Ανήμερα των Χριστουγέννων του 1991, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ανακοίνωσε μέσω ενός σύντομου τηλεοπτικού διαγγέλματός του την παραίτηση του από την προεδρία της ΕΣΣΔ. Λιγότερο από μισή ώρα μετά την ολοκλήρωσή του, η σοβιετική σημαία με το σφυροδρέπανο υπεστάλη για τελευταία φορά από το Κρεμλίνο και ανυψώθηκε η προεπαναστατική σημαία της Ρωσίας. Επί έξι ημέρες η Ενωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών υπήρχε μόνο κατ’ όνομα ενώ τα μεσάνυχτα της 31ης Δεκεμβρίου διαλύθηκε και επίσημα.
Σήμερα, τριάντα χρόνια μετά, απευθυνόμενοι στους ευρωπαίους πολίτες και στους πολίτες της Ρωσίας, οι ευρωβουλευτές Βλοντζίμιερζ Τσιμοσέβιτς (πρώην πρωθυπουργός της Πολωνίας) Αντριους Κουμπίλιους (πρώην πρωθυπουργός της Λιθουανίας) και Μπερνάρ Γκετά υποστηρίζουν πως «ονειρευόμαστε, ναι, ονειρευόμαστε μαζί».
Σε μία περίοδο κατά την οποία «αλίμονό μας, οι ελευθερίες μας εξακολουθούν να υποχωρούν», οι Ευρωπαίοι και οι Ρώσοι «ονειρευόμαστε την ημέρα που η Ομοσπονδία σας και η Ενωση μας θα βρουν τον δρόμο προς την αλληλοκατανόηση και τη συνεργασία που τόσο χρειάζονται η Ευρώπη και ο κόσμος», αναφέρουν οι τρεις πολιτικοί σε κείμενό τους στη La Repubblica με αφορμή τη συμπλήρωση τριάντα χρόνων από τη διάλυση της ΕΣΣΔ.
Ονειρεύονται την ημέρα που θα εκλείψουν «η δυσπιστία και ο φόβος» στις σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών, την ημέρα που καμία από τις χώρες που ανήκαν στη σφαίρα επιρροής της ΕΣΣΔ δεν θα αισθάνεται ότι απειλείται από μία «αυτοκρατορική νοσταλγία της Ρωσίας» και κανένας από τους πολίτες της Ρωσικής Ομοσπονδίας δεν θα ανησυχεί για την ενίσχυση της ΕΕ και την παρουσία της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας κοντά στα ρωσικά σύνορα.
Ονειρεύονται την ημέρα που θα επέλθει το τέλος της αντιπαράθεσης μεταξύ Δύσης και Ανατολής όχι ως νίκη της μίας πλευράς και ήττα της άλλης αλλά ως «αφετηρία μιας νέας εποχής δημοκρατίας και ηπειρωτικής ευημερίας», ονειρεύονται την ημέρα που η Ευρώπη και η Ρωσία θα ενώσουν τις δυνάμεις τους και θα χρησιμοποιήσουν «τον πνευματικό, φυσικό και επιστημονικό πλούτο τους» προς όφελος της Ευρώπης, του κοινού ευρωπαϊκού πολιτισμού και της δημοκρατίας.
«Ναι ονειρευόμαστε τη στιγμή που οι γέφυρες θα υπερβούν τα λησμονημένα τείχη, το ονειρευόμαστε γιατί είναι κάθε άλλο παρά αδύνατο», αναφέρουν στο κείμενό τους. Δεν είναι αδύνατο γιατί από την Αγία Πετρούπολη έως τη Λισαβόνα, από το Παρίσι έως τη Μόσχα, από το Βίλνιους έως το Βερολίνο, «οι μεσαίες τάξεις μας και οι νέοι μας μοιράζονται τον ίδιο τρόπο ζωής, τα ίδια γούστα και την ίδια δίψα για ελευθερία».
«Ευρωπαίοι είμαστε όλοι γιατί, καλώς ή κακώς, από τη στροφή του Βλαδίμηρου Α΄ στον χριστιανισμό τον δέκατο αιώνα έως την εφεύρεση των γκουλάγκ και της ερυθράς τρομοκρατίας, από το όνειδος που ήταν το σύμφωνο Μολότοφ – Ρίμπεντροπ έως το πρώτο πλήγμα που υπέστη ο ναζισμός μέσω της ηρωικής μάχης του Στάλινγκραντ, η Ρωσία ήταν πάντα μία από τις πιο σημαντικές ευρωπαϊκές δυνάμεις», υπενθυμίζουν.
