Την πρώτη Κυριακή της Σαρακοστής που βρέθηκα στο χωριό, η μέρα ήταν υπέροχη. Μια όμορφη λιακάδα του Μάρτη, σχεδόν άπνοια, ήταν το καλύτερο δώρο μετά τις βροχές του χειμώνα. Ευκαιρία για εξόρμηση στ’ Αόρι. Έτσι λέμε στο χωριό μου τα ψηλά βουνά, με τους μαγατζέδες και τ’ αμπέλια.
Μαγατζέδες είναι τα παλιά αγροτικά σπίτια που είχανε φτιάξει οι παππούδες μας για να μένουν όταν κλάδευαν τ’ αμπέλια ή έκαναν άλλες αγροτικές δουλειές και το καλοκαίρι απολάμβαναν τις διακοπές τους για μικρό χρονικό διάστημα, μιας και στο βουνό υπάρχει δροσιά και νερό από τις πηγές.
Σ’ έναν από τους μαγατζέδες βρεθήκαμε μια καλή παρέα και το μόνο που θέλαμε ήταν να απολαύσουμε τον ήλιο σ’ ένα τραπέζι, που σε πέντε λεπτά γέμισε με ρακομεζέδες, ταραμά, φρέσκια μυζήθρα του βοσκού, λουμπούνια, δροσερά κουκιά, χαλβά, ντάκους με λάδι ντομάτα και μυζήθρα, και φυσικά μια μποτίλια γεμάτη με ρακή. Μέχρι να γεμίσουν τα ρακοπότηρα αδειάζανε με το εις υγεία παιδιά!
Στην μικρή κουζίνα, ένα ντουλάπι είναι γεμάτο, πέρα από τα πιάτα και τα κουζινικά, κουτιά με καλαμάρια, κονσέρβες θαλασσινών, αλλαντικών, που μπορείς να φτιάξεις ένα αορίτικο φαγητό στο άψε σβήσε! Οι Αορίτες (οι κάτοικοι των ψηλών βουνών) με απλά υλικά που βρίσκουν στη φύση και με μια κονσέρβα μπορούν και φτιάχνουν σε μικρό χρονικό διάστημα ένα πεντανόστιμο φαγητό για μια καλή παρέα, συνοδεία πάντα αορίτικου κρασιού!
Για πότε ο Κωστής έβαλε το τηγάνι στο πετρογκάζ, έριξε μέσα λάδι, τσιγάρισε το κρεμμύδι, βγήκε στην αυλή και μάζεψε μυρωδάτο μάραθο από τις μαραθιές και έφτιαξε μια σάλτσα από ντομάτες, πρόσθεσε στο τέλος τα καλαμαράκια του κουτιού, δεν το καταλάβαμε.
Μια μεγάλη πιατέλα γέμισε με το μεζέ, στο κέντρο του τραπεζιού, μυρωδιές σκορπίσανε παντού, και μια μεγάλη κανάτα με κρασί δεν έπαιρνε τα μάτια μας από πάνω του.
Εικόνες μιας παρέας που απολάμβανε την φύση, τον ήλιο, την πρασινάδα, το νερό, την ηρεμία και την γαλήνη, τις γεύσεις που ξυπνούν αναμνήσεις, παραστάσεις που θες να τις ζεις ξανά και ξανά.
Πάμε στην δικιά μας κουζίνα να απολαύσουμε μαζί ένα μεζέ με καλαμαράκια του κουτιού στιφάδο.