Ο Μίκης Θεοδωράκης γνώρισε τη Μέριλιν Μονρόε στα τέλη της δεκαετίας του 1950. «Δεν είναι του γούστου μου. Ηταν μια ξανθιά βλάχα»... | CreativeProtagon
Θέματα

Οταν ο Μίκης γνώρισε τη… «βλάχα» Μέριλιν

Μέσα από την εμπνευσμένη γραφή του Μίμη Ανδρουλάκη, ο 93χρονος μουσικοσυνθέτης διηγείται τη μυθιστορηματική ζωή του σε μια νέα βιογραφία του, με άγνωστες ιστορίες που πρέπει να είναι αληθινές. Ποιος άλλος θα ήταν τόσο νάρκισσος ώστε να πει ότι η Μονρόε δεν ήταν του γούστου του;
Protagon Team

Πώς είναι να είσαι Μίκης Θεοδωράκης; Να μιλάς με άνεση για «μια αυθόρμητη στιγμή οικειότητας πίσω από την κολόνα του “Ρεξ”» με τη Μελίνα Μερκούρη; Να διηγείσαι για την ημέρα που συζητούσες με τον Τσε Γκεβάρα για Ομηρο και Σοφοκλή; Ή να περιγράφεις τότε που συνάντησες τη Μέριλιν Μονρόε και τη θεώρησες μια «ξανθιά βλάχα»; Ο 93χρονος συνθέτης υπήρξε πάντα μια σχεδόν μυθιστορηματική προσωπικότητα. Και έτσι η μυθιστορηματική βιογραφία του δια χειρός Μίμη Ανδρουλάκη –που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη, υπό τον εμβληματικό τίτλο «Σαλός θεού. Ο μυστικός Μίκης»– προσφέρει μια απάντηση στο ερώτημα. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου και μέσα από τη γραφή του Ανδρουλάκη, ο Μίκης Θεοδωράκης περιγράφεται ως αυτό που πάντα πιστεύαμε ότι είναι, ένας παγκόσμιος Ελληνας που δεν έχει πρόβλημα να καυχιέται για πράγματα που σε εμάς, τους κοινούς θνητούς, μας φαίνονται σχεδόν αδιανόητα.

Προ ημερών «To Βήμα της Κυριακής» δημοσίευσε μια παρουσίαση του βιβλίου του Μίμη Ανδρουλάκη. Ο δημοσιογράφος Λάμπρος Σταυρόπουλος συζήτησε με τον συγγραφέα τα της συγγραφής και τα του Θεοδωράκη.

Διαβάζει κανείς από το σχετικό άρθρο:

