«Το Facebook αποτελεί μια διασκεδαστική, δωρεάν και αξιοσημείωτα δημοφιλή υπηρεσία για πάνω από 2,2 δισεκατομμύρια χρήστες σε όλο τον κόσμο. Το μεγάλο του, ωστόσο, μειονέκτημα είναι ότι το κοινωνικό δίκτυο ταυτόχρονα άνοιξε την πόρτα του για πάσης φύσεως εξτρεμιστές και προπαγανδιστές, που στόχος τους είναι να πλήξουν τη δημοκρατία»: έτσι ξεκινάει ένα άρθρο άποψης των Financial Times σχετικά με τα τρωτά σημεία του μεγαλύτερου ιστότοπου κοινωνικής δικτύωσης παγκοσμίως, ενώ ταυτόχρονα αναρωτιέται κατά πόσο υπάρχει περίπτωση με κάποιον τρόπο να επουλωθεί αυτή η πληγή στην… αχίλλειο πτέρνα του.
Πρόσφατη έκθεση του βρετανικού Κοινοβουλίου προειδοποίησε με τη σειρά της για τους κινδύνους της παραπληροφόρησης και των «ψεύτικων ειδήσεων» από το Facebook: «Η δημοκρατία μας κινδυνεύει, και τώρα είναι η στιγμή να δράσουμε, να προστατεύσουμε τις κοινές αξίες μας και την ακεραιότητα των δημοκρατικών μας θεσμών» τόνιζε.
Ας μην αυταπατώμεθα: πάντα θα κυκλοφορούν ψευδείς ειδήσεις, ειδικά σήμερα σε διάφορες πλατφόρμες κοινωνικών δικτύων.
«Αυτές ποικίλλουν, από τον κακοήθη τίτλο “Ο Πάπας Φραγκίσκος σοκάρει τον κόσμο, υποστηρίζει τον Ντόναλντ Τραμπ για πρόεδρο”, που ξεκίνησε από το, πλέον εκτός λειτουργίας, σάιτ ψευδών ειδήσεων WTOE 5 News και μοιράστηκε περίπου ένα εκατομμύριο φορές στο Facebook, έως την ένοπλη βία και τη δολοφονία μίας γυναίκας την περασμένη εβδομάδα στην Ινδία, μετά τις ψευδείς φήμες για απαγωγή παιδιού που διαδόθηκαν μέσω WhatsApp» σημειώνουν οι FT.
Το Facebook λοιπόν αποφάσισε να δράσει: η εταιρεία αφενός δέχεται τώρα ότι πρέπει να αναλάβει μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για το περιεχόμενο που αναρτούν οι χρήστες του, αφετέρου δε προτίθεται να ενισχύει τον έλεγχο των διαφημίσεων.
Το πρώτο βήμα έγινε πριν από μερικές εβδομάδες, όταν πρώτη φορά στην ιστορία του το Facebook δημοσίευσε στοιχεία σχετικά με τη δράση της για την αντιμετώπιση των ψεύτικων λογαριασμών και των κακόβουλων αναρτήσεων στο κοινωνικό δίκτυο, σε μια ακόμη προσπάθεια να πείσει το κοινό ότι επιδεικνύει την πρέπουσα σοβαρότητα για την προστασία τους.
Οπως αναφέρει στο επίσημο blog της, μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2018 αφαίρεσε περίπου 583 εκατομμύρια(!) ψεύτικους λογαριασμούς, αριθμός που αντιστοιχεί στο 1/4 των συνολικών ενεργών λογαριασμών στο κοινωνικό δίκτυο. Αυτό σημαίνει, επίσης, ότι καθημερινά δημιουργούνται 6,5 εκατομμύρια ψεύτικοι λογαριασμοί!
Η πλειονότητα αυτών των ψεύτικων λογαριασμών ακυρώθηκαν μέσα σε λίγα λεπτά, χάρη στην τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης, ωστόσο, τονίζεται ότι ακόμη και με αυτά τα εργαλεία εξακολουθούν να υπάρχουν ψεύτικοι λογαριασμοί στο Facebook σε ποσοστό 3%-4%, ή περίπου 66 εκατομμύρια στο σύνολο των 2,2 δισεκατομμυρίων χρηστών.
«Και άλλα βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση»
Πριν από λίγες ημέρες στελέχη του Facebook εμφανίστηκαν σε συνέδριο στο Aσπεν των ΗΠΑ για να μιλήσουν για τη μάχη τους κατά των «κακών».
Ενας τρόπος με τον οποίο η εταιρεία δεσμεύεται σε αυτόν τον αγώνα είναι με την αναδιάταξη δεκάδων στελεχών Πληροφορικής σε αυτή την εργασία σημειώνει ο Γκρεγκ Μάρα, διευθυντής στο τμήμα product management του Facebook, υπεύθυνος εδώ και χρόνια για το πώς να κάνει τη Ροή Ειδήσεων (Νews Feed) του μέσου πιο δελεαστική.
Σύμφωνα με το πλάνο της εταιρείας, μερικοί από τους καλύτερους προγραμματιστές της ήδη αναπτύσσουν εργαλεία για να εντοπίζουν και να καταστρέφουν τις ψευδείς ειδήσεις. Μέσα στον Ιούλιο, για παράδειγμα, το Facebook απέκτησε τη start up εταιρεία Bloomsbury ΑΙ, με έδρα το Λονδίνο, η οποία έχει αναπτύξει τεχνητή νοημοσύνη που «διαβάζει κείμενα και απαντάει ερωτήσεις για τα περιεχόμενα τους».
