Την περασμένη Παρασκευή, η Τζέιν Φόντα πέρασε άλλη μια νύχτα στο κρατητήριο μετά την τέταρτη σύλληψή της μέσα σε ένα μήνα καθώς συμμετείχε για ακόμη μία φορά σε μια διαδήλωση έξω από το Καπιτώλιο στην Ουάσινγκτον ενάντια στην αδιαφορία των πολιτικών για την κλιματική αλλαγή.
Τη νύχτα πριν από την τελευταία σύλληψή της, ένα μέλος της ομάδας που διαχειρίζεται τα social media της σταρ, τη ρώτησε αν επρόκειτο να γράψει γράμμα από τη φυλακή. «Πώς;», απάντησε η Φόντα, «Θα μείνω χωρίς το τηλέφωνό μου», σκέφτηκε για μια στιγμή και πρόσθεσε αστειευόμενη: «και τις πάνες ενηλίκων»… Είπε επίσης ότι επιστολή έγραψε από τη φυλακή ο αιδεσιμότατος Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Αλλά εκείνη; Οχι. Δεν είχε σκοπό να το κάνει και το σχέδιο ακυρώθηκε.
Κατά την τελευταία σύλληψή της έξω από το Καπιτώλιο
Η 81χρονη Τζέιν Φόντα, γράφουν οι New York Times, μετακόμισε στην Ουάσινγκτον το Σεπτέμβριο θέλοντας να τονίσει πόσο επείγον είναι το θέμα της κλιματικής αλλαγής. Για τον λόγο αυτό κάθε Παρασκευή, εδώ και τέσσερις εβδομάδες, διοργανώνει διαδηλώσεις έξω από το Καπιτώλιο, τυλιγμένη συμβολικά στο λαμπερό κόκκινο παλτό της. Και κάθε φορά συλλαμβάνεται. Στο πλάι της βρίσκονται κάποιοι διάσημοι φίλοι της, επίσης μορφές του Χόλιγουντ: ο Σαμ Γουότερστον, ο Τεντ Ντάνσον, και την περασμένη Παρασκευή η Κάθριν Κίνερ και η Ροζάνα Αρκέτ. Η Φόντα σχεδιάζει να συνεχίσει τις διαμαρτυρίες μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου, οπότε θα αρχίσει να προβάλλεται στο Netflix η έκτη σεζόν της σειράς «Grace and Frankie», στην οποία πρωταγωνιστεί μαζί με τη Λίλι Τόμλιν, και όπως είπε, παρά τις προσπάθειές της να αναβάλει τα γυρίσματα για έναν χρόνο, δεν τα κατάφερε.
Δήλωσε, μάλιστα, ότι περιμένει να γιορτάσει τα 82α γενέθλιά της στις 21 Δεκεμβρίου στη φυλακή…
Ασφαλώς, δεν είναι η πρώτη φορά που η Τζέιν Φόντα τραβάει πάνω της τα φώτα της δημοσιότητας με τη δράση της. Πολιτικοποιημένη έντονα από τη δεκαετία του 1960 και υποστηρίκτρια του κινήματος κατά του πολέμου του Βιετνάμ, δέχθηκε συχνά αρνητική κριτική και τα πυρά του συντηρητικού Τύπου, πράγμα που επηρέασε την καριέρα της. Εκείνα τα χρόνια στα ταξίδια της στη Γαλλία, ήρθε σε επαφή με αριστερούς διανοούμενους που ήταν επίσης αντίθετοι στον πόλεμο. Υποστήριξε τους αυτόχθονες Αμερικανούς, το 1960, μάλιστα μαζί με άλλους διάσημους, βρέθηκε στο πλευρό των Ινδιάνων που είχαν κάνει κατάληψη στο νησί Αλκατράζ θέλοντας να τραβήξουν την προσοχή του κοινού στα δικαιώματά τους.
Εναν χρόνο αργότερα, η χολιγουντιανή σταρ μαζί με τον ηθοποιό Ντόναλντ Σάδερλαντ και τον ακτιβιστή Φρεντ Γκάρντνερ, δημιούργησαν ένα είδος πολιτικής επιθεώρησης που αποκαλούσαν FTA Tour (Free the Αrmy Τour) με την οποία περιόδευσαν κατά μήκος της δυτικής ακτής των ΗΠΑ συνομιλώντας με στρατιώτες που θα πήγαιναν να πολεμήσουν στο Βιετνάμ.
Ακόμα, στις αρχές της δεκαετίας του 1970 υποστήριξε τους Χιού Νιούτον και Μπόμπι Σιλ, ιδρυτές του Κόμματος των Μαύρων Πανθήρων, δηλώνοντας: «Η επανάσταση είναι πράξη αγάπης, είμαστε τα παιδιά της επανάστασης, που γεννήθηκαν για να γίνουν επαναστάτες. Τρέχει στο αίμα μας». Και αποκάλεσε τους Μαύρους Πάνθηρες «την επαναστατική μας πρωτοπορία … πρέπει να τους υποστηρίξουμε με αγάπη, χρήματα, προπαγάνδα και ρίσκο». Συμμετείχε επίσης στο φεμινιστικό κίνημα και σε διαδηλώσεις για τα πολιτικά δικαιώματα.
