Η γιαγιά μου, η μαμά της μαμάς μου, είχε τρεις αδελφές. Η μία, η «πρωτευουσιάνα», ζούσε στα Εξάρχεια κι έκανε κάθε μέρα την διαδρομή Αραχώβης – Ερεσσού. Τις γιορτές και τις αργίες κατέβαινε στο χωριό, να κοιμηθεί στο μονό της κρεβάτι δίπλα απ’ το μεγάλο παράθυρο με τα ζουμπούλια. Κατέβαινε απ’ το ταξί, στο ένα χέρι της η μαύρη δερμάτινη τσάντα ταξιδίου με δυο αλλαξιές και στο άλλο η μεγάλη σακούλα του Ασημακόπουλου. Είχε τα στρογγυλά κουλουράκια με τη ζύμη πασταφλόρας και ένα ταψί γαλακτομπούρεκο. Με την κρέμα του μεγάλωσα αλλά κυρίως με το όνομά του. Ανάλογα τις γιορτές, προστίθεντο και τα σοκολατένια λαγουδάκια και ο μπακλαβάς αλλά η κρέμα του γαλακτομπούρεκου με ακολουθεί ακόμα.
Δείτε το πλήρες κείμενο εδώ.