Οι ραγδαίες εξελίξεις στον χώρο των ΜΜΕ και ειδικότερα στον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη (ΔΟΛ) με την ανάληψη της τύχης του από τον τέως προέδρο του ΔΣ της Αυγής και πρώην βουλευτή Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ Βασίλη Μουλόπουλο, ήταν το βασικό θέμα της συζήτησης την οποία είχε ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Βαγγέλης Βενιζέλος κατά τη διάρκεια της εκπομπής του δημοσιογράφου Ηλία Κανέλλη, στον ραδιοφωνικό σταθμό Αθήνα 9,84.
Αυτό που τόνισε με έμφαση ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ερωτώμενος για την αντίφαση που προκύπτει από την στάση του κ. Τσίπρα, ο οποίος πριν από λίγο καιρό χαρακτήριζε ως «φούσκα» τις εφημερίδες του ΔΟΛ και την Τετάρτη στη Βουλή εμφανίστηκε διαπρύσιος για τη διάσωσή τους, ήταν ότι «μια από τις μορφές με τις οποίες εκφέρεται η εθνικολαϊκιστική εξουσία είναι η επίθεση απέναντι στον Τύπο. Η κατάλυση της αξιοπιστίας του Τύπου. Μετατρέπει ο πολιτικός τον Τύπο σε αντίπαλό του και αυτό, στην πραγματικότητα, μειώνει την πειστικότητα, την αξιοπιστία των οργανισμών ενημέρωσης και δημιουργεί πολύ σοβαρά προβλήματα πολιτικής πολυφωνίας».
Απαντώντας σχετικά με την τοποθέτηση του Πρωθυπουργού ότι προπηλακίζεται από την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ επί δύο χρόνια ο κ. Βενιζέλος σχολίασε: «Οσα λέει ο κ. Τσίπρας υποδηλώνουν έναν βαθύ αυταρχισμό, μια δυσανεξία απέναντι στον πλουραλισμό, τη Δημοκρατία, την κριτική και ίσως δεν έχουν αντιληφθεί τι είδους κριτική ασκούσαν αυτοί ως αντιπολίτευση.
»Τι συμπεριφορές έχουν τροφοδοτήσει, έχουν καθοδηγήσει και έχουν ενθαρρύνει. Τολμούν να μιλούν για δολοφονίες χαρακτήρων, αυτοί οι οποίοι οργάνωσαν συστηματικά όχι απλά και μόνο δολοφονίες πολιτικών χαρακτήρων, αλλά και τη δολοφονία μιας ολόκληρης εθνικής στρατηγικής, η οποία αν είχε τη στοιχειώδη συναίνεση θα μας είχε οδηγήσει τώρα σε τελείως διαφορετική κατάσταση, σε μία προοπτική εξόδου από την κρίση και όχι στην καταβύθιση σε μία κρίση χωρίς τέλος στην οποία έχουμε μπει από το 2015 και μετά».
Μάλιστα ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ συνέχισε ως εξής: «Βλέπετε ότι η νοοτροπία αυτή αρχίζει και παίρνει ακραίες μορφές. Απέτυχε η προσπάθεια που έγινε στην τηλεόραση να ελέγξουν το τηλεοπτικό τοπίο γιατί υπήρξαν αντιστάσεις πολιτικές και κυρίως αντιστάσεις νομικές, τελικά δικαστικές. Υπήρξε μία βαρυσήμαντη απόφαση του ΣτΕ, η οποία κήρυξε το νόμο αντισυνταγματικό.
»Αλλά τώρα βλέπουμε ότι στο χώρο των εφημερίδων γίνονται ακόμη μεγαλύτερα ατοπήματα, έχουμε ακόμη μεγαλύτερες προκλήσεις: Το να επιχειρήσεις να ελέγξεις, εκβιάζοντας με πολλούς τρόπους, ένα συγκρότημα εφημερίδων που παραδοσιακά ανήκει στο χώρο, ας πούμε του προοδευτικού κέντρου, της προοδευτικής δημοκρατικής παράταξης με όλα τα προβλήματα του, με όλες τις αντιφάσεις του, με όλα τα αρνητικά του σημεία. Αυτό το συγκρότημα ανήκει στο χώρο αυτό. Είναι εκεί τοποθετημένο. Είναι ένας πυλώνας του πλουραλισμού και της ενημέρωσης. Το να επιχειρείς λοιπόν να τον ελέγξεις αυτόν μέσα από εκβιασμούς και πιέσεις, ποινικές, χρηματοοικονομικές, πολιτικές, νομίζω ότι είναι κάτι το οποίο δεν το ανέχεται μια σύγχρονη πλουραλιστική δημοκρατία».
