Το Superstudio δημιούργησε πολύ λίγα πραγματικά κτίρια, ωστόσο τα έξυπνα φωτογραφικά κολάζ και σχέδια του άνοιξαν νέες δυνατότητες στην αρχιτεκτονική και τον πολεοδομικό σχεδιασμό | Archivio Toraldo di Francia, Filottrano
Θέματα

Αρχιτέκτονες που ονειρεύτηκαν ένα μέλλον χωρίς κτίρια

Μια έκθεση στις Βρυξέλλες ερευνά το έργο του Superstudio, μιας κολεκτίβας αρχιτεκτόνων από τη Φλωρεντία οι οποίοι τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 εναντιώθηκαν στον μοντέρνο αστικό σχεδιασμό, τον χλεύασαν και σχεδίασαν τη δική τους ουτοπία
Protagon Team

Ψηλά στην πρόσοψη ενός κτιρίου κοντά στο σπίτι του αρχιτέκτονα Τζιάν Πιέρο Φρασινέλι στην Φλωρεντία, υπάρχει μια τοιχογραφία που απεικονίζει ένα πλήθος δημιουργών, μεταξύ άλλων ο ποιητής Ντάντε Αλιγκέρι και οι ζωγράφοι Λεονάρντο ντα Βίντσι και Τζιότο. Πολλοί θα έβλεπαν τη σκηνή ως αφιέρωμα στην χρυσή εποχή της Φλωρεντίας. Για τον Φρασινέλι, ωστόσο, αντιπροσωπεύει την έλλειψη σεβασμού της πόλης στα φωτεινά πνεύματά της: «Μετά τον θάνατό τους, η μοίρα των καλλιτεχνών αυτής της πόλης ήταν να απορριφθούν», είπε ο 81χρονος φλωρεντινός αρχιτέκτονας σε συνέντευξή του στους New York Times.

Ο Φρασινέλι είναι το τελευταίο μέλος του Superstudio, της ριζοσπαστικής κολεκτίβας αρχιτεκτόνων που προκάλεσαν σοκ στον κόσμο του design κατά τη διάρκεια μιας έκθεσης στο MoMA το 1972, και με το φουτουριστικό τους όραμα ταρακούνησαν όλο  τον κόσμο. Παρόλο που το Superstudio δημιούργησε πολύ λίγα πραγματικά κτίρια, τα έξυπνα φωτογραφικά κολάζ και τα σχέδια που παρουσίασαν σε εκθέσεις και glossy περιοδικά, άνοιξαν νέες δυνατότητες στην αρχιτεκτονική και τον πολεοδομικό σχεδιασμό.

Μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της αρχιτεκτονικής του 21ου αιώνα – μεταξύ άλλων οι Ζάχα Χαντίντ, Ρεμ Κουλχάας και ο Μπερνάρ Τσουμί  του νέου Μουσείου της Ακρόπολης- έχουν μιλήσει για την επιρροή της κολεκτίβας στο έργο τους. Ακόμη, τη δεκαετία του 1960, το Superstudio βοήθησε να καθιερωθεί η Φλωρεντία ως εστία του avant-garde αρχιτεκτονικού σχεδιασμού. Ωστόσο, σήμερα, στα μουσεία της πόλης δεν υπάρχουν αναφορές στην πρωτοποριακή ομάδα.

1000 χιλιόμετρα μακριά, όμως, το μουσείο CIVA στις Βρυξέλλες παρουσιάζει τώρα μια εκτεταμένη έρευνα για το έργο του Superstudio. Η έκθεση με τίτλο «Superstudio Migrazioni» θα διαρκέσει έως τις 16 Μαΐου και περιλαμβάνει πάνω από 500 εκθέματα, μεταξύ των οποίων μερικά από τα πιο διάσημα φωτομοντάζ της αρχιτεκτονικής ομάδας, έπιπλα και σχέδια εσωτερικών χώρων, καθώς και αδημοσίευτες εργασίες τους. 90 από τα έργα είναι δάνειο του Κέντρο Πομπιντού στο Παρίσι.

Κολάζ «Ποζιτάνο», 1969 (Centre Pompidou,Mnam-CCI)

Το σημείο εκκίνησης όλων των έργων τους ήταν η δυσαρέσκεια για την ομοιομορφία της σύγχρονης αρχιτεκτονικής, την οποία τα αριστερά μέλη της κολεκτίβας είδαν ως εργαλείο του καπιταλισμού για να αποδυναμώσει τις μάζες, κλέβοντας την ατομικότητα και την ελευθερία τους. Μερικές φορές, την γελοιοποιούσαν, τη χλεύαζαν ή κατέληγαν σε παράλογα συμπεράσματα ενώ άλλοτε φαντάζονταν ένα ουτοπικό μέλλον.

