Ο μεγιστάνας των ΜΜΕ του Χονγκ Κονγκ Τζίμι Λάι συνελήφθη τη Δευτέρα 10 Αυγούστου. Οι Αρχές της χώρας προχώρησαν και σε έρευνες σε εγκαταστάσεις του ομίλου του, εν ονόματι του νέου αμφιλεγόμενου νόμου για την ασφάλεια της αυτόνομης περιοχής της Κίνας.
Ο 71χρονος μεγιστάνας συνελήφθη στο σπίτι του, διευκρίνισε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο στενός του συνεργάτης Μαρκ Σάιμον, ενώ σημείωσε πως και άλλα κορυφαία στελέχη του ομίλου των μέσων ενημέρωσης του Λάι συνελήφθησαν επίσης. Σύμφωνα με πληροφορίες, αντιμετωπίζουν κατηγορίες για απάτη και παραβίαση του νέου νόμου περί εθνικής ασφάλειας που τέθηκε σε ισχύ στα τέλη Ιουνίου.
Αυτή η εξέλιξη ερμηνεύεται από πολλούς ως ένα δείγμα της νέας σκληρής στάσης του Πεκίνου προς την άλλοτε βρετανική αποικία, μιας και ο Λάι είναι ιδιοκτήτης μέσων ενημέρωσης που ασκούν σφοδρή κριτική στην Κίνα.
Δημοσιογράφοι που εργάζονται στον όμιλο του Λάι μετέδωσαν απευθείας μέσω Facebook πλάνα από τις έρευνες της αστυνομίας. Σε ένα από τα βίντεο, ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας Λο Ουάι-κουόνγκ απαιτεί από τους αστυνομικούς να του δείξουν το ένταλμα έρευνάς τους.
Σε ανακοίνωσή της, η αστυνομία του Χονγκ Κονγκ έκανε λόγο για επτά συλλήψεις προσώπων για τα οποία υπάρχουν υποψίες περί αθέμιτης σύμπραξης με ξένες δυνάμεις – ένα από τα αδικήματα που μπήκαν στο στόχαστρο με τον νέο νόμο.
Το γραφείο του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα εξέφρασε άμεσα την ανησυχία του για τις εξελίξεις στην περιοχή.
Ο Τζέρεμι Λόρενς, εκπρόσωπος του γραφείου της Υπατης Αρμοστείας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ανέφερε σε ηλεκτρονικό μήνυμά του: «Καλούμε τις Αρχές να επανεξετάσουν αυτές τις περιπτώσεις ώστε να εξασφαλίσουν ότι οι συλλήψεις δεν εμποδίζουν την άσκηση των δικαιωμάτων που προστατεύονται από τον διεθνή νόμο περί ανθρώπινων δικαιωμάτων και τον Θεμελιώδη Νόμο του Χονγκ Κονγκ.
»Επαναλαμβάνουμε τις εκκλήσεις μας προς τις αρχές να παρακολουθούν και να εξετάζουν τη λειτουργία του νόμου για την ασφάλεια και να τον τροποποιήσουν, αν είναι απαραίτητο, για να εξασφαλίσουν πως δεν θα γίνει κατάχρησή του για να περιορισθούν ανθρώπινα δικαιώματα που είναι εγγυημένα από το διεθνές δίκαιο και τον Θεμελιώδη Νόμο του Χονγκ Κονγκ»