Η Εϊμι Γουάινχαουζ στη σκηνή των Βραβείων Brit, το 2008 | REUTERS/Alessia Pierdomenico
Θέματα

Εϊμι Γουάινχαουζ: Δέκα χρόνια από την ημέρα που πέθανε η μουσική

Ενα από τα μεγαλύτερα ταλέντα στην ιστορία της μουσικής, η αξέχαστη τραγουδίστρια άφησε την τελευταία της πνοή στις 23 Ιουλίου του 2011, στο σπίτι της στο Κάμντεν Τάουν του Λονδίνου. Ηταν μόλις 27 ετών
Protagon Team

Αν υπάρχει ορισμός της λέξης «αδικοχαμένη», θα έπρεπε να εμπεριέχει το όνομα της Εϊμι Γουάινχαουζ. Δέκα χρόνια συμπληρώθηκαν από τον τραγικό θάνατό της, και όπως έχει γίνει με τα μεγαλύτερα ταλέντα της μουσικής που έφυγαν πολύ νωρίς, δεν έχει περάσει μία ημέρα που να μην ακούγεται τραγούδι της στο ραδιόφωνο και να μην σιγοψιθυρίζεται ένα «τι κρίμα» από τα χείλη των μουσικόφιλων.

Η Γουάινχαουζ  έδινε μάχη με τον αλκοολισμό και τα ναρκωτικά κατά τη διάρκεια μεγάλου μέρος της καριέρας της. Στις 23 Ιουλίου του 2011, την βρήκαν νεκρή στο σπίτι της στο Λονδίνο από δηλητηρίαση από αλκοόλ. Ηταν 27 ετών.

Είχε μία ιδιόρρυθμη υπέροχη κοντράλτο φωνή και ερμήνευε με το δικό της μοναδικό τρόπο σόουλ, ριθμ εντ μπλουζ, τζαζ και ποπ. Αλλά το τεράστιο μουσικό της ταλέντο δεν σταματούσε στην ερμηνεία και τη φωνή. Εγραφε υπέροχα τραγούδια με αυτοβιογραφικούς στίχους που μιλούσαν στις καρδιές εκατομμυρίων ανθρώπων, σαν να περιέγραφαν στιγμές από τη δική τους ζωή, κάτι που καταφέρνουν μόνο οι μεγάλοι τραγουδοποιοί.

Η Γουάινχαουζ μεγάλωσε σε μια οικογένεια, η οποία λάτρευε την αμερικάνικη τζαζ και σόουλ μουσική. Η γιαγιά της, Σίνθια, τραγουδούσε και αυτή σε κλαμπ του Σόχο και ήταν μία από τις μεγαλύτερες επιρροές στην Εϊμι. Ο πατέρας της, Μιτς, λάτρευε τα παλιά βινύλια κι έτσι από μικρή η Εϊμι μεγάλωσε ακούγοντας Μπίλυ Χόλιντεϊ –την οποία θύμιζε και η δική της φωνή– και του Φρανκ Σινάτρα.

Η Εϊμι Γουάινχαουζ στο φεστιβάλ Γκλάστονμπερι, το 2007 – REUTERS/Dylan Martinez

Aπό μικρή σύχναζε σε ροκ στέκια στο Λονδίνο και είχε επαφή με την ανεπανάληπτη underground μουσική κουλτούρα της πόλης. Υιοθέτησε το στυλ των 60’s και στην εμφάνισή της με χαρακτηριστικά χτενίσματα και  ρούχα.

Το 2003 έβγαλε το πρώτο της άλμπουμ αλλά η «έκρηξη» έγινε με το δεύτερο άλμπουμ, το «Back to Black», το 2006, που απογείωσε την καριέρα της, της χάρισε πέντε βραβεία Γκράμι –τα περισσότερα που είχε κερδίσει τραγουδίστρια σε μία χρονιά– και παγκόσμια αναγνώριση. Με υπέροχα τραγούδια, παλιομοδίτικο σόουλ ήχο και την εκπληκτική παραγωγή του Μαρκ Ρόνσον, το «φαινόμενο Γουαϊνχάουζ» πούλησε πολύ και η ιστορία έγραψε ότι μαζί του έγινε η ολική επαναφορά της βρετανικής μουσικής στην παγκόσμια σκηνή.

Ομως, η πίεση που ασκούσαν η φήμη, η μουσική βιομηχανία και τα ΜΜΕ στην τραγουδίστρια σε καθημερινή βάση, ήταν πολύ βαριά για την εύθραυστη ψυχοσύνθεσή της.