«Στη Δύση, ο άνθρωπος είναι αιχμάλωτος της αρχιτεκτονικής», λέει  στη συνέντευξή του ο Φρασινέλι. «Επομένως, επιτεθήκαμε στην αρχιτεκτονική».

Η σειρά φωτογραφικών κολάζ με τίτλο «Continuous Monument» («Συνεχές Μνημείο»), απεικονίζει ένα μονολιθικό σχήμα, που διασχίζει ερήμους, εκτείνεται στο Γκραν Κάνιον και γλιστρά πάνω από τον ποταμό Χάντσον για να επιβάλει το δικό του πλέγμα πάνω από το πλέγμα του Κάτω Μανχάταν. Η συνεχής πρόοδος αυτής της φόρμας, μέσω φυσικών και αστικών τοπίων. φαίνεται σαν μια προειδοποίηση για τη θαμπή επίδραση των καθαρών σύγχρονων γραμμών και τους κινδύνους της ανεξέλεγκτης αστικής επέκτασης.

Στις Βρυξέλλες εκτίθεται, επίσης, η γκάμα καναπέδων της κολεκτίβας με έντονα χρώματα, που κοροϊδεύουν το φετίχ της δεκαετίας του 1960 για τον λειτουργικό σχεδιασμό του, και το «Supersurface», μια σειρά σχεδίων και κολάζ, που δείχνουν νομάδες να περιπλανιούνται σε ένα φανταστικό τοπίο, απαλλαγμένοι από καταναλωτικές επιθυμίες.

Ο σχεδιασμός της έκθεσης ξεκίνησε πριν από τρία χρόνια, αρχικά με την καθοδήγηση των ιδρυτικών μελών του «Superstudio», Κριστιάνο Τοράλντο Ντι Φράντσια και Αντόλφο Ναταλίνι. Αλλά και οι δύο αρχιτέκτονες πέθαναν τον περασμένο χρόνο, οπότε η έκθεση μετατράπηκε σε μεταθανάτιο αφιέρωμα στο έργο τους.

Αντόλφο Ναταλίνι, Κριστιάνο και Ιζαμπέλα Τοράλντο Ντι Φράντσια ποζάρουν πάνω στους χρωματιστούς καναπέδες της κολεκτίβας

Οι Ντι Φράντσια και Ναταλίνι γνωρίστηκαν στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας και το 1966 δημιούργησαν το Superstudio. Εκείνη την εποχή, η αρχιτεκτονική κινιόταν προς μια πιο εννοιολογική κατεύθυνση, μακριά από το απλό σχεδιασμό κτιρίων: μερικοί από τους πιο ενθουσιώδεις αρχιτέκτονες σχεδίαζαν κατασκευές που δεν θα μπορούσαν ποτέ να χτιστούν.

Η «Archigram», μια avant-garde βρετανική ομάδα, που ξεκίνησε το 1961, εμπνεύστηκε από τη λογοτεχνία επιστημονικής φαντασίας  για να σχεδιάσει αδιανόητα κτίρια και κινητές πόλεις με πόδια. Τα σχέδιά τους ενέπνευσαν το Superstudio και άλλες κολεκτίβες ιταλών αρχιτεκτόνων, με φουτουριστικά ονόματα όπως Archizoom, 9999 και U.F.O., δημιουργώντας ένα κίνημα, που έγινε γνωστό ως «ριζοσπαστική αρχιτεκτονική».

Σύντομα, το Superstudio ενώθηκε με το Archizoom και παρουσίασαν την «Superarchitecture», μια έκθεση-ορόσημο με τις ιδέες του κινήματος. Η αφίσα της έκθεσης εξηγούσε: «Η υπεραρχιτεκτονική είναι η αρχιτεκτονική της υπερπαραγωγής, της υπερκατανάλωσης, του σούπερ μάρκετ, του υπεράνθρωπου». Αντί να δοξάζουν την καπιταλιστική υπερβολή, τα σχέδια των Ναταλίνι και Ντι Φράντσια τη χλεύαζαν, με φανταχτερούς ριγέ καναπέδες, τσουλήθρες παιδικής χαράς και φωτιστικά σε σχήματα λουλουδιών και ουράνιου τόξου.

