Πάνω αριστερά ο Χουάν Μάτα που ξεκίνησε την πρωτοβουλία. Κάτω δεξιά ο Τζόρτζιο Κιελίνι, ένας ακόμα που ανακοίνωσε ότι θα διαθέσει το 1% των αποδοχών τους στην καταπολέμηση της φτώχειας | facebook
Επικαιρότητα

Το ποδόσφαιρο θέλει να σώσει την ψυχή του

Η ομάδα του «Common Goal» μεγαλώνει. Ηδη, 50 παίκτες δέχτηκαν να διαθέτουν το 1% των αποδοχών τους στην καταπολέμηση της φτώχειας. Ο απώτερος στόχος είναι, να δεσμευθεί στον ιερό σκοπό το 1% των ετησίων εσόδων της ποδοσφαιρικής βιομηχανίας, που ξεπερνούν τα 30 δισ. δολάρια [Βίντεο]
Sportscaster

«Γειά. Είμαι ο Τζιόρτζιο Κιελίνι, παίκτης της Γιουβέντους. Θα με ενδιέφερε να συμμετάσχω στο πρόγραμμά σας – και θα ήθελα να συγχαρώ τον Χουάν Μάτα που βρήκε τον χρόνο και είχε την ιδέα να βοηθήσουμε, μέσα από το ποδόσφαιρο, ανθρώπους λιγότερο τυχερούς από εμάς. Δεν επιδιώκω τη δημοσιότητα, παρά μόνο να συνεισφέρω σε αυτό το θαυμάσιο πρότζεκτ. Ζητώ συγγνώμη για τα αγγλικά μου, κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ».

Μερικά λεπτά αφότου έστειλε αυτό το e-mail, ο διεθνής ιταλός αμυντικός έγινε μέλος της υπέροχης ομάδας των ποδοσφαιριστών που δεσμεύονται να διαθέτουν -κάθε χρόνο- το 1% των αποδοχών τους σε φιλανθρωπικές δράσεις. Οι οποίοι, αυξάνονται και πληθύνονται. Αριθμούν, ήδη, γύρω στους 50. Ολο και περισσότεροι μπαίνουν στο πνεύμα της κοινωνικής ευθύνης αυτού του σπορ που δεν είναι, απλώς, ένα παιχνίδι, αλλά μία παγκόσμια θρησκεία με τρία δισεκατομμύρια πιστούς.

Ο Τζόρτζιο Κιελίνι ανακοίνωσε την συμμετοχή του στην σημαντική πρωτοβουλία του Μάτα

Το κίνημα της ανταπόδοσης ενός ελάχιστου μέρους του πλούτου που το ποδόσφαιρο οφείλει στον -φτωχό, ως επί το πλείστον- λαό του γεννήθηκε τον περασμένο Αύγουστο. Εκείνες τις μέρες που ο κόσμος κρατούσε την ανάσα του, ακούγοντας για τα 220 εκατομμύρια ευρώ της μετεγγραφής του Νεϊμάρ στην Παρί Σεν Ζερμέν. Η είδηση πέρασε στα ψιλά. Ισως, επειδή ο εμπνευστής αυτής της πρωτοβουλίας, ο 30χρονος ισπανός μέσος της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Χουάν Μάτα, δεν είναι ο Ρονάλντο ή ο Μέσι. Ή, γιατί οι καλές ειδήσεις δεν «πουλάνε», γενικώς. Μόνον ο Guardian της έδωσε την αξία που της έπρεπε, αναδεικνύοντας τον Μάτα σε «Ποδοσφαιριστή της Χρονιάς» για το 2017.

Τον Απρίλιο του 2016, σε συνέντευξή του στην ισπανική τηλεόραση, είχε ρίξει τον σπόρο: «Οταν ένας παίκτης παίρνει μετεγγραφή σε μια μεγάλη ομάδα, αυτομάτως νομίζει πως έγινε… Μαραντόνα. Βλέπεις νεαρά παιδιά που, αμέσως, αρχίζουν να συμπεριφέρονται σαν ροκ-σταρ. Φορούν πανάκριβα ρούχα και οδηγούν φανταχτερά αυτοκίνητα. Ο κόσμος του ποδοσφαίρου δεν έχει καμία σχέση με την πραγματική ζωή. Εμείς οι παίκτες ζούμε σε μια φούσκα. Η πραγματική ζωή είναι αυτή που ζουν οι φίλοι μου, οι οποίοι ψάχνουν για δουλειά και αναγκάζονται να μεταναστεύσουν. Με τρομάζει, μερικές φορές, το πόσο προνομιούχος είμαι».

Το περασμένο καλοκαίρι επέλεξε να περάσει τις διακοπές του στη Βομβάη. Ηθελε να γνωρίσει τις συνθήκες διαβίωσης σε μια από τις πιο υποβαθμισμένες περιοχές του κόσμου. «Κανένα παιδί δεν πρέπει να ζει έτσι», σχολίασε στο blog του όταν επέστρεψε στο σπίτι του. Και, λίγες μέρες αργότερα, έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιό του, το οποίο ονόμασε «Common Goal» («Κοινός Σκοπός»). Ανακοίνωσε ότι θα δίνει το 1% του μισθού του -70.000 λίρες από τα επτά εκατομμύρια που εισπράττει ετησίως- για την καταπολέμηση της φτώχειας, και κάλεσε όλους τους συναδέλφους τους να κάνουν το ίδιο.

