Ο σχετικά σύντομος αλλά άκρως καταστροφικός και αιματηρός πόλεμος του Βλαντίμιρ Πούτιν στην Ουκρανία εισέρχεται στην τέταρτη και πιο κρίσιμη φάση του. Αυτό υποστηρίζει –και εξηγεί γιατί– σε ανάλυσή του στο The Atlantic ο επιφανής αμερικανός πολιτικός επιστήμονας Ελιοτ Κόεν, καθηγητής στο Center of Advanced International Studies του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς και κάτοχος της έδρας Στρατηγικής στο Center for Strategic and International Studies.
Κατά την πρώτη φάση του πολέμου, η Μόσχα επεδίωξε να διαλύσει την κυβέρνηση του Βολοντίμιρ Ζελένσκι και να θέσει την Ουκρανία υπό τον έλεγχό της μέσα σε λίγες ημέρες. Στη δεύτερη φάση προσπάθησε να κατακτήσει τη χώρα (τουλάχιστον τη μισή ανατολική Ουκρανία συν το Κίεβο) πραγματοποιώντας επιθέσεις με τεθωρακισμένα άρματα μάχης, ενώ κατά την τρίτη φάση, έχοντας ηττηθεί στα βόρεια, απέσυρε και ανασύνταξε τις δυνάμεις της, κατευθύνοντάς τες στη συνέχεια σε περιοχές της νοτιοανατολικής και νότιας Ουκρανίας, με στόχο την κατάκτησή τους.
«Για όσους από εμάς γεννηθήκαμε μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αυτός είναι ο πιο κρίσιμος πόλεμος της ζωής μας», επισημαίνει ο αμερικανός ειδικός, εξηγώντας ότι «από την έκβασή του εξαρτάται το μέλλον της σταθερότητας και της ευημερίας στην Ευρώπη. Εάν η Ουκρανία καταφέρει να διατηρήσει την ελευθερία και την εδαφική της ακεραιότητα, μια εξασθενημένη Ρωσία θα περιοριστεί. Εάν αποτύχει, οι πιθανότητες ενός πολέμου ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και τη Ρωσία θα αυξηθούν, όπως και οι πιθανότητες ρωσικής επέμβασης σε άλλες περιοχές, στη δυτική και ανατολική επικράτειά της. Μια ρωσική νίκη θα ενθάρρυνε το Πεκίνο να παρατηρεί και να αξιολογεί ψύχραιμα τις αντοχές και τις στρατιωτικές ικανότητες της Δύσης. Μία ήττα της Ρωσίας θα είχε σωτήρια επίδραση, καθώς θα καθιστούσε το Πεκίνο πιο προσεκτικό», εξηγεί ο Ελιοτ Κόεν.
Η «παντελώς αδικαιολόγητη επιθετικότητα» της Ρωσίας και η καταφυγή στην ωμή βία, σε συνδυασμό με ψέματα που είναι συγχρόνως «μοχθηρά και γελοία», απειλούν «ό,τι έχει απομείνει από την παγκόσμια τάξη πραγμάτων και τους κανόνες διακρατικής συμπεριφοράς». Εάν η Ρωσία ηττηθεί στα πεδία των μαχών και στο εσωτερικό της χώρας επέλθει οικονομικό χάος, υπάρχουν πιθανότητες αυτοί οι κανόνες να αποκατασταθούν εν μέρει. Εάν, όμως, το καθεστώς του Πούτιν δεν ηττηθεί και δεν λογοδοτήσει, «για την αποκατάστασή τους θα χρειαστεί μία γενιά ή περισσότερο».