Ο Αντόλφο Ναταλίνι στην έκθεση του Superstudio μαζί με το Archizoom, το 1966 (Cristiano Toraldo di Francia. Archivio)

Το ντουέτο καλωσόρισε σταδιακά νέα μέλη στην ομάδα, έως ότου έγιναν έξι. Ο Φρασινέλι εντάχθηκε το 1968, αφού εντυπωσίασε τους συναδέλφους του με μια σειρά σύντομων δυστοπικών κειμένων που αργότερα δημοσιεύθηκαν μαζί με συνοδευτικά σχέδια και με τον ειρωνικό τίτλο «Δώδεκα ιδανικές πόλεις».

«Ολοι ενδιαφερόμασταν πολύ για την επιστημονική φαντασία, η οποία πιστεύαμε ότι ήταν ένα εξαιρετικό εργαλείο για την ανάλυση της σύγχρονης αστικής κουλτούρας», λέει ο Φρασινέλι στους New York Times. Μερικά από τα σχέδιά τους μπορεί να μοιάζουν με αποκυήματα της φαντασίας -όπως μια πόλη με ταβάνι 2.000 τόνων που κατεβαίνει για να συντρίψει τους επαναστατημένους κατοίκους- αλλά φτιάχτηκαν για να εξερευνήσουν τις πραγματικές συνθήκες της αστικής ζωής, δήλωσε ο Φρασινέλι: «Θέλαμε να δείξουμε 12 στοιχεία πραγματικών πόλεων που έχουν φτάσει στα λογικά τους όρια», προσθέτει.

Με την πάροδο του χρόνου, το Superstudio άλλαξε την εστίασή του από τα κτίρια στους ανθρώπους. Στο project «Supersurface», οι κοινότητες των νομάδων συνδέονται σε ένα ενεργειακό μάτριξ, που ευθυγραμμίζει την επιφάνεια της γης, ικανοποιώντας τις πρωταρχικές ανάγκες τους σε έναν κόσμο από τον οποίο απουσιάζει εντελώς η αρχιτεκτονική.

«Επίσκεψη στον εκθεσιακό χώρο», Superstudio, Misura series, 1969–1972, (Archivio Toraldo di Francia)

Ο Μπερνάρ Τσουμί, δήλωσε στους New York Times ότι συναντήθηκε για πρώτη φορά με τα μέλη του Superstudio το 1972, τη χρονιά που σχεδίασαν το «Supersurface».

Την προηγούμενη δεκαετία, η αρχιτεκτονική είχε βρεθεί σε αδιέξοδο, λέει ο Τσουμί, αλλά το Superstudio άνοιξε νέους δρόμους: «Ηταν σε θέση να θάψουν για τα καλά το παρελθόν και να δουν άλλους κλάδους, όπως η τέχνη ή η λογοτεχνία, για να χτίσουν κάτι νέο», λέει ο γαλλοελβετός αρχιτέκτονας και προσθέτει ότι η ιταλική κολεκτίβα χρησιμοποίησε εργαλεία του σχεδιασμού, όπως μοντέλα και αστικά σχέδια «αλλά εναντίον του ίδιου του σχεδιασμού. Και αυτό ήταν πολύ συναρπαστικό, διότι πρότεινε ότι θα μπορούσες να εφεύρεις έναν νέο κόσμο με τα παλιά εργαλεία, τα οποία ήταν τα μόνα εργαλεία που είχαμε».

Η κριτική στάση της ομάδας σφυρηλατήθηκε στις αίθουσες διαλέξεων της Φλωρεντίας, όταν ένας ανεμοστρόβιλος ακτιβισμού ξεσήκωσε το πανεπιστήμιο της πόλης στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Οι φοιτητές ήθελαν να αποκοπούν από το παρελθόν. Στην Σχολή Αρχιτεκτονικής, δεν μπορούσαν να ανεχτούν ότι το πρόγραμμα σπουδών εξακολουθούσε να περιλαμβάνει αρχιτεκτονική από την φασιστική περίοδο της Ιταλίας, και ζήτησαν να απολυθεί ο καθηγητής που δίδασκε το μάθημα. Σε όλο το πανεπιστήμιο, γίνονταν συνελεύσεις και καταλήψεις, και μαθήματα ακυρώνονταν.