«Μαθήματα αντάρτικου» στον Τσε

Το «Honeymoon song» του Μίκη Θεοδωράκη (τραγουδήθηκε από τους Beatles – είναι το γνωστό «Αν θυμηθείς τ’ όνειρό μου» σε στίχους Νίκου Γκάτσου) προέκυψε από το μουσικό μοτίβο που συνέθεσε ο Θεοδωράκης για το μπαλέτο «Οι εραστές του Τερουέλ» στην ταινία «Honeymoon» του Μάικλ Πάουελ το 1959. Το «Honeymoon song» έγινε δημοφιλές ανά τον κόσμο. «Το τραγούδησε στα ισπανικά ένας μεξικανός σταρ και το έκανε μόδα στη Λατινική Αμερική. Ετσι προσκάλεσαν τον Μίκη στην Κούβα το ’62 στην παρθενική εκπομπή του ραδιοφωνικού σταθμού της “Ελεύθερης Κούβας” κι ένα βράδυ στην ταράτσα του “Havana Libre” (πρώην “Χίλτον”] τον σύστησαν στον Φιντέλ και στον Τσε ως “Ελληνα σύντροφο”. “Ελληνας; Ομηρος, Σοφοκλής, Αριστοτέλης…” κάνει ο Τσε και ο Φιντέλ γίνεται εγκάρδιος. Εκείνη τη στιγμή η ορχήστρα έπαιξε εντελώς τυχαία το σουξέ της εποχής “Honeymoon song”. “Αυτό το τραγούδι είναι δικό μου. Είμαι ο Μίκης Θεοδωράκης”. “Α, το ξέρω, μ’ αρέσει”, λέει ο Φιντέλ. “Πόσο θα μείνεις;” ρωτά ο Τσε. “Φεύγω αύριο, βγήκα πρόσφατα από το σανατόριο και το υγρό κλίμα της Αβάνας μού πέφτει βαρύ”. “Ελα αύριο μαζί μου στο βουνό. Θα σου κάνει καλό”, του προτείνει επιτακτικά ο Αργεντίνος. “Ξέρεις, κι εγώ έχω άσθμα”. Ετσι ο Μίκης με τον Τσε στο τιμόνι του τζιπ θα επιθεωρήσει τα αντιαεροπορικά φυλάκια της Σιέρα Μαέστρα. Δεκαπέντε χρόνια μετά, ο Κάστρο θα πει στον Χαρίλαο Φλωράκη: “Ξέρεις, σύντροφε, ότι ο Μίκης έκανε ολοήμερο μάθημα στον Τσε από τα παθήματα του ελληνικού αντάρτικου; Ο Αργεντίνος είχε εντυπωσιαστεί, αλλά αν του βγήκε σε καλό στο Κονγκό και στη Βολιβία ή όχι το μάθημα, είναι μια άλλη ιστορία”».

Με τη Μελίνα στο «Ρεξ»

«Δεν υπήρξε ποτέ κάτι με τη Μελίνα;» ρώτησε κάποτε ο συγγραφέας τον Θεοδωράκη πειρακτικά: «Θυμάμαι τη Μελίνα στη “Φαίδρα” (1961) να τραγουδά Μίκη, ο οποίος έγραψε τη μουσική του φιλμ. “Αγάπη μου, αγάπη μου, η νύχτα θα μας πάρει… Θα σ’ αγαπώ, θα γίνουμε τραγούδι, / θα μ’ αγαπάς, θα γίνουμε πουλιά” (Γιάννης Θεοδωράκης)». Ο συνθέτης τού απάντησε: «Ποτέ! Μόνο μια αυθόρμητη στιγμή οικειότητας πίσω από την κολόνα του “Ρεξ” σε μια αμερικάνικη ταινία, αλλά τίποτα, καμιά συνέχεια. Δεν είναι του γούστου μου». Ενώ η Μελίνα είχε πει στον συγγραφέα για τότε: «Aγόρι μου, εγώ είμαι μεγάλη… τι να μου κάνει αυτός ο νάρκισσος έφηβος. Εγώ θέλω αρσενικό. Ούτε ο Aνδρέας μού άρεσε ποτέ σαν άνδρας».

Στο νεκροτομείο με τον Μάνο

Η σχέση του Θεοδωράκη με τον Χατζιδάκι περιγράφεται από τον συγγραφέα με δυο συγκινητικά περιστατικά. Πώς έσπευσε στο σπίτι του στην οδό Ρηγίλλης, όταν πληροφορήθηκε μέσα στη νύχτα από τη γυναίκα του τον θάνατο της μητέρας του Χατζιδάκι. «Ο Μάνος ανίσχυρος, εκμηδενισμένος, κρεμάστηκε πάνω στο Μίκη» περιγράφει ο συγγραφέας. «Ημουν σίγουρος πως θα ερχόσουν αμέσως» του είπε. Η πιο συγκλονιστική στιγμή όμως είναι αυτή που περιγράφεται όταν πέθανε, στις 15 Ιουνίου 1994, ο Χατζιδάκις και ο Μίκης πήγε στον «Ευαγγελισμό». «Οταν έφτασε ο Μίκης, η προϊσταμένη – ψηλή, ξανθιά, αυστηρή με βαυαρικό ύφος – λέει: “Περάστε, κύριε Θεοδωράκη”. Τον οδήγησε στο τραπέζι του νεκροτομείου με γυμνό τον Μάνο κι ανοιχτό το στόμα. Ο Μίκης το έκλεισε, του χάιδεψε το κεφάλι και του μιλούσε τρυφερά περίπου μισή ώρα. Ολα όσα ίσως δεν είπαν τόσες δεκαετίες. Είναι αμάρτημα να γραφούν».