Μεταξύ μιας δαπανηρής επιτυχίας και μιας καταστροφής
«Το πώς έφτασε η Δύση σε αυτήν την κατάσταση δεν είναι της παρούσης», γράφει ο Κόεν. Καιρός για αντεγκλήσεις και αλληλοκατηγορίες θα βρεθεί στο μέλλον, αλλά σίγουρα οι υπεύθυνοι είναι πολλοί. Η Γερμανία, για παράδειγμα, διατεινόταν επί χρόνια ότι «έτεινε χείρα φιλίας» στη Ρωσία, ενώ στην πραγματικότητα επέλεξε να ακολουθήσει μια πολιτική «βασισμένη στην απληστία και την αφέλεια». Οσον αφορά τις ΗΠΑ, για περισσότερο από μία δεκαετία οι αμερικανικές κυβερνήσεις τραβούσαν κόκκινες γραμμές που σβήνονταν στη συνέχεια, αδιαφορώντας για τη διάσπαση κρατών στην Ευρώπη ή για την ισοπέδωση πόλεων και τη χρήση τοξικών αερίων κατά αμάχων στη Συρία. Κατά τα επόμενα χρόνια «ένοχοι πολιτικοί θα προσπαθούν να δικαιολογήσουν αυτούς τους παραλογισμούς και οι ιστορικοί θα τους αναλύουν», αναφέρει ο Κόεν.
Ωστόσο, αυτό που «έχει τώρα σημασία, είναι να κρίνουμε σωστά την παρούσα στιγμή. Και σε αυτήν την περίπτωση, η Δύση αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο αποτυχίας», προειδοποιεί. Θεωρεί ότι όλοι όσοι μιλούν για «τέλμα στα πεδία των μαχών», που θα μπορούσε να διαρκέσει ακόμα και χρόνια, ενδέχεται να κάνουν μεγάλο λάθος, όπως έκαναν μεγάλο λάθος και όλοι όσοι πριν από δύο μήνες απέρριπταν το ενδεχόμενο αποτελεσματικής ουκρανικής αντίστασης. «Απαιτείται επειγόντως αποφασιστική δράση για να ανατραπεί η ισορροπία μεταξύ μιας δαπανηρής επιτυχίας και μιας καταστροφής», σημειώνει.
Στο πλαίσιο σφοδρών πολεμικών συγκρούσεων παρόμοιων με αυτήν που μαίνεται στην Ουκρανία (και αναμένεται να κλιμακωθεί κατά τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες στα ανατολικά της χώρας), οι αντίπαλοι στρατοί εμπλέκονται σε μια διαδικασία «ανταγωνιστικής κατάρρευσης, νικάει η πλευρά που μπορεί να αντέξει περισσότερο», εξηγεί ο Κόεν. Οι ουκρανικές δυνάμεις αποκρύπτουν, και καλά κάνουν στην παρούσα φάση, όχι μόνον τις όποιες απώλειές τους, αλλά και το πόσο εξαντλημένες είναι στην πραγματικότητα.
Ομως γνωρίζοντας ότι υστερούν σε εξοπλισμό και βλέποντας αμάχους να σφαγιάζονται και να βασανίζονται, αναπόφευκτα υφίστανται τρομακτικές πιέσεις. Και καθώς οι μάχες μετατοπίζονται σε ανοιχτές περιοχές «όπου ο ανταρτοπόλεμος και οι φορητοί αντιαρματικοί πύραυλοι και οι πύραυλοι εδάφους-αέρος δεν θα είναι πλέον τόσο αποτελεσματικοί», καλούνται να φέρουν εις πέρας μια σχεδόν «αδύνατη» αποστολή. Οι ουκρανοί στρατιώτες έχουν κάθε λόγο και είναι αποφασισμένοι να συνεχίσουν να αντιστέκονται, ενώ έχουν αποδείξει ότι είναι ιδιαίτερα δημιουργικοί και αποτελεσματικοί από τη σκοπιά της τακτικής. «Αλλά δεν είναι υπεράνθρωποι», υπενθυμίζει ο Κόεν, και αυτό σημαίνει πως «χρειάζονται απεγνωσμένα όλα όσα μπορούν να τους προσφέρουν τα οπλοστάσια της Δύσης».
Επιπρόσθετα, έχει αποκαλυφθεί ότι ο «αδαής στην τακτική, παρωχημένος στον επιχειρησιακό σχεδιασμό, βραδύνους στη στρατηγική και ανίκανος όσον αφορά βασικές υπηρεσίες επιμελητείας και συντήρησης» ρωσικός στρατός μπορεί μόνο «να εξαπολύει τεράστιες ποσότητες πυρομαχικών και να κακοποιεί αμάχους». Ενδέχεται πάντως να βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης, ειδικά εάν έχει υποστεί, όπως εύλογα εκτιμάται, σημαντικές απώλειες, «το 25% ή και περισσότερο» των δυνάμεων που μετέχουν σε αυτόν τον πόλεμο.