Ενας καλός της φίλος θυμάται πόσο δύσκολο ήταν για εκείνη να διαχειριστεί την επιτυχία της, αλλά και τους παπαράτσι. «Εάν ήσουν διάσημος, σε καταδίωκαν. Δεν τους ένοιαζε αν αυτό επηρέαζε την ψυχική σου υγεία ή αν έκανε τον εθισμό χειρότερο ή σε τρέλαινε».

Γρήγορα κατέφυγε στα ναρκωτικά και το αλκοόλ, που την οδήγησαν στον τόσο πρόωρο θάνατο.

Την Παρασκευή, όπως και κάθε χρόνο ανήμερα της επετείου του θανάτου της, φαν από όλο τον κόσμο φτάνουν στο Κάμντεν Τάουν, όπου ήταν το σπίτι της, για να αφήσουν λίγα λουλούδια στη μνήμη της.

Η πορεία της στη μουσική μπορεί να τελείωσε πολύ γρήγορα, αλλά όπως συνέβη με μεγάλους σταρ του παρελθόντος που έφυγαν πρόωρα, τον Τζίμ Μόρισον, τον Τζίμι Χέντριξ, την Τζάνις Τζόπλιν, η επιρροή της στη μουσική είναι τεράστια.

«Η Εϊμι άλλαξε την ποπ μουσική. Με έκανε να νιώθω ξανά ελπίδα και συναίσθημα στη μουσική. Ζούσε την τζαζ, ζούσε τα μπλουζ», είχε πει η Lady Gaga, για να συμπληρώσει η Αντέλ: «Χάρη σ’ αυτήν πήρα μια κιθάρα κι άρχισα να γράφω τα δικά μου τραγούδια».

Ενα νέο ντοκιμαντέρ για τη ζωή της

Στην επέτειο των 10 χρόνων, κυκλοφορεί ένα νέο ντοκιμαντέρ, που προβάλλεται σήμερα στο BBC, στο οποίο η οικογένεια και οι φίλοι της αναπολούν τη ζωή της.

Με αφηγήτρια τη μητέρα της ,Τζάνις Γουάινχαουζ-Κόλινς, το ντοκιμαντέρ «Reclaiming Amy», παρουσιάζει βίντεο με οικογενειακές στιγμές, οικογενειακές φωτογραφίες και συνεντεύξεις με στενούς φίλους, που θυμούνται τις πιο ευτυχισμένες αλλά και πιο σκοτεινές στιγμές της έξι φορές νικήτριας των βραβείων Γκράμι.

Η Γουάινχαουζ-Κόλινς, η οποία πάσχει από σκλήρυνση κατά πλάκας, σπάνια έχει μιλήσει δημοσίως για την κόρη της, όμως μοιράζεται τη δική της εκδοχή των γεγονότων στο ντοκιμαντέρ.

«Κοιτάζω πίσω στο παρελθόν τώρα και συνειδητοποιώ πόσο λίγα καταλαβαίναμε», λέει η Γουάινχαουζ-Κόλινς στην ταινία. «Ηταν επιρρεπής στον εθισμό, δεν μπορούσε να σταματήσει. Είναι ένα πολύ σκληρό θηρίο».

«Κοιτάζω πίσω και υπάρχουν πολλά πράγματα που εύχομαι να είχα κάνει διαφορετικά», εκμυστηρεύεται ο πατέρας της, Μιτς Γουάινχαουζ. «Δεν μπορούσες να της πεις να κάνει κάτι ή να μην κάνει κάτι… κανείς δεν ήλεγχε την Εϊμι. Ηταν το αφεντικό».

Το ντοκιμαντέρ, το οποίο πραγματεύεται τις σχέσεις της Γουάινχαουζ, τη βουλιμία και τα θέματα ψυχικής υγείας που αντιμετώπιζε, περιγράφει τις άκαρπες απόπειρες της οικογένειας και των φίλων της να τη βοηθήσουν.

«Πίσω από τις κλειστές πόρτες, όλοι μας προσπαθούσαμε να αντιμετωπίσουμε τη δύναμη του εθισμού της», είπε η μητέρα της. «Καθώς η υγεία της χειροτέρευσε, η ασθένειά μου επιδεινώθηκε. Δεν μπορούσα να τη βοηθήσω».

«Ακόμα κι αν δεν είναι εδώ, είναι εδώ, σαν κάποιος να με προσέχει πάντα», λέει η μητέρα της, την ώρα που η κάμερα την δείχνει να επισκέπτεται το μνήμα της.