Οπως αναφέρει από την άλλη ο «Βηματοδότης», σε μια συνάντηση που είχε ο Μίμης Ανδρουλάκης με τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο του είχε προτείνει την αγιοποίηση του Θεοδωράκη!

Ο Αγιος… Μίκης

Ηταν η περίοδος που τον «έψηνε» να στηρίξει η Εκκλησία την ιδέα του για ένα Επενδυτικό Υπερταμείο (Future Fund). «Ποιος άλλος, Μακαριότατε, έχει εξυψώσει στο σύνολο του έργου του τη βυζαντινή και την εκκλησιαστική μουσική;» του λέει ο Μίμης Ανδρουλάκης και προτείνει κάποια στιγμή στο μέλλον η Εκκλησία να τον ανακηρύξει… άγιο! «Ελα τώρα, αστειεύεσαι, εδώ δεν έχει αφήσει, όπως λένε, ούτε θηλυκή γάτα» του απαντά ο Χριστόδουλος. «Οχι, άγιε! Θείος Ερως! Είναι ευκαιρία για την Εκκλησία να κάνει έναν Διόνυσο άγιο» επιμένει ο Ανδρουλάκης. «Δεν παύει να είναι κομμουνιστής. Κι ύστερα, η Εκκλησία έχει άγιο τον Διονύσιο, τι να τον κάνει τον Διόνυσο;» του αντέτεινε ο Μακαριστός, ο οποίος, προφανώς διασκεδάζοντάς το, τον ρώτησε πότε βλέπει να εορτάζεται ο άγιος Μίκης-Διόνυσος: «Στις 3 Νοέμβρη, τη μέρα που ανοίγουμε στην Κρήτη τα βαρέλια με το καινούργιο κρασί. Τ’ Αϊ-Γιώργη του Μεθυστή» αποκρίθηκε ο συγγραφέας.

Βλάχα η… Μονρόε;

Εξίσου ενδιαφέρον είναι και το περιστατικό που περιγράφει από τη συνάντηση του Θεοδωράκη με τη Μέριλιν Μονρόε. Οταν ο Μίμης Ανδρουλάκης τον ρώτησε κάποτε πώς του φάνηκε η Μέριλιν Μονρόε, ο Μίκης απάντησε: «Δεν είναι του γούστου μου! Ηταν μια ξανθιά βλάχα». Πού τη γνώρισε; «Είχα πάει με τον σκηνοθέτη Πάουελ στο εστιατόριο του στούντιο όταν περνούσα τη μουσική στο “Honeymoon” (τέλη της δεκαετίας του ’50). Εκείνη στο διπλανό στούντιο γύριζε το “Ο πρίγκιπας και η χορεύτρια” με τον Λόρενς Ολίβιε. Συνάντησα τον συγγραφέα Αρθουρ Μίλερ, επίσημο εραστή της τότε, να της κρατά την τσάντα έξω από τις τουαλέτες. Ηταν αριστερός και πιάσαμε συζήτηση. Οταν βγήκε η Μονρόε, με σύστησε: “Ενας έλληνας συνθέτης”. Με κάλεσε σε γεύμα. Η Μέριλιν Μονρόε, ξανθιά, με το μαντίλι στο κεφάλι, έμοιαζε με χαμογελαστή ρωσίδα χωριατοπούλα». Κάποια χρόνια αργότερα Μίλερ και Ολίβιε θα είναι από τους πρώτους στο διεθνές κίνημα για την απελευθέρωση του Μίκη-δεσμώτη της χούντας.