«Ευρωπαίοι είμαστε όλοι από τη Βρέστη έως το Βλαδιβοστόκ», γιατί ο Τολστόι, ο Ντοστογιέφσκι, ο Τσέχοφ και ο Μπουλγκάκοφ ανήκουν στο ίδιο πάνθεο της παγκόσμιας λογοτεχνίας όπου ανήκουν ο Σέξπιρ, ο Βίκτωρ Ουγκό, ο Δάντης, ο Κάφκα και ο Θερβάντες. «Ευρωπαίοι είμαστε όλοι» γιατί ο κοινός μας πολιτισμός βασίζεται στην ελληνική φιλοσοφία, στο ρωμαϊκό δίκαιο, στην Παλιά και στην Καινή Διαθήκη, στον Διαφωτισμό, στη αθηναϊκή και στη ρωμαϊκή δημοκρατία που επανεφευρέθηκε μέσω της των επαναστάσεων στην Αγγλία και στη Γαλλία.
«Ευρωπαϊκή είναι η ρωσική ιστορία», γιατί οι πιο πεφωτισμένοι από τους τσάρους απευθύνθηκαν στη «στη Γαλλία, στη Γερμανία και στην Ιταλία», επιδιώκοντας να ανοίξουν τη Ρωσία στον κόσμο, γιατί η επαναστάσεις του 1905 και του 1917 καθώς και η περεστρόικα βασίστηκαν πάνω στα ιδανικά του 1789 και του 1848, γιατί η σοβιετική αυτοκρατορία κατέρρευσε τον 20ο αιώνα, κατά τον οποίο κατέρρευσαν επίσης οι αυτοκρατορίες των Οθωμανών, των Αυστριακών, των Γάλλων, των Βρετανών, των Ολλανδών και των Πορτογάλων.
Οι Βλοντζίμιερζ Τσιμοσέβιτς, Αντριους Κουμπίλιους και Μπερνάρ Γκετά θεωρούν πως μεταξύ των ρώσων πολιτών ηλικίας κάτω των σαράντα ετών, ελάχιστοι είναι εκείνοι που νοσταλγούν το παρελθόν, υποστηρίζοντας πως η Ρωσία πρέπει να ανακτήσει τα εδάφη της Ουκρανίας ή της Γεωργίας. Γιατί συνειδητοποιούν ολοένα περισσότεροι πως «όταν κάποιος επιδιώκει να στερήσει την ελευθερία του άλλου, καταλήγει να στερεί τη δική του ελευθερία και ότι μια κοινότητα πολιτισμού, μια κοινή κληρονομιά και οι διηνεκείς συναλλαγές που δεν επιβάλλονται αλλά βασίζονται σε ιστορικές συμπληρωματικότητες είναι απείρως προτιμότερες από την αδικία και από την ευθραυστότητα των αυτοκρατοριών».
Οι τρεις ευρωβουλευτές αναγνωρίζουν, φυσικά, πως επί του παρόντος οι σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών είναι ιδιαίτερα τεταμένες ενώ τα ζητήματα που τις χωρίζουν πολλά και πολύπλοκα. Προβλέπουν, ωστόσο, ότι πολύ σύντομα οι νέοι πολίτες της Ρωσίας θα συμβιβαστούν με το γεγονός πως παλιές κτήσεις τους κατέστησαν ανεξάρτητα κράτη.
«Αυτή η μέρα θα έρθει, είμαστε σίγουροι, και μαζί σας, μαζί με αυτή τη νέα γεμάτη αυτοπεποίθηση και δημοκρατική Ρωσία που θα είναι γαλήνια και ελεύθερη καθώς θα έχει ειρηνικές σχέσεις με τους πιο κοντινούς γείτονές της, θα οικοδομήσουμε μια ήπειρο ανταλλαγών, ελευθερίας και σταθερότητας. Σας το λέμε αυτό, γιατί αισθανόμαστε την ελευθερία να τρέμει στις καρδιές σας, γιατί θα ξαναρχίσετε τη διακοπτόμενη πορεία σας προς τη δημοκρατία, γιατί εκείνη τη μέρα θα γεννηθεί μια νέα Ευρώπη, ελεύθερη, δυνατή και υποδειγματική, μια Ευρώπη που θα είμαστε περήφανοι να την αφήσουμε στα παιδιά μας γιατί είναι η κοινή μας φιλοδοξία και η κοινή μας μοίρα που πραγματώνουμε μαζί για το καλό όλων μας». Ολοκληρώνοντας το «μήνυμα φιλίας» προς τους πολίτες της Ρωσίας οι τρεις ευρωβουλευτές επευφημούν υπέρ της Ευρώπης, υπέρ της ειρήνης, υπέρ της ελευθερίας.