Σήμερα ενδεχομένως να ακούγεται περίεργο. Αλλά αποτελεί γεγονός πως η Ινγκριντ Μπέργκμαν θεωρούνταν κάποτε απειλή για τα χρηστά ήθη της Αμερικής.
Όταν η καλλονή από τη Σουηδία με την αυστηρή βόρεια γοητεία αποκάλυψε, στα τέλη της δεκαετίας του ’40, τον παράνομο δεσμό της με τον ιταλό νεορεαλιστή σκηνοθέτη Ρομπέρτο Ροσελίνι, βρέθηκε στο στόχαστρο της Επιτροπής Αντιαμερικανικών Ενεργειών της Γερουσίας των ΗΠΑ, με πολλούς ηθικολόγους πολιτικούς να απαιτούν έως και τον αποκλεισμό της από τα καλλιτεχνικά δρώμενα.
Η απόφασή της να εκτεθεί δημοσίως με αυτόν τον τρόπο στην υπερσυντηρητική αμερικανική κοινωνία της εποχής, ερχόταν σε απόλυτη αντίθεση με την έντονη επιθυμία ή, μάλλον την ανάγκη της εμβληματικής ηθοποιού να ζήσει ελεύθερα την προσωπική της ζωή, γεγονός που θίγει έμμεσα και η ίδια στο «Ingrid Bergman: In her own words», ένα ντοκιμαντέρ του Σουηδού Στιγκ Μπγιόρκμαν αφιερωμένο στη ζωή του «χρυσού κοριτσιού» του Χόλιγουντ που προβλήθηκε αυτές τις ημέρες από το BBC.
Σύμφωνα με τις κριτικές του βρετανικού Τύπου, αυτό που αποκαλύπτεται, κυρίως μέσα από την αλληλογραφία της Μπέργκμαν και τα ημερολόγιά της, είναι ότι υπήρξε μια γυναίκα που, παρότι τη λάτρευαν εκατομμύρια άνθρωποι, δεν έμαθε ποτέ να αγαπάει πραγματικά τον εαυτό της.
Ανησυχούσε για την υστεροφημία της, ένιωθε άβολα με την επιτυχία της σε μια περίοδο που παρά πολλές ηθοποιοί ήταν άνεργες και αμφέβαλλε για τα συναισθήματά της για πολλούς από τους εραστές της, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονταν ο Γκρέγκορι Πεκ και ο Ρόμπερ Κάπα.
Αλλες φορές η Μπέργκμαν εμφανίζεται περισσότερο συνοπτική αλλά εξίσου αποκαλυπτική, σημειώνοντας, για παράδειγμα, πως όταν συναντήθηκε πρώτη φορά με τον παραγωγό Ντέιβιντ Ο’ Σέλζνικ, που την ανέδειξε στο Χόλιγουντ, εκείνος «έκατσε, με κοίταξε, επαίνεσε τα αγγλικά μου και έφυγε».
Οσον αφορά τη μελαγχολία που τη διέκρινε, ενδεχομένως να ανάγεται στην παιδική της ηλικία, όταν έγραφε στο ημερολόγιό της, όντας μόλις 13 ετών: «Θεέ! Θεέ μου! Βοήθησε τον μπαμπά! Ηρέμησέ με, Θεέ, σε ικετεύω! Κάνε καλά τον μπαμπά, μην μας εγκαταλείπεις». Ο πατέρας, ωστόσο, έχασε τη μάχη για τη ζωή, με αποτέλεσμα η μικρή Ινγκριντ να μείνει ορφανή.
Και εκείνη, ωστόσο, θα εγκαταλείψει τα δικά της παιδιά για να συνεχίσει την καριέρα της αλλά και να αναζητήσει την προσωπική της ευτυχία. Φεύγοντας για την Αμερική και το Χόλιγουντ, η Μπέργκμαν εγκατέλειψε την πρώτη της κόρη (από τον γάμο της με τον Αρον Λίντστρομ) στη Σουηδία. Φεύγοντας από την Ιταλία για να επιστρέψει στις ΗΠΑ, ύστερα από τον χωρισμό της από τον Ροσελίνι, εγκατέλειψε τον γιο τους Ρομπέρτο και τις δύο κόρες τους, Ινγκριντ και Ιζαμπέλα.
Η Ινγκριντ Μπέργκμαν υπήρξε για τα παιδιά της περισσότερο μια υπέροχη φίλη παρά μια αφοσιωμένη μητέρα. «Η αλήθεια είναι ότι τα παιδιά δεν είναι πάντα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα» υποστήριξε κατά το παρελθόν η Πία Λίντστρομ, η μεγαλύτερη από τις κόρες της, δικαιολογώντας, τρόπον τινά, τη μητέρα της. Η σχέση τους, όμως, υπήρξε σύνθετη. Η Ινγκριντ, μία από τις πιο διάσημες ηθοποιούς στον κόσμο, σπάνια δεν κρατούσε κάμερα στο χέρι όποτε δεν βρισκόταν στα κινηματογραφικά πλατό. Κινηματογραφούσε διαρκώς, σχεδόν μανιακά, κυρίως τα παιδιά της, σαν να ήθελε να εξιλεωθεί έτσι για την παρατεταμένη απουσία της. Πάντως αυτό το οποίο συμπεραίνεται εν τέλει από το ντοκιμαντέρ είναι ότι μία από τις μεγαλύτερες ηθοποιούς του περασμένου αιώνα παρέμεινε έως το τέλος άκρως αινιγματική γυναίκα, ακόμα και για τους πιο κοντινούς ανθρώπους της. Ακριβώς όπως θα έπρεπε στην περίπτωσή της.