Προτομή του Νιε Ερ, συνθέτης του εθνικού ύμνου της Κίνας, στην Κουνμίνγκ - πρωτεύουσα της επαρχίας Γιουνάν | Wikimedia Commons/CC BY-SA 3.0
Θέματα

Αμερικανικές νότες στον εθνικό ύμνο της Κίνας

Η ιστορία του εθνικού ύμνου της Λαϊκής Δημοκρατίας κράτησε περισσότερο από μισό αιώνα, ενώ για πάντα θα εμπεριέχει το πνεύμα των συντελεστών του -οι οποίοι είχαν βίαιο και άδοξο τέλος- αλλά και ενός μαύρου άντρα με υπέροχη φωνή. Στιγμές από ένα επαναστατικό τραγούδι, στην άλλη όχθη του Ειρηνικού
Protagon Team

«Η Πορεία των Εθελοντών» είναι ο εθνικός ύμνος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Ακούστηκε για πρώτη φορά πριν από τον Δεύτερο Σινοϊαπωνικό Πόλεμο -μεταξύ Κίνας και Ιαπωνίας (1937-1945)- και φέρει την υπογραφή τού ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Τιαν Χαν, ενώ μελοποιήθηκε υπό τις μουσικές γνώσεις του Νιε Ερ.

Για την ακρίβεια, η μουσική είχε γραφτεί ήδη από τον Νιε Ερ το 1935 και, σχεδόν, 50 χρόνια αργότερα έγινε ο επίσημος εθνικός ύμνος της Κίνας. Ο συνθέτης, όμως, ο Ερ, δεν πρόλαβε ποτέ να τον ακούσει να παιανίζει στην Κόκκινη Πλατεία ή σε κάποια άλλη επίσημη εκδήλωση: εκείνη τη χρονιά, το 1935, σε ηλικία 23 ετών, πνίγηκε στον Κόλπο Σαγκάμι της Ιαπωνίας. Αλλά η πορεία, όχι απαραίτητα των Εθελοντών, αλλά αυτού του ύμνου, όπως και η ιστορία του, παραμένει ακόμη ζωντανή.

Σήμερα, οι κανόνες που συντάχθηκαν από μια μόνιμη επιτροπή νομοθετών της Κίνας, το Εθνικό Λαϊκό Κογκρέσο, απαγορεύουν τη χρήση του ύμνου «Η Πορεία των Εθελοντών» σε ιδιωτικές εκδηλώσεις, όπως κηδείες ή ως μουσική υπόκρουση σε δημόσιους χώρους, επί ματαίω. Ο κανονισμός προβλέπει τη σύλληψη και την κράτηση έως και 15 ημερών για εκείνους που θεωρούνται ότι βυσσοδομούν-εκτελούν και ερμηνεύουν άτσαλα τον ύμνο ή προβαίνουν σε παρωδίες. Ο στόχος είναι, όπως ρητά αναφέρει ο νόμος, «ο σεβασμός και η προστασία ενός εθνικού συμβόλου». Ο κινέζος νομοθέτης σημείωσε, μάλιστα, ότι οι Κινέζοι δεν επιτρέπεται να τοποθετούν τα χέρια τους στην καρδιά τους όταν ερμηνεύουν την «Πορεία των Εθελοντών». Γιατί; Επειδή αυτή η χειρονομία είναι πολύ «αμερικάνικη».

Η μακρόχρονη γοητεία της «Πορείας των Εθελοντών», όπως μετέδωσε το Quartz, έγκειται στην πολύπλοκη ιστορία αυτού του ύμνου, η οποία περιλαμβάνει μια από τις πιο συναρπαστικές αμερικανικές φωνές του 20ού αιώνα.

Η πρώτη παρτιτούρα του τραγουδιού – αργότερα εθνικού ύμνου της Κίνας (Wikimedia Commons/Public domain)

«Η Πορεία των Εθελοντών» ξεκίνησε τη ζωή της ως μουσικό θέμα της ταινίας για τα «Παιδιά των ταραγμένων χρόνων», του 1935, μια ταινία με έντονα Αριστερά μηνύματα, με την υπογραφή στην παραγωγή από την κινηματογραφική εταιρεία «Diantong» της Σαγκάης. Η ταινία στηλίτευε τους κακούς λιμενικούς εργάτες οι οποίοι διαβρώθηκαν από τη Δυτική πνευματική ρύπανση και εκμεταλλεύονταν τους αγνούς κινέζους κομμουνιστές. Κάποιοι το χαρακτηρίζουν ως «εύκολη, αριστερή προπαγάνδα».

