Ήταν το γλύκισμα που ως παιδιά μας προκαλούσε τα πιο έντονα συναισθήματα: ανυπομονησία μεγάλη για να φτάσει η ώρα της κοπής της, εναγώνιο ψάξιμο για το πού έπεσε φέτος το φλουρί, σκάλισμα με τα δάχτυλα και μετά βιαστικές μπουκιές – αν τύχαινε και ήταν παραχωμένο στη ζύμη και δύσκολο να βρεθεί.
Και όταν το κέρδιζε κάποιος από τους μικρούς – ω χαράς ευαγγέλια -, φωνές, χαμόγελα, δωράκια και αγκαλιές. Αν πάλι έπεφτε στα πρώτα κομμάτια, του Χριστού, του σπιτιού («τι τα θες αυτά ρε μαμά, τζάμπα πάνε»), απογοήτευση και γιούχα. Παρηγορούμασταν όμως γιατί είχαμε να χαρούμε, έστω, ένα νόστιμο κέικ.
Να φτιάχνετε βασιλόπιτες, ακόμα και τις πιο απλές. Γιατί (παραφράζοντας ελαφρώς κάτι που έγραψε η Θάλεια Τσιχλάκη), προετοιμάζοντας ένα γλύκισμα ή ένα φαγητό για την οικογένεια μπαίνεις, σταδιακά, στο πνεύμα της γιορτής, αποκτάς ένα κοντινό στόχο, εφικτό να υλοποιήσεις. Και έτσι αρχίζεις να αισθάνεσαι λίγο πιο καλά, λίγο πιο χαρούμενος. Οι bostanistas έχουν έναν σωρό συνταγές και ιστορίες για την πίτα της πρώτης μέρας του χρόνου.
Δείτε ολόκληρο το κείμενο εδώ.