Οι σχετικές αναφορές από τα πεδία των μαχών –περί εγκατάλειψης οπλικών συστημάτων, περί εκτελέσεων διοικητών από τους άνδρες τους αλλά και στρατιωτών που λιποτακτούν, περί της αδυναμίας της Ρωσίας να επικρατήσει στους αιθέρες της Ουκρανίας– είναι σίγουρα ενθαρρυντικές για τους Ουκρανούς και ελάχιστα για τους Ρώσους, οι οποίοι ενδέχεται να ξεμείνουν σύντομα και από άμεσα διαθέσιμο ανθρώπινο δυναμικό.
To τεράστιο ρίσκο του Πούτιν
Πώς εξηγείται, οπότε, η επικείμενη κλιμάκωση του πολέμου στα ανατολικά και τα νότια, το τεράστιο ρίσκο που παίρνει το γενικό επιτελείο των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων; Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ούτε ο Πούτιν ούτε οι ανώτεροι σύμβουλοί του, ούτε καν οι ανώτεροι διοικητές έχουν ακριβή εικόνα της κατάστασης στην Ουκρανία.
«Ξέρουν ότι έχουν ταπεινωθεί, αλλά δεν έχουν αίσθηση της πραγματικότητας στα πεδία των μαχών. Ως διαχειριστές ενός στρατού που δεν μπορεί να φροντίσει επαρκώς τους τραυματίες του και που εγκαταλείπει τους νεκρούς του, δεν νοιάζονται για το ανθρώπινο τίμημα που καταβάλλεται. Σε ένα σύστημα που βασίζεται σε ψέματα και διαφθορά, λαμβάνουν ή διαβιβάζουν ψευδώς αισιόδοξες πληροφορίες. Εχοντας προσπαθήσει να ανατρέψουν την έννοια της αλήθειας στη Δύση, πέφτουν τώρα θύματα των δικών τους επίμονων αναληθειών. Και έτσι ο Πούτιν θα διατάξει επιθέσεις οι οποίες, εάν αντιμετωπιστούν από έναν καλά εξοπλισμένο ουκρανικό στρατό, θα μπορούσαν ουσιαστικά να καταστρέψουν τον δικό του στρατό. Η πρόκληση για τη Δύση είναι να διασφαλίσει ότι αυτή θα είναι η μοίρα του», εξηγεί ο Ελιοτ Κόεν.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον αμερικανό ειδικό, η Δύση εξακολουθεί να μη στέκεται στο ύψος των περιστάσεων. Οσον αφορά την Ευρώπη, οι αντιδράσεις και οι στάσεις ποικίλλουν και αυτό σίγουρα δεν είναι καλό. «Εντός της Γερμανίας, η υπουργός Εξωτερικών από το Κόμμα των Πρασίνων είναι σταθερή, ο καγκελάριος είναι απρόβλεπτος, κάποια μέλη του κόμματός του είναι δειλά», αναφέρει ενδεικτικά ο Κόεν.
Οι ΗΠΑ από την πλευρά τους κάνουν πολλά από όσα πρέπει να κάνουν. Καταρχάς εξοπλίζουν τους Ουκρανούς με πυραύλους, μη επανδρωμένα αεροσκάφη και αμυντικά όπλα, ενώ συνδράμουν στη μεταφορά βαρύτερου εξοπλισμού στη χώρα. Επιπρόσθετα, τόσο ο Μπάιντεν όσο και οι στενοί συνεργάτες του προασπίζονται την Ουκρανία και σε επίπεδο δηλώσεων, επισημαίνοντας, για παράδειγμα, ότι αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμά της να υπάρχει ως ανεξάρτητη και ελεύθερη χώρα εντός των συνόρων της.
