Η ιδέα τού ήρθε κάποιο βράδυ, άνοιξη του 1975, σε ένα σινεμά στο Λος Αντζελες παρακολουθώντας τον αγώνα του Μοχάμεντ Αλι με τον Τσακ Γουέμπνερ. Εκείνο το βράδυ έγινε η σύλληψη του «Ρόκι». Και έναν χρόνο μετά, τέτοιες ημέρες, πριν από 40 χρόνια, τέλη Νοεμβρίου 1976, γεννήθηκε ένα φιλμ που έκανε διάσημο τον πρωταγωνιστή του, τού χάρισε δύο υποψηφιότητες για Οσκαρ (α’ ανδρικού ρόλου και σεναρίου), πήρε το Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας και απέκτησε πέντε-έξι συνέχειες.
Ο Σιλβέστερ Σταλόνε δεν έχει ξεχάσει τι οφείλει σε εκείνον τον κινηματογραφικό ήρωα. Οχι μόνο στον αγνό Ρόκι της πρώτης ταινίας, αλλά πιθανότατα και τον ψυχροπολεμικό που ισοπέδωσε έναν σοβιετικό γίγαντα μέσα στη Μόσχα. Οταν, πάντως, τον περασμένο Ιανουάριο ο 69χρονος πια Σταλόνε τιμήθηκε από τις Χρυσές Σφαίρες με τον βραβείο β’ ρόλου για το «Creed» θυμήθηκε ακριβώς εκείνον, «τον καλύτερό του φίλο Ρόκι Μπαλμπόα».
Ή το άλτερ έγκο του; «Υπάρχουν κάποια κοινά στοιχεία ανάμεσα στον Ρόκι και μένα» έλεγε σε μια συνέντευξή του στους New York Times με αφορμή την έξοδο της ταινίας στους κινηματογράφους. «Ο Ρόκι έχει τη θέληση, την ευφυΐα και το ταλέντο που χρειάζονται για να γίνει πρωταθλητής αλλά κανένας δεν το είχε παρατηρήσει πριν. Κι έπειτα, όταν παρουσιάζεται η ευκαιρία όλοι λένε “Εϊ, κοιτάξτε τον Ρόκι, είναι καλός”. Αυτό ακριβώς συνέβη και με μένα. Όταν επιτέλους μας παρουσιάστηκε η ευκαιρία σφίξαμε τα δόντια και πήγαμε μέχρι το τέλος. Αυτό είναι το κοινό μας σημείο».
Ο μύθος λέει ότι ο Σταλόνε έγραψε το σενάριο της ταινίας μέσα σε τρεις ημέρες με ένα μπικ στυλό. Το έχει περιγράψει ο ίδιος ο Σταλόνε, που βέβαια σε κάτι τέτοια συνηθίζει να κομπάζει. Σε αυτές τις τρεις ημέρες, υπήρξε ένα διάστημα 20 ωρών που έγραφε χωρίς να σηκωθεί από την καρέκλα του. Μόνο όταν τελείωσε, η τότε σύζυγός του, Σάσα, πήρε το σενάριο για να το δακτυλογραφήσει στη γραφομηχανή. Μέσα σε αυτές τις σελίδες, ο αληθινός Τσακ Γουέμπνερ είχε μεταμορφωθεί σε έναν νεαρό Ιταλομαερικανό που είχε λίγα μέσα στη διάθεσή του αλλά πολύ πάθος.
Η ιστορία εκείνου του πρώτου Ρόκι ήταν μια ιστορία οικονομικών δυσκολιών, επιβίωσης στην περιφέρειας μιας μεγαλούπολης, έρωτα για την Αντριάνα, τραυματισμών, φιλίας και αφοσίωσης. Οι παραγωγοί προσέφεραν 265.000 δολάρια στον Σταλόνε για το σενάριο, ενώ στον πρώτο ρόλο φαντάζονταν κάποιον από τους Μπαρτ Ρέινολντς, Τζέιμς Κάαν και Ράιαν Ο Νιλ. Ο Σταλόνε έθεσε έναν όρο: να παίξει τον ήρωά του ο ίδιος.
Το φιλμ γυρίστηκε με λίγα χρήματα μέσα σε 28 ημέρες. Στους μικρότερους ρόλους έπαιξαν διάφοροι συγγενείς του Σταλόνε. Ο πατέρας του είναι ο τύπος που κρατάει το χρονόμετρο στη σκηνή του αγώνα, ο αδελφός του Φρανκ Τζούνιορ έπαιξε έναν μουσικό του δρόμου – ακόμη και ο σκύλος του έπαιξε τον σκύλο του Ρόκι. Στο μεταξύ, ο ίδιος προπονούνταν έξι ώρες την ημέρα για να γίνει πραγματικός μποξέρ. Και σταρ: καθόλου άσχημα για κάποιον με παρελθόν φύλακα στον ζωολογικό κήπο του Σέντραλ Παρκ (καθάριζε τα κλουβιά των λιονταριών), ταξιθέτη σε κινηματογράφο (είχε απολυθεί επειδή είχε προσπαθήσει να πουλήσει ένα εισιτήριο της ταινίας M.A.S.H. για είκοσι δολάρια) και ηθοποιού σε πορνό (στην Ιταλία η ταινία παίχτηκε μετά την επιτυχία του Ρόκι με τίτλο «Σταλόνε, ο Ιταλός»).
Ολα αυτά, όμως, ήταν παρελθόν. Ο Ρόκι είχε κοστίσει κάτι περισσότερο από 2 εκατομμύρια δολάρια κι είχε βγάλει 225. Κέρδισε και τρία Οσκαρ – καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και μοντάζ. Ο ίδιος ο Σταλόνε δεν βραβεύτηκε ούτε ως ηθοποιός ούτε ως σεναριογράφος, μολονότι ίσως να το άξιζε. Ελάχιστη σημασία είχε. Γιατί λίγοι μπορούσαν να φωνάξουν από το ρινγκ, πρησμένοι από τα χτυπήματα, «Αντριαν, Αντριαν», όπως αυτός.