Στην ίδια ταινία παρουσιάζεται και η ιστορία ενός νεαρού ποιητή από το Τσινγκτάο, πόλη της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, ο οποίος ξυπνά από τον συναισθηματικό του λήθαργο και αποφασίζει ότι θα δώσει τη ζωή του για έναν σπουδαίο σκοπό. Προσχωρεί, λοιπόν, εθελοντικά στον στρατό για να πολεμήσει τους ιάπωνες εισβολείς στα βορειοανατολικά της χώρας. Ο ποιητής παίρνει το όπλο του και δίπλα του είναι ένα κορίτσι το οποίο εγκατέλειψε τον χορό για να πολεμήσει σαν άντρας αυτούς που επιβουλεύονταν την εδαφική ακεραιότητα της χώρας της. Και κάπου εκεί η ταινία δείχνει τους δύο νέους να ερμηνεύουν μαζί το τραγούδι που έγραψαν ο Τιαν Χαν και ο Νιε Ερ.

«Σηκωθείτε! Ολοι όσοι αρνείστε να είστε σκλάβοι!
Ας γίνει η σάρκα και το αίμα μας το νέο μας Μεγάλο Τείχος!
Καθώς το κινεζικό έθνος αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη απειλή
Ολοι με δύναμη βγάζουν τις τελευταίες τους κραυγές.
Σηκωθείτε! Σηκωθείτε! Σηκωθείτε!
Ας χτυπήσουν σαν μια οι μυριάδες καρδιές μας
Γενναία η φωτιά του εχθρού, προχωράτε!
Γενναία η φωτιά του εχθρού, προχωράτε!
Προχωράτε μπροστά! Προχωράτε μπροστά! Μπροστά!»

Ο Τιαν Χαν είχε προσχωρήσει στο Κομμουνιστικό Κόμμα το 1932 και έπεισε τον Ερ να το κάνει και εκείνος, έναν χρόνο αργότερα. Και οι δυο τους αναδείχθηκαν ως ενεργές φιγούρες στην ακμάζουσα Αριστερή ιδεολογία, η οποία εκφράστηκε (και) μέσα από διάφορες κινηματογραφικές σκηνές. Λίγο μετά την ολοκλήρωση του έργου του για τα «Παιδιά των ταραγμένων χρόνων» , ο Τιαν τέθηκε από τις Αρχές σε κατ ‘οίκον περιορισμό, αφού θεωρήθηκε ότι είχε αποκτήσει δύναμη και αναγνωρισιμότητα με το έργο του – άρα, μπορούσε να επηρεάσει πολλούς και οι κινέζοι ανώτατοι αξιωματικοί παρουσίαζαν «αναφυλαξία» με κάτι τέτοια. Ετσι κι αλλιώς, μέχρι το τέλος του 1935, το Αριστερό κινηματογραφικό κίνημα είχε ουσιαστικά τελειώσει, ως αποτέλεσμα πολιτικών πιέσεων – κανείς και ποτέ δεν κατάλαβε τον κύριο λόγο. Αλλά «Η Πορεία των Εθελοντών» συνέχισε το ταξίδι της…

Το 1935, η κινεζική θυγατρική της Pathé Records -δισκογραφική εταιρεία της Γαλλίας- παρήγαγε έναν δίσκο γραμμοφώνου που είχε χαραγμένο στις αυλακιές του αυτό το τραγούδι, τον οποίο οι αγοραστές μπορούσαν να τον βρουν στα ράφια του πολυκαταστήματος «Shanghai Wing On». Μέσα σε λίγους μήνες, μέχρι το μέσο του 1936, το τραγούδι έγινε viral, όπως θα λέγαμε σήμερα.