«Εμείς έχουμε τόσες πολλές ευκαιρίες στη ζωή, μόνο και μόνο επειδή παίζουμε καλά ένα παιχνίδι. Ας ενωθούμε, για να βοηθήσουμε παιδιά απ’ όλο τον κόσμο να ζήσουν την ίδια χαρά. Ενα από τα πρώτα μαθήματα που έμαθα στο ποδόσφαιρο, είναι ότι χρειάζεσαι μια ομάδα για να πραγματοποιήσεις τα όνειρά σου». Ετοίμασε και ένα σποτάκι, για το κοινό σημείο που έχουν το ποδόσφαιρο και η κοινωνική αλλαγή: είναι, και τα δύο, ομαδικά αθλήματα. Το τιτλοφόρησε «It takes more than Juan to win». Σε ελεύθερη απόδοση, «Ενας Μάτα δεν φέρνει την άνοιξη».

Ο πρώτος που ανταποκρίθηκε, ήταν ο Ματς Χούμελς – της Μπάγερν Μονάχου. Στη συνέχεια, οι αμερικανίδες Αλεξ Μόργκαν και Μέγκαν Ραπίνο, που κατέκτησαν το Παγκόσμιο Κύπελλο γυναικών. Στην «παρέα» προστέθηκαν, συντόμως, κι άλλες κυρίες: παίκτριες της Αρσεναλ, της Μάντσεστερ Σίτι, της Μπαρτσελόνα… Παρά το γεγονός ότι οι δικές τους αμοιβές είναι πολύ χαμηλότερες σε σχέση με εκείνες των ανδρών συναδέλφων τους. Ακολούθησαν, ο προπονητής της Χόφενχάιμ, Γιούλιαν Νάγκελσμαν, και ο πρόεδρος της UEFA, Αλεξάντερ Τσέφεριν. Δυστυχώς, οι μεγάλες φίρμες των γηπέδων δεν… συγκινήθηκαν, ακόμη. Ισως, γιατί το δικό τους 1% είναι πάρα πολλά λεφτά. Ή, γιατί δεν καταδέχονται να βάλουν το όνομά τους κάτω από εκείνο του λιγότερο διάσημου Μάτα.

Ο Κάσπερ Σμάιχελ, ο τερματοφύλακας της Λέστερ που τον περασμένο Δεκέμβριο έγινε το μέλος Νο 32 του «Κοινού Σκοπού», εξομολογήθηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της Daily Mail πως αυτό είναι «το γκολ της ζωής του». Δεν θα ήθελε να τον θυμούνται, κάποτε, απλώς ως ποδοσφαιριστή. Με τη σύζυγό του, Στίνε Γκίλντενμπραντ, έχουν ιδρύσει ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα στη Δανία. Αλλά, αυτό είναι κάτι διαφορετικό – μπορεί να εξελιχθεί σε μία πανίσχυρη ομάδα, ικανή να αλλάξει προς το καλύτερο τις ζωές πολλών ανθρώπων.

Η ιδρυτική διακήρυξη του «Common Goal» -έχει αναρτηθεί στον ιστότοπο του Κινήματος (common-goal.org)- λέει πολλά, σε λίγα: «Με πάνω από τρία δισεκατομμύρια οπαδούς, το ποδόσφαιρο είναι το μεγαλύτερο κοινωνικό φαινόμενο στον Πλανήτη. Κανένα άλλο σπορ δεν έχει τέτοιο μέγεθος. Τόσον πλούτο. Τόσο μεγάλη πολιτισμική βαρύτητα. Το όμορφο παιχνίδι έχει τη δική του λίγκα. Σκεφτείτε τον κόσμο του ποδοσφαίρου ενωμένο πίσω από ένα κοινωνικό όραμα που μπορούμε να μοιραστούμε. Σκεφτείτε την επίδραση που θα δημιουργούσαμε, τις ζωές που θα μπορούσαμε να αλλάξουμε. Αυτό επιδιώκουμε να πετύχουμε, μέσω του Κοινού Σκοπού. Και σας θέλουμε δίπλα μας».

Τη διαχείριση του συλλογικού ταμείου έχει αναλάβει η βραβευμένη -αναγνωρισμένη από την UEFA και το Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ- NGO streetfootballworld, υποστηρικτής περισσότερων από 120 φιλανθρωπικών ποδοσφαιρικών οργανώσεων σε όλο τον κόσμο, με έργο σε πάνω από 80 χώρες. Ο μηχανισμός συγκέντρωσης χρημάτων είναι μια ποδοσφαιρική εκδοχή του φόρου Τόμπιν (στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές), σε εθελοντική βάση. Και το ζητούμενο, να δημιουργηθεί μια διαρκής σχέση μεταξύ του ποδοσφαίρου ως επιχείρησης και του ποδοσφαίρου ως εργαλείου για κοινωνική αλλαγή.

Ο Μάτα και όσοι τον ακολουθούν, ξέρουν πως δεν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο – όσο μεγάλο κι αν είναι το ποσό που, τελικώς, θα συγκεντρώσουν. Ο απώτερος στόχος είναι, με το παράδειγμά τους να στρατεύσουν στη μάχη εναντίον της φτώχειας ολόκληρη την κοινωνία του ποδοσφαίρου: παίκτες και προπονητές, συλλόγους, ατζέντηδες, χορηγούς. Να δεσμευθεί στον «Κοινό Σκοπό» το 1% των συνολικών εσόδων της ποδοσφαιρικής βιομηχανίας, που με τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις ξεπερνούν τα 30 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο.