«Μια ταινία πέρα από τα όρια της εξαχρείωσης». Με τον τίτλο αυτό ο λονδρέζος κριτικός κινηματογράφου Αλεξάντερ Γουόκερ παρουσίασε στην Evening Standard της Δευτέρας, 3 Ιουνίου 1996, την ταινία του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ, που μόλις είχε αρχίσει να προβάλλεται στην Βρετανία. Το «Crash» ήταν μεταφορά στην οθόνη της νουβέλας του Τζέιμς Γκρέιαμ Μπάλαρντ για μια ομάδα ανθρώπων, που απολαμβάνουν την ηδονή του σεξ σε όλη της την ένταση κατά τη διάρκεια ακραίων τροχαίων ατυχημάτων.
Ωστόσο ο Γουόκερ δεν ήταν συντηρητικός άνθρωπος. Ισα ίσα ήταν μια φιλελεύθερη φωνή, ένας αξιοσέβαστος σχολιαστής, που κρατούσε τη θέση του στην λονδρέζικη εφημερίδα επί 36 χρόνια ασκώντας δριμύτατη κριτική στη λογοκρισία, ενώ μεταξύ άλλων είχε υπερασπιστεί και το αμφιλεγόμενο «Κουρδιστό Πορτοκάλι» (1971) του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, γράφει στο BBC Culture ο Αρτζουν Σάτζιπ.
Πώς λοιπόν βρήκε τόσο απαράδεκτη την ταινία του Κρόνενμπεργκ ώστε παρότρυνε το κοινό να μην πάει να τη δει; Ηταν απλά η περίπτωση ενός κριτικού, που μεγαλώνοντας γίνεται αντιδραστικός ή μήπως στο «Crash» υπήρχε κάτι βαθιά ανησυχητικό και πιθανώς βλαβερό; 25 χρόνια μετά την πρώτη προβολή της, η ταινία εξακολουθεί να ξαφνιάζει με τις αναφορές της σε εξαιρετικά προκλητικά ακόμη και επιθετικά θέματα, τα οποία παρουσιάζει με τρόπο έντονο, ελεγχόμενο και ασυμβίβαστο, γράφει ο Σάτζιπ.
Κατ’ αρχάς η πρώτη σκηνή του «Crash» είναι σεξουαλική, το ίδιο και η δεύτερη και η τρίτη. Οταν το βλέπει κάποιος για πρώτη φορά, και μάλιστα στο σινεμά, νιώθει άβολα, εν μέρει γιατί δεν ξέρει πότε θα τελειώσει αυτή η ερωτική επίθεση αλλά και γιατί στην τρίτη σκηνή αποκαλύπτεται ότι οι δύο εραστές, οι οποίοι στις προηγούμενες σκηνές έκαναν σεξ με διαφορετικούς συντρόφους είναι σύζυγοι, ο Τζέιμς και η Κάθριν, τους οποίους υποδύονται οι Τζέιμς Σπέιντερ και Ντέμπορα Κάρα Ούνγκερ.
Ικανοποιούνται αφηγούμενοι τις απιστίες της ημέρας ενώ κάνουν σεξ στο μπαλκόνι τους, που βλέπει σε έναν αυτοκινητόδρομο. Πρόκειται για τον Highway 401. Το κομμάτι του που βρίσκεται στο Οντάριο, είναι στην πραγματική ζωή o δρόμος με τη μεγαλύτερη κίνηση σε όλη την Βόρεια Αμερική και τόσο διαβόητος για τις καραμπόλες και τα θανάσιμα τροχαία, που συμβαίνουν εκεί συνεχώς, ώστε το παρατσούκλι του είναι «Carnage Alley» (Αλέα Σφαγής). Δεν το καταλαβαίνεις, βέβαια, όταν βλέπεις το «Crash».
Ωθηση στην πλοκή δίνει μια βίαιη σύγκρουση μια νύχτα που ο Τζέιμς χάνει τον έλεγχο του αυτοκινήτου του, περνάει στο αντίθετο ρεύμα και συγκρούεται μετωπικά με ένα άλλο αυτοκίνητο. Ο συνεπιβάτης του άλλου αυτοκινήτου περνάει μέσα από το παρμπρίζ του Τζέιμς και πεθαίνει ακαριαία. Εκπληκτος ο Τζέιμς κοιτάζει την οδηγό, μια καστανομάλλα με έντονα χαρακτηριστικά: η αντίδραση της Ελεν (Χόλι Χάντερ) τη στιγμή, που βλέπει τον υπαίτιο του θανάτου του συζύγου της, είναι να βγάλει τη ζώνη της και να του προβάλλει το στήθος της.
