Περισσότεροι από 100 ασθενείς με σοβαρά συμπτώματα της Covid-19 (νοσηλεύονταν διασωληνωμένοι σε Εντατική) που τους χορηγήθηκε το πειραματικό φάρμακο ρεμντεσιβίρη σε νοσοκομείο του Σικάγου ανάρρωσαν ταχύτητα.
Οπως καθιστούν σαφές οι Times του Λονδίνου, δεν πρόκειται για αποτελέσματα από κάποια κλινική μελέτη, αλλά για πληροφορίες από διάφορα νοσοκομεία ανά τον κόσμο.
Σύμφωνα με την Κάθλιν Μιούλαν, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, η οποία είναι υπεύθυνη και για τις κλινικές μελέτες που γίνονται σε όλα τα νοσοκομεία του κόσμου, «ασθενείς που ήταν διασωληνωμένοι και έλαβαν ρεμντεσιβίρη, αποσωληνώθηκαν μέσα σε 24 ώρες και οι περισσότεροι από αυτούς δεν χρειάστηκε να λάβουν ούτε το πλήρες πρωτόκολλο θεραπείας που προβλέπει λήψη του φαρμάκου για δέκα ημέρες. Από τους 125 βαριά ασθενείς, μόνο οι δύο κατέληξαν».
Στην Ελλάδα
Το φάρμακο χορηγείται ήδη στην Ελλάδα σε βαριά ασθενείς σε τέσσερα νοσοκομεία. Μάλιστα, όπως είπε ο πρόεδρος του ΕΟΦ Δημήτρης Φιλίππου, «οι ασθενείς που κατάφεραν και βγήκαν από τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας πήραν ρεμντεσιβίρη».
Σύμφωνα με τον ίδιο, μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα το φάρμακο αναμένεται να είναι διαθέσιμο συνολικά σε δέκα ελληνικά νοσοκομεία που έχουν ασθενείς σε σοβαρή κατάσταση. «Πρόκειται όμως για αντιικό φάρμακο που μπορεί να έχει σοβαρές επιπλοκές και δοκιμάζεται σε ασθενείς που είναι σοβαρά ή πριν τη διασωλήνωση και σύμφωνα με τις συστάσεις», τόνισε.
Το φάρμακο ήρθε στην Ελλάδα μέσω μίας ειδικής διαδικασίας που ονομάζεται «παρηγορητική φροντίδα» και δίνεται στη χώρα μας δωρεάν.
Ο υπεύθυνος του υπουργείου Υγείας για τον κορονοϊό Σωτήρης Τσιόδρας είχε επισημάνει πριν από μερικές ήμερες ότι πρόκειται μέχρι στιγμής για «το πιο αποτελεσματικό φάρμακο με ανταπόκριση σε ποσοστό 68%, ενώ σχετική μελέτη δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην επιστημονική επιθεώρηση New England Journal of Medicine (NEJM), επισφραγίζει την αποτελεσματικότητά του».
Στο ίδιο πλαίσιο ο καθηγητής Λοιμωξιολογίας στο ΕΚΠΑ Νίκος Σύψας ανέφερε ότι «το φάρμακο αυτό δοκιμάζεται τόσο σε ασθενείς με ήπια ή μέτρια νόσο, όσο και σε ασθενείς με βαριά νόσο ή είναι διασωληνωμένους. Οι μελέτες θα είναι έτοιμες εντός του Απριλίου. Αυτό σημαίνει ότι η εταιρεία, εφόσον τα αποτελέσματα είναι ευνοϊκά, θα υποβάλει αίτηση στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων, θα πάρει άδεια και στη συνέχεια θα αρχίσει να το παράγει σε μεγάλες ποσότητες».
Στέλεχος της εταιρείας διαβεβαιώνει ότι οι ποσότητες αυτές μπορούν να παραχθούν ώστε να υπάρχει παγκόσμια επάρκεια, καθώς έχουν γίνει ήδη οι επενδύσεις. «Από τον Ιανουάριο έχουμε αυξήσει κατά 30 φορές τη δυνατότητα παραγωγής ρεμντεσιβίρη, χωρίς να θέσουμε σε κίνδυνο επάρκειας καμία άλλη από τις θεραπείες μας. Επίσης μειώσαμε τον χρόνο της εξαιρετικά πολυσύνθετης και χρονοβόρου διαδικασίας παραγωγής του από 12 σε 6 μήνες, ενώ παράλληλα δημιουργούμε μια κοινοπραξία φαρμακευτικών και χημικών εταιρειών, προκειμένου να επιταχύνουμε περαιτέρω την παραγωγή. Στόχος μας είναι να έχουμε έτοιμες προς διάθεση θεραπείες για ένα εκατομμύριο ασθενείς μέχρι το τέλος του 2020», τονίζει ο Σάββας Χαραλαμπίδης γενικός διευθυντής Ελλάδος και Κύπρου της εταιρείας παραγωγής του φαρμάκου Gilead Sciences.
Παράλληλα, ήδη ξεκινά σε πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα, πρόγραμμα δωρεάν διευρυμένης πρόσβασης, που θα επιταχύνει τις διαδικασίες ώστε να φθάσει το φάρμακο στους ασθενείς που δυνητικά μπορούν να ωφεληθούν από τη θεραπεία.
Πώς δρα το φάρμακο
Η ρεμντεσιβίρη μιμείται ένα από τα γενετικά χαρακτηριστικά του νέου κορονοϊού SARS-CoV-2, για να δημιουργήσει περισσότερα αντίγραφα του εαυτού του. Το υποκατάστατο εμποδίζει τον ιό να αντιγράψει το γονιδίωμά του, μπλοκάροντας τον ιικό μηχανισμό αντιγραφής.
Το φάρμακο αναπτύχθηκε από την Gilead αρχικά ως πιθανή θεραπεία για τον Εμπολα, αλλά όταν οι πρώτες δοκιμές κατά της νόσου δεν έφεραν το επιθυμητό αποτέλεσμα, η εταιρεία έθεσε τις δοκιμές σε αναστολή για μελλοντική περαιτέρω ανάπτυξη.
Σε έτερες εργαστηριακές μελέτες που συνεχίστηκαν όμως, η ρεμντεσιβίρη έδειξε ότι είχε αντιική δράση έναντι των κορονοϊών SARS και MERS οπότε, όταν εμφανίστηκε η νόσος Covid-19, που επίσης προκλήθηκε από κορονοϊό, οι επιστήμονες που γνώριζαν τα εργαστηριακά δεδομένα άρχισαν να χρησιμοποιούν το φάρμακο για την αντιμετώπιση της νέας ασθένειας.