Σήμερα ανακάλυψα ότι το κτήμα από το οποίο αγοράζω λαχανικά παράγει και μανιτάρια πλευρώτους. Δεν ήταν μια δύσκολη ανακάλυψη, αφού φάτσα βιτρίνα με επιβλητικότητα παρακολουθούσαν τα τεκταινόμενα στον πάγκο δύο μεγάλες συστάδες πλευρώτους.
Έχοντας διασφαλίσει την άριστη πρώτη ύλη, το έργο του μάγειρα αρχίζει.
Πώς θα μαγειρέψω, πώς θα σερβίρω.
Το μαγείρεμα έχει να κάνει με όλες εκείνες τις ενέργειες, που μετασχηματίζουν σε κάποιο βαθμό τις φυσικές και χημικές ιδιότητες της πρώτης ύλης. Με βάση τον ορισμό αυτό, το να φτιάξω μια σαλάτα με ωμά λαχανικά δεν είναι μαγείρεμα. Μπορεί η σαλάτα να συνδυάζει κάποιες γεύσεις, αλλά δεν αλλάζουν οι φυσικές και χημικές ιδιότητες των συστατικών της.
Σήμερα το μαγείρεμα έχει αδιάψευστα κριτήρια επιτυχίας ή αποτυχίας. Τα ψημένα μανιτάρια πλευρώτους πρέπει να είναι ζουμερά, οι ραβδώσεις από τη σχάρα είναι ορατές και να αντιδιαστέλλονται με τα χρώματα και αποχρώσεις της λοιπής επιφάνειας του μανιταριού.
Εξάλλου η απόλαυση της μαγειρεμένης τροφής δεν είναι μόνο γευστική αλλά και οφθαλμική, με την προϋπόθεση βεβαίως ότι δεν είναι οφθαλμαπάτη.
Δεν θα ασχοληθώ σήμερα με τους πανίσχυρους ψυχολογικούς μηχανισμούς που μπορεί να οδηγήσουν έναν καθόλα λογικό και ισορροπημένο άνθρωπο στο να αυταπατάται όταν τρώγει. Ίσως σε ένα μελλοντικό άρθρο. Οπως σε όλες τις καταστάσεις της ζωής, όμως, οι μηχανισμοί αυτοί τροφοδοτούνται από μεγάλες προσδοκίες σε συνδυασμό με μια πενιχρή πραγματικότητα.
Δείτε ολόκληρο το κείμενο και τη συνταγή εδώ