Ομως η Ουάσιγκτον έχει κάνει και λάθη. Καταρχάς η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν εκμεταλλεύτηκε την σχεδόν απόλυτη ομοφωνία στο Κογκρέσο για την Ουκρανία, ούτως ώστε να εγκριθούν ακόμη μεγαλύτερα ποσά (χρειάζονται δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σύμφωνα με τον Κόεν) για τον ουκρανικό στρατό. Οι ΗΠΑ άργησαν επίσης να προβούν στις απαραίτητες ενέργειες για την παροχή βαρύτερων όπλων στην Ουκρανία, παρότι είναι γνωστό ότι τα χρειάζεται απεγνωσμένα. Αξιωματούχοι αποφασισμένοι να ξεπεράσουν τα όποια γραφειοκρατικά εμπόδια δεν υπάρχουν και το Πεντάγωνο δείχνει να μην αντιλαμβάνεται την κρισιμότητα της κατάστασης. Οσον αφορά της κυρώσεις, «επιβλήθηκαν σε κάποιες τράπεζες αλλά όχι σε άλλες. Και οι πολυεθνικές δεν έχουν έρθει ακόμα αντιμέτωπες με ένα απλό τελεσίγραφο: μπορείτε να αναπτύσσετε επιχειρηματικές δραστηριότητες στις ΗΠΑ ή στη Ρωσία, αλλά όχι σε αμφότερες», αναφέρει ο Κόεν.
Η Ουάσιγκτον θα μπορούσε επίσης να προβεί και σε κάποιες συμβολικές κινήσεις που θα βοηθούσαν πολύ την Ουκρανία. Οπως μετέβη στο Κίεβο ο Μπόρις Τζόνσον και η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, μεταξύ άλλων, έτσι θα μπορούσε να μεταβεί επίσης, εάν όχι ο πρόεδρος Μπάιντεν, ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Αντονι Μπλίνκεν, ή η αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις. Εξίσου σημαντικό είναι να επαναλειτουργήσει η αμερικανική πρεσβεία στο Κίεβο.
Ακόμη και χημικά όπλα;
Επιπλέον, δεδομένης της κρισιμότητας της κατάστασης, «εάν η Σοβιετική Ενωση μπορούσε να αποστέλλει χιλιάδες συμβούλους στο Βόρειο Βιετνάμ εν μέσω του πολέμου δίχως να προκαλέσει το ξέσπασμα μιας πυρηνικής σύρραξης, οι ΗΠA μπορούν να στείλουν συμβούλους στη Δυτική Ουκρανία ή, τουλάχιστον στην Πολωνία, για την εκπαίδευση των ουκρανών στρατιωτών», υποστηρίζει ο Κόεν.
Κατά την τέταρτη φάση του πολέμου, η κατάσταση ενδέχεται να επιδεινωθεί δραματικά, καθώς δεν μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα οι ρωσικές δυνάμεις να χρησιμοποιήσουν ακόμη και χημικά όπλα κατά των Ουκρανών. Σε αυτήν την περίπτωση, οι ΗΠΑ «θα πρέπει να επανεξετάσουν την απροθυμία τους να επιβάλουν μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων πάνω από την Ουκρανία». Η κυβέρνηση Ομπάμα τράβηξε μια κόκκινη γραμμή για τη χρήση χημικών όπλων στη Συρία αλλά σβήστηκε γρήγορα, με τραγικές συνέπειες για τους Σύρους. «Η χρήση χημικών όπλων ανοίγει τον δρόμο για τη σφαγή αμάχων σε κλίμακα που είναι πράγματι γενοκτονική. Αν συμβεί αυτό, ο ελεύθερος κόσμος πρέπει να το σταματήσει», υπογραμμίζει ο Κόεν.
Από το τι θα κάνουν και τι δεν θα κάνουν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους κατά τις επόμενες εβδομάδες εξαρτώνται πολύ περισσότερα από όσα αντιλαμβάνεται η κοινή γνώμη στις ΗΠΑ αλλά και στην Ευρώπη. Τα στοιχεία δείχνουν ότι ο στρατός της Ρωσίας μπορεί, εάν έρθει αντιμέτωπος με καλά εξοπλισμένες ουκρανικές δυνάμεις, να καταστραφεί και να ηττηθεί πλήρως. «Αλλά ο πόλεμος είναι πόλεμος και το μέλλον είναι πάντα αβέβαιο. Το μόνο που είναι σαφές αυτή τη στιγμή είναι ότι η αποτυχία να υποστηριχθεί επαρκώς η Ουκρανία θα έχει τρομερές συνέπειες, και όχι μόνο για αυτό το ηρωικό και χειμαζόμενο έθνος», υπενθυμίζει ο αμερικανός επιστήμονας.