Το φθινόπωρο πρόκειται να εγκαταλείψει οριστικά την πολιτική, και τη γερμανική και την ευρωπαϊκή, έπειτα από 16 χρόνια αδιαμφισβήτητης κυριαρχίας. Η Ανγκελα Μέρκελ θα αποσυρθεί τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, πριν από τη διεξαγωγή των ομοσπονδιακών εκλογών στη Γερμανία, εξακολουθώντας να απολαμβάνει ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά δημοτικότητας κι έχοντας καταφέρει να αποτινάξει (εν μέρει) την εικόνα της «μοναχικής», «ψυχρής» και «άτεγκτης» καγκελαρίου.
Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, πρωτοστατώντας στη σύσταση του Ταμείου Ανάκαμψης, μπόρεσε να απαλλαγεί και από το παρωνύμιο «Merkiavelli» που της προσέδωσε ο τακτικισμός της, εξαιτίας του οποίου η ΕΕ κατέληξε πολλές φορές σε επισφαλείς συμβιβασμούς. Ομως η μετάλλαξη, προς το καλύτερο, της γερμανίδας καγκελαρίου λίγο πριν από την αποχώρησή της καθιστά ακόμη πιο δυσαναπλήρωτο το κενό που πρόκειται να αφήσει στο κόμμα της, στη Γερμανία και (ίσως;) στην Ευρώπη.
Το 2013, αφού έθεσε για μια ακόμη φορά εκτός μάχης όλους τους φιλόδοξους διαδόχους της στην καγκελαρία, θριαμβεύοντας στις ομοσπονδιακές εκλογές, η γερμανίδα καγκελάριος είχε αναφέρει αστειευόμενη ότι «στη Γερμανία πάντα θα υπάρχει κάποιος που θέλει να γίνει καγκελάριος».
Ωστόσο «ένα από τα μεγαλύτερα λάθη της ήταν ότι δεν αποπειράθηκε ποτέ να γαλουχήσει έναν διάδοχό της. Και το ότι θυσίασε στις εσωκομματικές διαμάχες τη μοναδική κληρονόμο που είχε επιλέξει η ίδια, την Ανεγκρετ Κραμπ – Κάρενμπαουερ, μόνο και μόνο για να διασφαλίσει μια συνέχεια στην πολιτική της», υποστηρίζει η Τόνια Μαστρομπουόνι, ανταποκρίτρια της La Repubblica στο Βερολίνο. «Και τώρα υπάρχουν τρεις υποψήφιοι για την προεδρία της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης (CDU), τόσο ανίσχυροι, που στο κόμμα κυκλοφορεί η υπόθεση ότι θα μπορούσε να διεκδικήσει την καγκελαρία κάποιος δίχως τον τίτλο του ηγέτη του κόμματος», σημειώνει η ιταλίδα δημοσιογράφος.
1.001 ψήφοι…
Αυτή την Παρασκευή 15 Ιανουαρίου, αλλά και την επομένη, πρόκειται να διεξαχθεί εξ ολοκλήρου ψηφιακά το συνέδριο του CDU, κατά την ολοκλήρωση του οποίου 1.001 κομματικά στελέχη θα εκλέξουν τον νέο πρόεδρο του κόμματος.
Πριν από μερικές ημέρες, ο Αρμιν Λάσετ, ο πιο «μερκελικός» από τους τρεις υποψηφίους, μιλώντας στην Bild εμφανίστηκε αισιόδοξος για το τελικό αποτέλεσμα. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Guardian, ο πρωθυπουργός της Ρηνανίας-Βεστφαλίας είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στο πιο πολυπληθές κρατίδιο της Γερμανίας και χαίρει της «σιωπηρής υποστήριξης» του κομματικού μηχανισμού, ωστόσο, αρκετοί αμφιβάλλουν αν διαθέτει τα απαραίτητα προσόντα για να επιβληθεί τόσο σε ομοσπονδιακό επίπεδο, κερδίζοντας την καγκελαρία, όσο και σε πανευρωπαϊκό, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα της πατρίδας του αλλά και συμβάλλοντας στην ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος.
Το ότι στις δημοσκοπήσεις υπολείπεται των αντιπάλων του ως καταλληλότερος για τη διεκδίκηση της καγκελαρίας αποτελεί σίγουρα μειονέκτημα. Εάν κερδίσει, ωστόσο, την προεδρία του κόμματός του, όπως ελπίζει, και εκλεγεί και στην καγκελαρία, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι, τόσο σε εθνικό όσο και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, θα καταστεί ο συνεχιστής των πολιτικών της Ανγκελα Μέρκελ.