O Λιου Λάνγκμο, ένας Αριστερός ακτιβιστής, το καλοκαίρι του 1936 διοργάνωσε μια σειρά δημόσιων εκδηλώσεων ως μέρος ενός «Πατριωτικού Κινήματος Τραγουδιών». Κάτω από την αόρατη μπαγκέτα τού Λιου συγκεντρώθηκαν πλήθη και τραγουδούσαν μια σειρά από τραγούδια τα οποία θα αποτελούσαν το επαναστατικό «μπαρούτι» – όπως οι «Πρωτοπόροι» και, εννοείται, «Η Πορεία των Εθελοντών». Η επόμενη επίσημη αναφορά της «Πορείας των Εθελοντών» ήρθε το 1939 μέσω του ντοκιμαντέρ «The 400 Million», στο οποίο αποτυπώθηκαν όλα τα δεινά της Κίνας κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Σινοϊαπωνικού Πολέμου.

Ενας ύμνος στην Αμερική

Ο κινηματογραφιστής τού ντοκιμαντέρ ήταν ο Τζόρις Αϊβενς. Προτού φύγει από την Κίνα για να επιστρέψει πίσω στις Ηνωμένες Πολιτείες, χάρισε σε έναν εκπρόσωπο του  Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) την κάμερα των 33 χιλιοστών που είχε χρησιμοποιήσει στα γυρίσματα – η οποία έγινε η πρώτη κινηματογραφική μηχανή τής «Yan’an Film Group» του ΚΚΚ. Με αυτήν κατεγράφησαν λογιών επαναστατικά καρέ, το ίδιο έτος. Η κάμερα είναι έκθεμα τώρα, στο Μουσείο Επαναστατικής Ιστορίας της Κίνας.

Το 1940, τη χρονιά που προβλήθηκε το ντοκιμαντέρ-ταινία μικρού μήκους «The 400 Million», ο Λιου έφυγε από την Κίνα και πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες, κουβαλώντας στις αποσκευές του κινεζικά τραγούδια αντίστασης. Επισκέφθηκε αμερικανικές πόλεις, ευαισθητοποιώντας για τον πόλεμο αντίστασης της Κίνας ενάντια στον εισβολέα που λεγόταν «Ιαπωνία». Δέκα χρόνια αργότερα, γράφοντας στην εφημερίδα «China Daily News», ο Λιου -αφού υπενθύμισε τον αγώνα που δόθηκε στην άλλη άκρη του Ατλαντικού- σημείωσε το πώς ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με μια από τις μεγάλες αμερικανικές φωνές της εποχής. Ο λόγος για τον Πολ Ρόμπσον, πρώην επαγγελματίας αθλητής και πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του πανεπιστημίου Κολούμπια, ο οποίος -από τη δεκαετία του ’30- είχε γίνει διεθνώς γνωστός για τη φωνή, για την ερμηνεία του σε ταινίες του Κινηματογράφου, αλλά και ως αγωνιστής για τα πολιτικά δικαιώματα, ενώ ήταν δηλωμένος κομμουνιστής.

Οπως έγραψε στην εφημερίδα ο Λιου, σκέφτηκε ότι αυτός ο μαύρος καλλιτέχνης θα μπορούσε να ερμηνεύσει με τον ιδιαίτερο τρόπο του τα κινέζικα τραγούδια αντίστασης. Οταν έγινε η γνωριμία με τον ύψους 1,90 Πολ και ο Λιου τού εξήγησε τι ήθελε να κάνει, εκείνος ενθουσιάστηκε και αναφωνούσε «Υπέροχο! Υπέροχο!». Λίγες εβδομάδες αργότερα, ο Ρόμπσον πραγματοποίησε μια συναυλία σε στάδιο του δυτικού Χάρλεμ και λίγο πριν πέσει η αυλαία, ο ερμηνευτής είπε στο κοινό: «Απόψε, θέλω να τραγουδήσω ένα τραγούδι για τον ηρωικό κινεζικό λαό και τη μάχη που δίνει». Και, έτσι, με τέλεια κινεζική προφορά, ερμήνευσε την «Πορεία των Εθελοντών».

Το 1941 ο Ρόμπσον ηχογράφησε το τραγούδι, που ονομάστηκε -πιο εύηχα- «Τσι Λάι», μαζί με μια χορωδία κινέζων νεολαίων που ο Λάνγκμο μπόρεσε να βρει ανάμεσα σε κινέζους εργάτες ρούχων στη Νέα Υόρκη. Τα έσοδα από την πώληση των δίσκων διατέθηκαν για την πολεμική προσπάθεια της Κίνας.

Η ερμηνεία τού Ρόμπσον στην «Πορεία των Εθελοντών» προσέδωσε στο τραγούδι μια εξώκοσμη μουσική δύναμη και ο τραγουδιστής έγινε, σύμφωνα με τα λόγια του Λιου, «ένας εκπληκτικός, ισχυρός εκπρόσωπος της κινεζικής αντίστασης ενάντια στην ιαπωνική επιθετικότητα».

Ο πληθωρικός Πολ Ρόμπσον (YouTube)

Το 1944, «Η Πορεία των Εθελοντών» χρησιμοποιήθηκε από την αμερικανική προπαγάνδα υπέρ της μάχης της Κίνας -και κατά των μισητών, κατά τους Αμερικανούς, Ιαπώνων- στην έκτη ταινία της σειράς «Why We Fight» («Γιατί πολεμάμε»), μια παραγωγή του αμερικανικού επιτελείου στρατού. Το μουσικό κομμάτι που επένδυσε τα πλάνα από τη μάχη της Κίνας ενάντια στους Ιάπωνες ήταν, λοιπόν, «Η Πορεία των Εθελοντών», υπό την εκτέλεση, όμως, της μπάντας της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας.

Η πρώτη επίσημη κινεζική αναφορά στην «Πορεία των Εθελοντών» έγινε στις 25 Ιουλίου 1946, στην εφημερίδα «People’s Daily», μόλις έναν μήνα μετά την οριστικοποίησή της ως επίσημο όργανο προπαγάνδας της Διοίκησης του Κόκκινου Στρατού της Κίνας. Ευκαιρία στάθηκε η ενδέκατη επέτειος του θανάτου του Ερ, του συνθέτη του τραγουδιού. Στο αφιέρωμα της εφημερίδας γράφτηκε: «Η μουσική πρέπει να εκφράζει την κοινωνική πραγματικότητα και οι μουσικοί μας θα πρέπει να ασκούν τη μαζική γραμμή, διασφαλίζοντας ότι οι φωνές των τραγουδιών τους θα ακούγονται από τις μάζες».

Τον Σεπτέμβριο του 1949, ορίστηκε η «Πορεία των Εθελοντών» ως εθνικός ύμνος της χώρας. Σε συνάντηση στο Πεκίνο για την κατάρτιση του νέου κράτους, το συμβουλευτικό όργανο της Πολιτικής Συμβουλευτικής Διάσκεψης αποφάσισε ότι «πριν από τον επίσημο ορισμό εθνικού ύμνου της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, προσωρινά ο εθνικός ύμνος θα είναι “Η Πορεία των Εθελοντών”».

Αν και ορίστηκε προσωρινά ως ο εθνικός ύμνος της χώρας, η «Πορεία των Εθελοντών» παρέμεινε ως βασικό κεντρικό συστατικό του πατριωτισμού της κινεζικής πολιτικής ζωής στη δεκαετία του ‘50 και στη δεκαετία του ‘60. Η κινεζική εφημερίδα «Λαϊκή Ημερησία» ανέφερε την 1η Νοεμβρίου 1965 ότι ο πρωθυπουργός Τσου Εν Λάι εμφανίστηκε σε μια συναυλία που σημάδεψε την 30ή επέτειο από τον θάνατο του συνθέτη του ύμνου, του Ερ. Η εκδήλωση κορυφώθηκε καθώς ο Λάι, μαζί με τους ερμηνευτές, επί σκηνής, αλλά κι όλο το ακροατήριο, ερμήνευσαν με πάθος την «Πορεία των Εθελοντών».