Ωστόσο, αποκλίνουσα δεν είναι μόνο η συμπεριφορά του Τζέιμς, της Κάθριν και της Ελεν. Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό του κόσμου της ταινίας. Μετά το τροχαίο, η έλξη της Ελεν για τον Τζέιμς είναι αμοιβαία και μεγάλη. Μάλιστα η Ελεν τον εισάγει σε μια ομάδα φετιχιστών σύγκρουσης αυτοκινήτων, την οποία καθοδηγεί ο Βον. Τον Βον υποδύεται ο ελληνοκαναδός Ηλίας Κοτέας. Τέλος, πρόσωπο κλειδί της ομάδας είναι η Γκαμπριέλ (Ροζάνα Αρκέτ), μια άτακτη νεαρή γυναίκα, ανάπηρη με τα δύο πόδια της σε νάρθηκες και μια βαθειά ουλή στον μηρό της σαν αιδοίο.
Στις σκηνές σεξ, που ακολουθούν, προκύπτουν ζευγαρώματα σε κάθε δυνατό συνδυασμό: Ο Τζέιμς με την Ελεν. Ο Τζέιμς με τη Γκαμπριέλ. Ο Βον και η Κάθριν. Ο Βον και ο Τζέιμς. Η Ελεν και η Γκαμπριέλ. Οι σκηνές δεν είναι hardcore αλλά ούτε και ντροπαλές, ενώ τα αυτοκίνητα παίζουν σημαντικό ρόλο, ακίνητα στην αρχή, κατόπιν κινούνται αργά μέσα σε ένα πλυντήριο και στη συνέχεια, καθώς το project του Βον προχωράει προς το τέλος του, τρέχοντας με μεγάλη ταχύτητα στους δρόμους.
Η ρίζα της ανησυχίας
Το project του Βον δεν είναι άλλο από την απόλυτη συγχώνευση του σεξ και των τροχαίων ατυχημάτων. Αν μετά από έναν έντονο οργασμό οι γυναίκες βιώνουν έναν «μικρό θάνατο» (petite mort, σύμφωνα με τους Γάλλους), η σεξουαλική φαντασίωση του Βον είναι πολύ πιο ακραία: ένας μεγάλος θάνατος με λάστιχα που τσιρίζουν, φτερά που βουλιάζουν, τροχούς που περιστρέφονται, και τζάμια που σπάνε: «το αυτοκινητιστικό δυστύχημα είναι ένα γεγονός μάλλον γονιμοποιητικό, όχι καταστροφικό, που απελευθερώνει τη σεξουαλική ενέργεια η οποία μεταβιβάζει τη σεξουαλικότητα αυτών που έχουν πεθάνει με μια ένταση αδύνατη σε όποια άλλη μορφή», λέει ο Βον κάποια στιγμή.
Βέβαια τα τροχαία δεν ήταν κάτι καινούργιο στο σινεμά. Υπάρχει μια σειρά ταινιών, από το «Μπόνι και Κλάιντ» (1967) και το «Badlands» (1973) μέχρι το «Σαββατοκύριακο» (2011), που συνδέουν τα αυτοκίνητα με την απελευθέρωση, το σεξ και τον θάνατο. Περιγράφονται ως υπαρξιακά ερωτικά δράματα, όπως ακριβώς δηλαδή χαρακτηρίζει και ο Κρόνενμπεργκ το «Crash» του.
Αλλά ενώ στις τρεις προηγούμενες ταινίες (όπως και σε πολλές άλλες), οι ερωτευμένοι πρωταγωνιστές έρχονται αντιμέτωποι με «μουχλιασμένες» φιγούρες κρατικής εξουσίας, το «Crash» σε ταράζει πάρα πολύ γιατί επαναπροσδιορίζει τα όρια αυτού, που θεωρείται ερωτικό στο σινεμά, οδηγώντας τα σε άκρα τρομακτικά.
Το πιο εκπληκτικό είναι, ωστόσο, ότι πρόκειται για μια ταινία πολύ προσωπική. Ο πρωταγωνιστής ονομάζεται Τζέιμς Μπάλαρντ, όπως άλλωστε και ο συγγραφέας της νουβέλας, ο οποίος μάλιστα δήλωσε κάποτε ότι το «Crash» είναι πολύ πιο αυτοβιογραφικό από τα απομνημονεύματά του με τίτλο «Empire of the Sun».
«Είναι οι φαντασιώσεις μου» είπε ο Μπάλαρντ σε ζωντανή συνέντευξή του στον Guardian, την εποχή της πρεμιέρας της ταινίας, όταν ρωτήθηκε γιατί έδωσε το όνομά του στον πρωταγωνιστή. Προσδίδει «έναν βαθμό ειλικρίνειας που διαφορετικά θα απουσίαζε» από το μυθιστόρημα, απάντησε.