Το ότι δύο κορυφαία στελέχη του CDU, ο Ραλφ Μπρινκχάους, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών και των Χριστιανοκοινωνιστών, και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, πρόεδρος της Μπούντεσταγκ, έχουν αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο ο διεκδικητής της καγκελαρίας στις ομοσπονδιακές εκλογές του ερχόμενου Σεπτεμβρίου να μην είναι ο πρόεδρος του κόμματος, θολώνει ακόμα περισσότερο τα νερά.
Σπαν και Μερτς
Και σίγουρα δεν είναι τυχαίο, επισημαίνει η Μαστρομπουόνι, ότι κυκλοφορούν ήδη φήμες ότι την καγκελαρία για λογαριασμό του κόμματος της Μέρκελ θα μπορούσε να τη διεκδικήσει τελικά ο Γενς Σπαν, πρώην δελφίνος του Σόιμπλε και νυν υπουργός Υγείας της Γερμανίας, ο οποίος πρωταγωνιστεί το τελευταίο διάστημα στον δημόσιο βίο της χώρας εξαιτίας της πανδημίας του κορονοïού.
Πολέμιος της πολιτικής των «ανοιχτών συνόρων» και ιδιαίτερα αυστηρός όσον αφορά τα δημοσιονομικά, ο Σπαν, ως καγκελάριος της Γερμανίας, θα ακολουθούσε σίγουρα μία πιο συντηρητική πορεία σε σχέση με τη Μέρκελ ή τον Αρμιν Λάσετ, δίχως, ωστόσο, τις υπερβολές του Φρίντριχ Μερτς, του πιο δημοφιλούς μεταξύ των υποστηρικτών του κόμματος από τους τρεις διεκδικητές της ηγεσίας του CDU.
Ο άσπονδος εχθρός της Ανγκελα Μέρκελ έχει δεσμευτεί εδώ και καιρό ότι σε περίπτωση που επικρατήσει, θα στρέψει το κόμμα ακόμα πιο δεξιά, ούτως ώστε να αντιμετωπίσει την απειλή του ακροδεξιού AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία). Αναπολεί τη νεοφιλελεύθερη περίοδο των Χριστιανοδημοκρατών, παρότι το τελευταίο διάστημα επιδίωξε να εμφανιστεί περισσότερο κεντρώος και πιο διαλλακτικός.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο προκάλεσε σάλο, σχετίζοντας τους ομοφυλόφιλους με τους παιδεραστές, ενώ όσον αφορά την Ευρώπη, η συστηματικά διφορούμενη στάση του ανησυχεί όλος όσοι υποστηρίζουν το ευρωπαϊκό εγχείρημα κι επιδιώκουν την ολοκλήρωσή του. Αρκεί να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια των προηγούμενων μηνών αμφισβήτησε πολλές φορές τη νομιμότητα του Ταμείου Ανάκαμψης και των έκτακτων μέτρων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την αντιμετώπιση του οικονομικού αντίκτυπου της πανδημίας.
Αουτσάιντερ, αλλά…
Ο τρίτος διεκδικητής της αρχηγίας του CDU είναι ο Νόρμπερτ Ρέτγκεν, πρώην υπουργός Περιβάλλοντος και νυν πρόεδρος της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Μπούντεσταγκ, ο οποίος, παρότι θεωρούνταν αουτσάιντερ, πλέον κατατάσσεται δεύτερος στις δημοσκοπήσεις. Στην περίπτωση που κερδίσει την ηγεσία του κόμματος, αλλά και την καγκελαρία, δηλώνει ότι θα υιοθετήσει τη συναινετική στάση της Μέρκελ στο εσωτερικό, όντας περισσότερο ευρωπαϊστής και δραστήριος στη διεθνή σκηνή.
Σύμφωνα με μία πέμπτη υπόθεση που συζητιέται στη Γερμανία όσον αφορά τη μετά Μέρκελ εποχή και τη διεκδίκηση της καγκελαρίας τον ερχόμενο Σεπτέμβριο από την κεντροδεξιά συντηρητική παράταξη, το CDU θα μπορούσε να επιτρέψει στους Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας (CSU) να ορίσουν αυτοί τον υποψήφιο καγκελάριο της συμμαχίας τους, τον πανίσχυρο και εξαιρετικά δημοφιλή βαυαρό πρωθυπουργό Μάρκους Ζέντερ στην προκειμένη περίπτωση.