Η εταιρεία επίσης προσπαθεί να αναπτύξει τη δυνατότητα ελέγχου των γεγονότων, προσλαμβάνοντας «ειδικούς στη δημοσίευση ειδήσεων» και μέσω συνεργασίας με ομίλους όπως το Associated Press, το FactCheck.org και το PolitiFact, για τον γρήγορο έλεγχο ψευδών ειδήσεων. Οταν αυτές εντοπιστούν, οι τεχνικοί είτε τις απομακρύνουν εντελώς ή προσπαθούν να τις εμποδίσουν να γίνουν viral, ενημερώνοντας τους χρήστες ότι είναι ψευδείς. «Με το να ελέγξουμε (μία ιστορία) μπορούμε να μειώσουμε την προβολή των ψευδών ειδήσεων μέχρι και κατά 80%», είπε ο Μάρα.
Υπάρχει βέβαια και ένα άλλο ζήτημα, που είναι η ίδια η πηγή των ψευδών ειδήσεων. Οι περισσότεροι μπορεί να υποθέτουν ότι έρχονται κυρίως από πολιτικές ομάδες ή κακόβουλες κυβερνήσεις. Δεν είναι έτσι, σύμφωνα με τον Mάρα: λέει ότι «το 90% των ψευδών ειδήσεων έχουν οικονομικά κίνητρα, π.χ. από εμπορικές οντότητες που χρησιμοποιούν λάγνες ιστορίες για να προκαλέσουν διαφημιστικά κλικ στις ιστοσελίδες, όπως αυτές που πωλούν χάπια διαίτης».
«Οι κακοί δεν θέλουν απλώς ένα κλικ, θέλουν χρήματα από διαφημίσεις – τα κίνητρά τους βασίζονται στα δικά σου κλικ που θα σε μεταφέρουν από τη Ροή Ειδήσεων στη δική τους ιστοσελίδα, οπότε θα φτιάξουν αισθησιακούς τίτλους» καταλήγει ο Μάρα.
«Η αλήθεια θα επικρατήσει στο τέλος»
Αισιόδοξος ως προς το θέμα αυτό παραμένει και ο έτερος αρθρογράφος των FT, Γκίντεον Ράχμαν.
«Η σύγχρονη πολιτική είναι όλο και περισσότερο μια αέναη μάχη για την αλήθεια» επισημαίνει. Ο πρόεδρος Τραμπ που σπεύδει να κατηγορήσει τα ΜΜΕ για τη διάδοση «ψεύτικων ειδήσεων», είναι ο ίδιος ένας ψεύτης: την περασμένη εβδομάδα η εφημερίδα Washington Post ανέφερε επίσημα ότι «ο Τραμπ προέβη σε 4.229 ψευδείς και παραπλανητικούς ισχυρισμούς μέσα σε 558 ημέρες θητείας του στον Λευκό Οίκο!»
«Εκείνοι που ανησυχούν ότι ο Λευκός Οίκος ή το Κρεμλίνο του Βλαντίμιρ Πούτιν ή το Κινέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα του Σι Τζινπίνγκ θα μπορούσαν να εγκαθιδρύσουν ένα νέο πολιτικό status quo θεμελιωμένο στα ψέματα, μπορούν να ρίξουν μια ματιά την ιστορία του 20ού αιώνα καθώς όλα τα καθεστώτα που βασίστηκαν στα ψέματα τελικά κατέρρευσαν» σημειώνει.
Ο αρθρογράφος αναφέρεται ασφαλώς τόσο στο ναζιστικό όσο και στο σταλινικό καθεστώς που αποπειράθηκαν να ελέγξουν τις μάζες εξαπολύοντας, σε βάθος χρόνου, έναν κυκεώνα ψευδών ειδήσεων.
«Πολλοί ιστορικοί της Γερμανίας δεν απεικονίζουν πλέον το ναζιστικό καθεστώς ως αδίστακτα αποτελεσματικό. Αντίθετα, υπογραμμίζουν την αδυναμία που προέκυψε στην πορεία κυρίως από την ανάγκη ανατροφοδότησης παρηγορητικών ψεμάτων σε έναν φύρερ ο οποίος απέρριπτε αδιάσειστα γεγονότα είτε ως ψεύτικα νέα, είτε ως αποδείξεις προδοσίας» σημειώνει.
Αντίστοιχα, η απόλυτη αδυναμία του σοβιετικού συστήματος ήταν αυτή ακριβώς η παροιμιώδης… δυσανεξία του καθεστώτος απέναντι στην αλήθεια.
«Στο δοκίμιό του “Μη ζείτε με ψέματα”, του 1974, ο ρώσος λογοτέχνης Αλεξάντερ Σολτζενίτσιν υποστήριξε ότι “το ψέμα έχει ενσωματωθεί στο κρατικό σύστημα ως ένας ζωτικός δεσμός που κρατά τα πάντα ενωμένα”» προσθέτει.
«Κάποια στιγμή, η ίδια η πραγματικότητα θα νικήσει και τον κάθε Τραμπ. Θα μπορούσε να είναι από τη ζημιά που υπέστη η αμερικανική βιομηχανία και γεωργία από τους εμπορικούς πολέμους των ΗΠΑ ή η κατάρρευση του αυτοαποκαλούμενου διπλωματικού θριάμβου του με τη Βόρεια Κορέα. Ή ακόμη και η δικαστική διαδικασία που ξεκίνησε ο Ρόμπερτ Μιούλερ, σχετικά με την υποτιθέμενη ρωσική εμπλοκή στις εκλογές του 2016» σημειώνει.
«Η επίθεση στην αλήθεια είναι ένα από τα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας. Αλλά η Iστορία μας προσφέρει παρηγοριά πως τελικά η αλήθεια θα επικρατήσει» καταλήγει με νόημα ο Ράχμαν.