Αλλά και ο Κρόνενμπεργκ, μοτοσικλετιστής ο ίδιος, όταν ρωτήθηκε τι τον έκανε να μεταφέρει το μυθιστόρημα του Μπάλαρντ στην οθόνη, είπε ότι όταν το διάβασε πυροδότησε μέσα του «μια διαδικασία που μπορούσα να ολοκληρώσω μόνο κάνοντάς το ταινία γιατί αυτός είναι ο δικός μου τρόπος να διερευνώ τις αντιδράσεις μου σε πράγματα και να κατανοήσω τη δική μου ζωή».
Οι ρίζες του «Crash», ωστόσο, πάνε ακόμη πιο πίσω. Το 1970, τρία χρόνια πριν εκδοθεί το μυθιστόρημα ο Μπάλαρντ έκανε στο New Arts Lab στο Λονδίνο μια αμφιλεγόμενη έκθεση με τίτλο «Crashed Cars» όπου παρουσίασε τρία τρακαρισμένα αυτοκίνητα. Και την επόμενη χρονιά πρωταγωνίστησε στο «Crash!» της σειράς Review Series του BBC. Ηταν μια ταινία μικρού μήκους, εμπνευσμένη από ένα κεφάλαιο του προηγούμενου μυθιστορήματός του με τίτλο «The Atrocity Exhibition» («Εκθεση Φρικαλεότητας»), ωστόσο υπήρχαν εν σπέρματι σε αυτή οι έννοιες, που θα επεξεργαζόταν στη συνέχεια, για την μεταφυσική των τροχαίων και τον ρόλο του αυτοκινήτου στον σύγχρονο κόσμο.
Μοναδικό στο είδος του, το «Crash» παίχτηκε για πρώτη φορά στο φεστιβάλ Καννών το 1996, όπου προκάλεσε μεν αντικρουόμενες αντιδράσεις αλλά απέσπασε το Ειδικό Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής. Στη συνέχεια προκάλεσε ακόμα μεγαλύτερες αντιδράσεις σε πολλές χώρες, ενώ σε κάποιες περιοχές της Βρετανίας απαγορεύτηκε η προβολή του.
Στο φετινό φεστιβάλ των Καννών, το «Titane» της Ζουλιά Ντικουρνό, που βραβεύτηκε με τον Χρυσό Φοίνικα, με την ακόμα πιο ακραία και προκλητική γραφή του, ανακάλεσε στη μνήμη των θεατών το «Crash» του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ. Το μιμείται, μάλλον, αφού συνδέει επίσης το σεξ με τα αυτοκίνητα και τη βία, εκσυγχρονίζοντας τα θέματα του «Crash», γράφει ο Αρτζουν Σάτζιπ στο BBC Culture. Η Ντικουρνό, όμως, κάνει την τεχνολογία του 21ου αιώνα να εισβάλλει στη ζωή μας με τρόπο ακόμα πιο τρελό αφού η πρωταγωνίστρια κάνει σεξ όχι απλά μέσα σε ένα αυτοκίνητο, αλλά με το αυτοκίνητο…
Παρόλα αυτά, 25 χρόνια μετά την πρώτη προβολή του, το «Crash» παραμένει μοναδικά παραβατικό. Ενδιαφέρον, ωστόσο, έχει το γεγονός ότι όταν το BBFC πρόβαλε την ταινία σε μια ομάδα 11 ατόμων με αναπηρία, διαπίστωσε ότι «ενώ οι προσκεκλημένοι γενικά δεν απόλαυσαν την ταινία, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η απεικόνιση των ατόμων με ειδικές ανάγκες ήταν θετική, αφού τους παρουσιάζει σαν ανθρώπους ικανούς να είναι ελκυστικοί και σεξουαλικά δραστήριοι»…
Ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ το επιβεβαίωσε λέγοντας στο BBC 1 ότι πολλοί άνθρωποι του έγραψαν και του τηλεφώνησαν πώς «η ανάπηρη Γκαμπριέλ είναι εμβληματική φιγούρα, μια ηρωίδα, γιατί αρνείται να γίνει ένα μαραμένο πλάσμα χωρίς φύλο μετά το ατύχημά της. Στην πραγματικότητα είναι πολύ υπερήφανη και δυνατή για τη σεξουαλικότητα και τον ερωτισμό της, και προσπαθεί να ενσωματώσει το ανάπηρο σώμα της στη σεξουαλικότητά της αντί να προσπαθεί να καλύπτει την αναπηρία της ή να υποκρίνεται ότι δεν υπάρχει»…