Μετά από 18χρόνια στη φυλακή, ο παιδοκτόνος της Κρήτης, Γιώργος Μεταξάκης, που το 1999 έπνιξε στον Αλμυρό ποταμό τα τρία από τα τέσσερα παιδιά του, πέρασε την πόρτα του σωφρονιστικού καταστήματος Δομοκού και αναπνέει ξανά αέρα ελευθερίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες του cretapost, ο ηλικίας 60 ετών σήμερα Μεταξάκης αποφυλακίστηκε την περασμένη Παρασκευή, 23 Νοεμβρίου. Η οικογένειά του στην Κρήτη έχει ενημερωθεί για την αποφυλάκισή του, ενώ στον ίδιο έχει επιβληθεί απαγόρευση να μεταβεί στο νησί.
Ηταν 22 Σεπτεμβρίου 1999. Ο άδικος χαμός τριών μικρών παιδιών στον Αλμυρό ποταμό στο Ηράκλειο της Κρήτης, βρισκόταν στα πρωτοσέλιδα του Τύπου της εποχής. Μετά από ένα 24ωρο ωστόσο η υπόθεση πήρε απίστευτη τρόπη, αφού όπως προέκυψε από την έρευνα των αστυνομικών, πίσω από τον θάνατο των τριών αγοριών κρυβόταν ο ίδιος τους ο πατέρας.
Ο Γιώργος Μεταξάκης είχε λυγίσει στην ανάκριση, ομολογώντας ότι αυτός έπνιξε τα παιδιά του στο ποτάμι για να εκδικηθεί η γυναίκα του με την οποία ήταν σε διάσταση.
Με την Αργυρώ, όπως ήταν το όνομά της, είχαν κλεφτεί το 1986. Ηταν δεύτερη ξαδέλφη του και μαζί έκαναν τέσσερα παιδιά, ένα κορίτσι και τρία αγόρια. Οι καβγάδες, συνεχείς. Η Αρυρώ είχε απειλήσει πολλές φορές ότι θα έφευγε από το σπίτι και τελικά έκανε πράξη την απειλή της. Μαζί της πήρε τα παιδιά. Ο Μεταξάκης δεν μπορούσε να το αποδεχθεί και μετά από επανειλημμένες εκκλήσεις στη γυναίκα του να γυρίσει πίσω με τα παιδιά, άρχισε να καταστρώνει το σχέδιό του για να την εκδικηθεί.
Μαζί με την ομολογία του στις 23/9/1999, οι αστυνομικοί που είχαν αναλάβει την υπόθεση οδηγήθηκαν και στο ημερολόγιο του παιδοκτόνου όπου έγραφε για τη σύζυγό του:
«Αγαπάω τα παιδιά μου. Αλλά εσύ μου τα στερείς. Εσύ φταις για όλα. Όταν πεθάνω, να με θάψετε μαζί τους».
Το απόγευμα της 20ής Σεπτεμβρίου 1999, πήρε με το αυτοκίνητό του τη 12χρονη κόρη του, τον δεκάχρονο Γιάννη, τον Νίκο 4 ετών και το 2 ετών αβάπτιστο αδελφάκι τους για να πάνε βόλτα.
Μόλις έφθασε στον Aλμυρό ποταμό, έδεσε την κόρη του στο λεβιέ των ταχυτήτων, πήρε τα αδέλφια της κοντά στην όχθη και με μια σπρωξιά τα πέταξε στα κρύα, ορμητικά νερά του ποταμού.
Στην περιοχή του Mοχού, εγκατέλειψε την κόρη του και εξαφανίστηκε.
Συνελήφθη μία ημέρα μετά, ενώ προσπαθούσε να διαφύγει στα βουνά του Λασιθίου. Στους αστυνομικούς ισχυρίστηκε ότι επρόκειτο για ατύχημα, αλλά τελικά λύγισε στην πολύωρη ανάκριση και ομολόγησε.
Στο δικαστήριο άκουσε το κατηγορητήριο χωρίς να πει λέξη. Δεν απολογήθηκε ποτέ και δέχτηκε τη ποινή που του επιβλήθηκε πρωτόδικα (τρις ισόβια) χωρίς ούτε καν να σηκώσει το βλέμμα του στην έδρα.
Από την υπεράσπισή του ασκήθηκε έφεση, αλλά ο ίδιος δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά ενώπιον του δικαστηρίου.