«Η Ερημος της Σαχάρας», κολάζ από τη σειρά με τίτλο «Continuous Monument» («Συνεχές Μνημείο») 1969–1970 (Archivio Superstudio)

Ο Φρασινέλι συμμετείχε ενεργά στο κίνημα. Λέει ότι το επαναστατικό κλίμα της εποχής έδωσε στα μέλη του Superstudio μια αίσθηση πολιτικού σκοπού και τους ενέπλεξε σε ένα αντισυμβατικό lifestyle που συνεχίστηκε και μετά την αποφοίτησή τους και τη δημιουργία της ομάδας. «Εμείς, οι γυναίκες ή οι φίλες μας, και τα παιδιά, ήμασταν σχεδόν ένα κοινόβιο. Περνούσαμε σχεδόν όλο τον χρόνο μαζί, επτά ημέρες την εβδομάδα», λεει. Τελικά το Superstudio διαλύθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1970 καθώς τα μέλη της ομάδας ωρίμασαν και οι απόψεις τους άρχισαν να αποκλίνουν.

Ο Φρασινέλι περίφρονεί εξίσου τη σύγχρονη αρχιτεκτονική κατηγορώντας τους σημερινούς σταρ συναδέλφους του ότι «δεν δημιουργούν αρχιτεκτονική για τους ανθρώπους», αλλά, «το κάνουν για τη φήμη και τα χρήματα». Μάλιστα, ένα πρόσφατο έργο τον ενόχλησε ιδιαίτερα γιατί μοιάζει με κάτι που θα μπορούσε να έχει σχεδιάσει το Superstudio.

Τον περασμένο μήνα, ο πρίγκιπας-διάδοχος Σαλμάν της Σαουδικής Αραβίας παρουσίασε το project «The Line», με σχέδια μιας γραμμικής πόλης μήκους 160 χιλιομέτρων, στην οποία δεν θα κυκλοφορούν αυτοκίνητα. Η αστική ζώνη θα τροφοδοτείται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και θα ρυθμίζεται με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης. Τα σχέδια δείχνουν τη μελλοντική πόλη που εκτείνεται σε όλη την αραβική έρημο σε μια αδιάκοπη γραμμή, και υπόσχεται μια «επανάσταση στην αστική ζωή».

Κολάζ με τίτλο «Supersurface Sunset», 1971 (Centre Pompidou, Mnam-CCI)

Ο Φρασινέλι υποστηρίζει ότι το έργο είναι ο απόηχος του «Συνεχούς Μνημείου», τόσο για την τεράστια γραμμική μορφή του, όσο και για την αποστολή του να δημιουργήσει ένα ενιαίο αστικό σχέδιο σε μια εκτεταμένη εδαφική έκταση. Αλλά «απέτυχε να καταλάβει την ειρωνική πρόθεση της σειράς», λέει και προσθέτει: «Το να βλέπεις να δημιουργείται η δυστοπία της δικής σου φαντασίας δεν είναι το καλύτερο πράγμα που θα μπορούσες να επιθυμείς».

Ο Σιαπονέ-Πιριού, επιμελητής της έκθεσης στο μουσείο CIVA, δήλωσε ότι η ασάφεια του έργου του Superstudio παρερμηνεύτηκε συχνά. Ενώ η κολεκτίβα ήλπιζε ότι οι εφιάλτες της δεν θα υπήρχαν ποτέ, πολύ συχνά οι σατιρικές προθέσεις της ελήφθησαν τοις μετρητοίς, είπε. Για να προσθέσει ότι η καλύτερη κατανόηση του έργου του Superstudio θα μπορούσε να βοηθήσει τους σημερινούς αρχιτέκτονες να προσαρμοστούν στις προκλήσεις που θέτει η πανδημία του κορανοϊού, η μαζική μετανάστευση και η κλιματική κρίση.

«Κάθε επιστήμη, σε στιγμές αμφιβολίας, κοιτάζει πίσω σε περιόδους της ιστορίας που κατάφερε να ανακαλύψει ξανά τον εαυτό της», λέει, ο βέλγος ειδικός. Και προσθέτει ότι το Superstudio το έκανε κοιτάζοντας πέρα ​​από τα όρια της αρχιτεκτονικής, «Δεν έλυσαν προβλήματα. Δεν προσπάθησαν να σώσουν τον κόσμο», λέει, «Αυτό που έκαναν ήταν η αναγέννηση της αρχιτεκτονικής, θέτοντας τις σωστές ερωτήσεις».