να εστιάσω περισσότερο σε αυτές».
Η χολιγουντιανή σταρ αποκάλυψε ακόμη, ότι έπεσε σε «κατάθλιψη» όταν ο Τραμπ εκλέχθηκε το 2016. Για δυο χρόνια αδράνησε, αλλά δεν μπορούσε να εγκαταλείψει το έργο της. Την ενδιαφέρει να εκλεγούν άνθρωποι που θα βλέπουν αλλιώς τα πράγματα. Ανησυχεί για τις προεδρικές εκλογές του επόμενου έτους: «Τα ποσοστά είναι πραγματικά υψηλά. Σε όλο τον κόσμο τα επίπεδα της αδιαλλαξίας έχουν αυξηθεί… Νομίζω ότι το πιο ισχυρό κομμάτι της δημοκρατίας μας είναι ο πολίτης. Εάν μπορέσουμε να συγκεντρώσουμε αρκετούς πολίτες που θα αγαπούν τόσο έντονα όσο εκείνοι που ξερνούν μίσος, τότε θα έχουμε μια ευκαιρία», λέει.
Ποιον υποστηρίζει; «Κανέναν επειδή, ακόμα, είμαστε στις αρχές και υπάρχουν 180 άτομα στις προκριματικές εκλογές των κομμάτων αυτή τη στιγμή», λέει υπερβάλλοντας λίγο. «Αλλά σίγουρα θα υποστηρίξω τον Δημοκρατικό υποψήφιο όποιος κι αν είναι».
Σκέφτεται να εμπλακεί η ίδια περισσότερο; «Είμαι εμπλεκόμενη», τονίζει. «Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι για να υπάρξει αλλαγή, πρέπει να γίνουν πολιτικοί, όμως αυτό είναι απλά μύθος. Μπορεί να το κάνει οποιοσδήποτε. Μια μητέρα που ενδιαφέρεται πραγματικά μπορεί να προκαλέσει μια σημαντική αλλαγή ενώ αντίθετα οι πολιτικοί έχουν τα χέρια τους δεμένα από την γραφειοκρατία της πολιτικής»
Ακόμη, η Λονγκόρια είναι ιδρυτικό μέλος του κινήματος «Time’s Up», το οποίο δημιουργήθηκε τον Ιανουάριο του 2018 με στόχο τη νομική υποστήριξη γυναικών και ανδρών που πέφτουν θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία και ήδη στο ταμείο του διαθέτει περισσότερα από 22 εκατ. δολάρια (20 εκατ. ευρώ): «Η μεγαλύτερη επιτυχία του “Time‘s Up” είναι ότι έχει προκαλέσει μια παγκόσμια συζήτηση για τις ανισότητες στους χώρους εργασίας», λέει, «Είναι μεγάλο επίτευγμα το γεγονός ότι τις έχει βγάλει από τις σκιές και κάποιος στη Γαλλία μπορεί να πει: “ Συμβαίνει και στη Βραζιλία; Νόμιζα ότι γινόταν μόνο εδώ”. Και κάποιος στη Βραζιλία να πει: “Αυτό συμβαίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες;”»
Οσο για το Χόλιγουντ, λέει ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζουν πολλές προκαταλήψεις: «Υπάρχουν τόσες πολλές ταλαντούχες γυναίκες, αλλά όταν ψάχνεις, τα στούντιο θα σου προτείνουν τον Τομ, τον Ντικ και τον Χάρι. Ρωτάς “Δεν υπάρχουν γυναίκες;” και σου λένε “Ω, ναι, έχουμε μερικές γυναίκες” Ερχονται σαν δεύτερη σκέψη».
Η ίδια ελπίζει τώρα να κάνει τη διαφορά ως παραγωγός και σκηνοθέτης. «Αρχίζω πάντα με γυναίκες και γενικά ανθρώπους έγχρωμους, και αν περισσέψει κάποιος ρόλος, κοιτάζω και αλλού», λέει, «Έτσι, αντί να αγνοώ ασυνείδητα τις γυναίκες ή τους έγχρωμους, τους προσλαμβάνω συνειδητά».