Το 1972 ταξίδεψε στο Βόρειο Βιετνάμ προκαλώντας με την κίνησή της αυτή για άλλη μια φορά θύελλα αντιδράσεων. Μάλιστα έκτοτε κάποιοι δημοσιογράφοι συνήθιζαν να την αποκαλούν «Ανόι Τζέιν» («Hanoi Jane»), από την πρωτεύουσα του Βιετνάμ . Κατά την παραμονή της στο Βιετνάμ, η Φόντα συμμετείχε σε 10 ραδιοφωνικές εκπομπές όπου αποκαλούσε τα ανώτατα στελέχη του αμερικανικού κράτους και του αμερικανικού στρατού εγκληματίες πολέμου. Επισκέφθηκε, επίσης, τους αμερικανούς αιχμαλώτους πολέμου και τους μετέφερε μηνύματα από τις οικογένειές τους.
Αυτή τη φορά με τις διαμαρτυρίες της στέκεται στο πλευρό της Γκρέτα Τούνμπεργκ και των μαθητών που διαδηλώνουν σε όλο τον κόσμο για την κλιματική αλλαγή.
Την περασμένη Παρασκευή το βράδυ οι τρεις σταρ, Φόντα, Αρκέτ και Κίνερ ήταν ανάμεσα στους 46 διαδηλωτές στους καρπούς των οποίων η αστυνομία πέρασε πλαστικούς σφιγκτήρες αντί για χειροπέδες και τους οδήγησε στο κρατητήριο. Λίγες ώρες αργότερα η Αρκέτ και η Κίνερ απελευθερώθηκαν, η Τζέιν Φόντα όμως, όπως αναμενόταν λόγω και των προηγούμενων συλλήψεών της, πέρασε όλη τη νύχτα στη φυλακή. «Μια νύχτα, σιγά την υπόθεση!», δήλωσε στους δημοσιογράφους κατά την αποφυλάκισή της. Τους είπε ακόμη ότι χρησιμοποίησε το παλτό της για στρώμα και ότι τα γέρικα κόκαλά της πονούσαν.
Αυτή η νύχτα τής θύμισε μια άλλη σύλληψή της, το 1970, όταν η βραβευμένη με Οσκαρ ηθοποιός πέρασε μια νύχτα σε κελί των φυλακών του Κλίβελαντ. Επιστρέφοντας από μια διαδήλωση στον Καναδά κατά του πολέμου στο Βιετνάμ συνελήφθη κατηγορούμενη για κατοχή ναρκωτικών, ενώ όπως υποστηρίζει επρόκειτο για βιταμίνες: «Όταν πέρασα μια νύχτα στη φυλακή στο Κλίβελαντ… ήταν όλοι λευκοί και τώρα όλοι είναι μαύροι, είναι ο νέος “Τζιμ Κρόου” (ρατσιστικός νόμος που επέβαλλε τον φυλετικό διαχωρισμό στον Νότο των ΗΠΑ μέχρι το 1960)», δήλωσε η Φόντα στην Washington Post, αναφερόμενη στο γεγονός ότι οι Αφροαμερικανοί που φυλακίζονται σήμερα είναι πολύ περισσότεροι από τους λευκούς, «Και αυτό με κάνει να λυπάμαι», είπε.
Η θρυλική φωτογραφία της Τζέιν Φόντα με σηκωμένη γροθιά κατά την σύλληψή της στο Κλίβελαντ
Η σταρ είναι υγιής, αλλά μια σύλληψη στην ηλικία της δεν παύει να είναι πρόκληση: το να διατηρήσει την ισορροπία της, για παράδειγμα, καθώς αναγκάζεται να σκαρφαλώσει στην κλούβα με τα χέρια δεμένα, δεν είναι κάτι τόσο απλό. Η αλήθεια είναι ότι την τελευταία φορά –οι συλληφθέντες είχαν τριπλασιαστεί σε σχέση με την αρχή των διαδηλώσεων- τα πράγματα ήταν πιο εύκολα αφού η αστυνομία είχε φέρει ένα μικρό λεωφορείο με χαμηλά σκαλοπάτια.
Η Φόντα οδηγεί ηλεκτρικό αυτοκίνητο, αποφεύγει το πλαστικό, τρώει λιγότερο κόκκινο κρέας και έχει μειώσει τα αεροπορικά ταξίδια – σημειωτέον ότι οι celebrities συνήθως πετούν με ιδιωτικά τζετ, ενώ εκείνη προτιμάει τις κοινές πτήσεις- αλλά δήλωσε ότι διαδηλώνει γιατί νιώθει την ανάγκη να κάνει περισσότερα.
«Γιατί να είσαι διασημότητα εάν δεν μπορείς να το αξιοποιήσεις για κάτι που είναι τόσο σημαντικό;» είπε. Και ελπίζει να εμπνεύσει και άλλους να πλημμυρίσουν τους δρόμους αναγκάζοντας τους νομοθέτες να υποχρεώσουν τις εταιρείες ορυκτών καυσίμων να αφήσουν στο έδαφος αποθέματα πετρελαίου αξίας τρισεκατομμυρίων δολαρίων.