Μέχρι τον Μάιο του 1966, η Πολιτιστική Επανάσταση του Μάο ήταν σε εξέλιξη. Ενα από τα πρώτα του θύματα ήταν ο Τιαν Χαν, ο ποιητής που είχε γράψει τους στίχους για την «Πορεία των Εθελοντών». Τον Φεβρουάριο του 1966 επικρίθηκε ως «δηλητηριώδες ζιζάνιο» στις σελίδες της «Λαϊκής Ημερησίας» και κατονομάστηκε ως άνθρωπος που ήθελε να υπονομεύσει το καθεστώς. Υποβλήθηκε σε βίαια βασανιστήρια και, τελικά, φυλακίστηκε χωρίς δίκη. Πέθανε στη φυλακή, στις 10 Δεκεμβρίου 1968.

Το τέλος της Πολιτιστικής Επανάστασης έφερε, επιτέλους, «αποκατάσταση», τόσο για τα τραγούδια αντίστασης της Κίνας, όσο και για εκείνους που τα δημιούργησαν. Τον Απρίλιο του 1979 έγινε μια τελετή αποκατάστασης για τον Τιαν Χαν, περισσότερα από 10 χρόνια μετά τον θάνατό του. Η επίσημη εφημερίδα του κινεζικού κόμματος «People’s Daily» σημείωσε – ποια άλλη εξήγηση θα μπορούσε να υπάρξει; – ότι «ο σύντροφος Χαν έπεσε σκληρά διωκόμενος από τα χέρια της “συμμορίας των τεσσάρων”, η οποία κατηγορήθηκε για τα χειρότερα επεισόδια της Μεγάλης Προλεταριακής Πολιτιστικής Επανάστασης».

Εν μέσω αναταραχής της Πολιτιστικής Επανάστασης και ένας άλλος θάνατος δεν είχε ληφθεί υπόψη: εκείνος του αμερικανού τραγουδιστή Ρόμπσον. Ο Πολ είχε πεθάνει στις 23 Ιανουαρίου 1976, αλλά και σε εκείνον -καθυστερημένα, το 1981- απέτισε φόρο τιμής η «People’s Daily». «Στην περίοδο του πολέμου της κινεζικής αντίστασης, τραγουδούσε την “Πορεία των Εθελοντών” στην κινεζική γλώσσα, υποστήριξε τον πόλεμο του κινεζικού λαού ενάντια στους Ιάπωνες και έγινε πραγματικός φίλος του έθνους μας», υπογράμμισε η εφημερίδα.

O -σχεδόν εγκληματίας- Τιαν Χαν, στη φωτογραφία που δημοσίευσε η «Λαϊκή Ημερησία» (YouTube)

Στις 5 Δεκεμβρίου 1982, την επομένη της υιοθέτησης του νέου Συντάγματος της Κίνας -με τη διατύπωση του άρθρου 35 σχετικά με την προστασία της «ελευθερίας του λόγου, του Τύπου, του συνέρχεσθαι, του συνεταιρισμού και των διαδηλώσεων- εγκρίθηκε ψήφισμα του Εθνικού Λαϊκού Κογκρέσου για τον χαρακτηρισμό τής «Πορείας των Εθελοντών» ως ο βασικός εθνικός ύμνος της χώρας. Τον Μάρτιο του 2004 έγινε μια τροποποίηση στο Σύνταγμα της Κίνας, όπου εκεί πέρασε, πλέον, και επίσημα η «Πορεία των Εθελοντών», ως ο επίσημος εθνικός ύπνος.

Εδώ και κάποια χρόνια, το Χονγκ Κονγκ έχει τον ίδιο ύμνο με τη «μαμά» Κίνα, αν και αυτό δεν χαροποιεί ιδιαίτερα ένα σημαντικό μέρος του κινεζικού πληθυσμού, ο οποίος -θυμίζουμε- πρέπει να ξέρει πότε πρέπει να ερμηνεύει την «Πορεία των Εθελοντών».

Το βέβαιο είναι ότι αυτή η κινεζική ιστορία του εθνικού ύμνου κράτησε πάνω από μισό αιώνα, ενώ για πάντα θα κουβαλά μέσα του τις καρδιές και τις ψυχές των συνθετών του -που είχαν βίαιο και άδοξο τέλος- αλλά και ενός υπέροχου, ψηλού, μαύρου.