Πάνω από ένα μήνα είχε να μιλήσει με τους δημοσιογράφους ο Ντόναλντ Τραμπ. Από τις 8 Δεκεμβρίου μεσολάβησαν πολλά, με κορυφαίο την εισβολή των οπαδών του στο Καπιτώλιο και τη δική του προσπάθεια να συντηρήσει τον μύθο των «κλεμμένων εκλογών».
Η πρώτη του συνομιλία, έπειτα από καιρό, απέκτησε τη σημασία της – αλλά και έδειξε ότι μάλλον δεν μετακινήθηκε από τις θέσεις του.
Λίγο πριν αναχωρήσει την Τρίτη για το Αλαμο του Τέξας, όπου θα επιθεωρήσει το τείχος στα σύνορα με το Μεξικό, δήλωσε ότι υπάρχει «τεράστιος θυμός» για τις ενέργειες που γίνονται για την παραπομπή του. Πρόσθεσε όμως ότι «δεν θέλω βία, η βία πρέπει πάντα να αποφεύγεται».
Ο απερχόμενος πρόεδρος απέφυγε να απαντήσει στην ερώτηση αν προτίθεται να παραιτηθεί.
Σχολίασε όμως τις ενέργειες που κάνουν οι Δημοκρατικοί για να τον παραπέμψουν, για δεύτερη φορά στη θητεία του. «Η παραπομπή προκαλεί τεράστιο θυμό και είναι πραγματικά ένα φρικτό πράγμα αυτό που κάνουν» είπε, εκτιμώντας ότι η προσπάθεια να τον κατηγορήσουν για υποκίνηση εξέγερσης εντάσσεται στο «κυνήγι μαγισσών» εναντίον του .
Αν η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίσει υπέρ της παραπομπής του, αύριο Τετάρτη, ο Τραμπ θα γίνει ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ που παραπέμπεται δύο φορές.
Ο Τραμπ αρνήθηκε κάθε ευθύνη για τη βίαιη πολιορκία του Καπιτωλίου και την εισβολή στο κτίριο από τους οπαδούς του, στις 6 Ιανουαρίου, υποστηρίζοντας ότι η ομιλία που εκφώνησε νωρίτερα στο πλήθος ήταν «απολύτως αποδεκτή».
«Αν διαβάσετε την ομιλία μου, αυτά που είπα ήταν απολύτως κατάλληλα», απάντησε όταν ρωτήθηκε αν πιστεύει ότι έχει προσωπική ευθύνη για τα γεγονότα.
Σχολιάζοντας τον αποκλεισμό του από τους ιστοτόπους κοινωνικής δικτύωσης, είπε ότι διαπράττουν «ένα καταστροφικό λάθος» και ότι αυτό που κάνουν είναι «ένα φρικτό πράγμα» για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Πρόσθεσε ότι «δεν έχει δει ποτέ τόσο θυμό» όσο βλέπει τώρα, μετά τις αποφάσεις που πήραν οι τεχνολογικοί κολοσσοί σε βάρος του.