Οσον αφορά την ηγετική πλέον παρουσία στον ΔΟΛ του στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ, Βασίλη Μουλόπουλου, και το παρασκήνιο που προηγήθηκε, ο κ. Βενιζέλος επεσήμανε ότι δεν έχει τίποτα προσωπικό μαζί του. «Μπορώ να πω ότι έχω μία πολύ συμπαθητική εικόνα. Θεωρώ ότι είναι ένας πολύ καλός επαγγελματίας», υπογράμμισε χαρακτηριστικά. «Αλλά» συνέχισε, «είναι εξ απορρήτων του Πρωθυπουργού. Είναι, μέχρι χθες, ο πρόεδρος του Δ.Σ της Αυγής. Είναι ένας άνθρωπος που παίζει καθοριστικό ρόλο στην άσκηση της εξουσίας, έστω από παράπλευρες θέσεις, αλλά πολύ σημαντικό ρόλο. Ποιος μπορεί να πειστεί ότι αυτή η μετάκληση του για να αναλάβει την προσπάθεια διάσωσης του συγκροτήματος είναι αθώα και δεν είναι μία προσπάθεια πολιτικού και οικονομικού και επιχειρηματικού ελέγχου επί του συγκροτήματος; Επί της επιχείρησης αυτής, που όπως είπα, δεν είναι απλά μία επιχείρηση είναι ένας μηχανισμός ενημέρωσης, ένας ιδεολογικός μηχανισμός, είναι ένας θεσμός της δημοκρατίας σε τελική ανάλυση».
Σχολιάζοντας δε, την κατακλείδα του σημερινού (Πέμπτη) κυρίου άρθρου της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ, ότι «οι εφημερίδες δεν είναι γιαούρτια» τόνισε: «Συμφωνώ με την προσέγγιση. Νομίζω ότι είναι μια εξήγηση την οποία όφειλαν στον εαυτόν τους οι συντελεστές της έκδοσης και των ΝΕΩΝ και του ΒΗΜΑΤΟΣ. Θα μου επιτρέψετε να θυμίσω ότι όταν ξεκίνησε η τελευταία αυτή φάση της κρίσης και εγώ έγραψα ένα άρθρο στο ΒΗΜΑ μιλώντας για την άυλη υπεραξία, την τεράστια άυλη υπεραξία του ΒΗΜΑΤΟΣ και των ΝΕΩΝ. Αλλά, βεβαίως, οι δημοσιογράφοι από μόνοι τους, οι συνεργάτες, οι αρθρογράφοι, οι σχολιαστές, οι κριτικοί αναγνώστες, από μόνοι τους δεν αρκούν. Χρειάζεται ο εκδότης και φυσικά χρειάζεται μια επιχειρηματική οργάνωση για να μπορείς όλα αυτά να τα μετατρέπεις σε ένα τελικό προϊόν. Και εκεί προσπαθεί να επέμβει η κυβέρνηση τώρα, πιστεύω, με έναν απροκάλυπτο τρόπο, διότι, μπορεί τελικά να αποχωρήσουν όλοι όσοι είναι ευαίσθητοι και να μείνει ένα ψευδεπίγραφο προϊόν, το οποίο αλλοιώνει την ίδια την δημοκρατική πολυφωνία, τον πλουραλισμό. Και αυτό πρέπει να αποτραπεί.
»Δηλαδή, αν μιλάμε για μια παράδοση και για μια συνέχεια και για ένα ύφος και για μια αντίληψη ολόκληρη, αυτό πρέπει να διαφυλαχθεί και επιχειρηματικά. Όχι με την σημερινή μορφή, αλλά με κάποια μορφή, που τελικά μπορεί να παράγει ένα τελικό προϊόν. Και αυτό έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία για το μέλλον και τους χειρισμούς που πρέπει να γίνουν. Διότι, φυσικά μπορεί μια ομάδα δημοσιογράφων, με μια στοιχειώδη χρηματοδότηση, να συνεχίσει να εκφράζεται είτε στον έντυπο είτε στον ηλεκτρονικό Τύπο με την ίδια ποιότητα ή ακόμα και με μεγαλύτερη ποιότητα και καθαρότητα, αλλά αυτό δεν θα είναι η συνέχεια και η παράδοση εφημερίδων του επιπέδου των ΝΕΩΝ και του ΒΗΜΑΤΟΣ».