Η αποχώρηση των εκπροσώπων των θεσμών και ο άγνωστος μέχρι στιγμής χρόνος επιστροφής τους, αφήνει πολλές εκκρεμότητες ανοιχτές και προμηνύει εξελίξεις στο πολιτικό πεδίο.
Η κυβέρνηση φαίνεται ότι είναι αδύναμη να αντιμετωπίσει το κύμα λαϊκής κατακραυγής. Ομως την ίδια στιγμή, με δεδομένες τις αντιρρήσεις των δανειστών στα πρόχειρα και αναποτελεσματικά σχέδιά της για το Ασφαλιστικό και το Φορολογικό, πιθανότατα θα αναγκαστεί σε αλλαγή πλεύσης και σε υιοθέτηση μέτρων που θα την απομακρύνουν ακόμη περισσότερο από τις προεκλογικές της υποσχέσεις – κοινώς: η μείωση συντάξεων επίκειται.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον κάποιοι στον ΣΥΡΙΖΑ ήδη λιποψυχούν. Εκπρόσωποι της ομάδας των 53 ήδη σκέφτονται ότι είναι προτιμότερη μια στρατηγική «εξόδου», από μια πολιτική αυτοκτονική για την Αριστερά.
Καλά πληροφορημένες πηγές και κάποιοι από τους συνομιλητές του Αλέξη Τσίπρα διαβεβαιώνουν όμως ότι ο Πρωθυπουργός αυτήν την περίοδο δεν σκέφτεται την έξοδο. Σκέφτεται κάτι πολύ δυσκολότερο: την παραμονή στην εξουσία και το πώς θα την επιτύχει.
Οπως αφήνουν να εννοηθεί οι ίδιες πηγές, στο Μέγαρο Μαξίμου υπάρχει ήδη ένα πρώτο σχέδιο, το οποίο θα τεθεί σε εφαρμογή τις προσεχείς εβδομάδες και εφόσον δεν υπάρξουν άλλου είδους ανατροπές.
Το σχέδιο, σύμφωνα με πληροφορίες, βασίζεται σε μια κλασικού Τύπου διαχείριση, μέσω της οποίας οι πολιτικές ηγεσίες της Ελλάδας παραδοσιακά αναζητούν διέξοδο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι με την αποχώρηση των δανειστών η κυβέρνηση προαναγγέλλει ήδη από την Δευτέρα έναν διάλογο με τους κοινωνικούς φορείς για το Ασφαλιστικό. Πιθανολογείται ότι σε επόμενη φάση θα προσκληθούν και τα κόμματα είτε σε έναν επίσημο διάλογο
Από την στιγμή που το σχέδιο Κατρούγκαλου αποτελεί ήδη παρελθόν, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα στην Ηρώδου Αττικού είναι μάλλον βαριά για τον υπουργό Εργασίας. Λέγεται ότι η απομάκρυνση του, εν είδει πολιτικής θυσίας, είναι μια από τις εισηγήσεις που έχουν κατατεθεί στο γραφείο του Αλέξη Τσίπρα και εκτιμάται ότι μια τέτοια κίνηση θα ανοίξει τον δρόμο για άλλες διαδικασίες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι με την αποχώρηση των δανειστών η κυβέρνηση προαναγγέλλει ήδη από την Δευτέρα έναν διάλογο με τους κοινωνικούς φορείς για το Ασφαλιστικό. Πιθανολογείται ότι σε επόμενη φάση θα προσκληθούν και τα κόμματα είτε σε έναν επίσημο διάλογο, είτε σε μία παράλληλη συζήτηση, με στόχο την (δήθεν) διαμόρφωση μίας εθνικής θέσης.
Με βάση την διακίνηση των παραπάνω πληροφοριών, στο Μέγαρο Μαξίμου θεωρούν δεδομένη την αρνητική στάση της ΝΔ και στο πλαίσιο αυτό ετοιμάζονται για το πρέσινγκ προς το ΠΑΣΟΚ και την συζήτηση με τον Λεβέντη. Ως προς τον τελευταίο, η βεβαιότητα που κυριαρχεί στους διαδρόμους της Βουλής είναι πως η «σκληρή» του στάση εσχάτως αποτελεί απλώς και μόνο μία διαπραγματευτική θέση εν όψει μιας συζήτησης με τον Τσίπρα.
Για το ΠΑΣΟΚ τα πράγματα είναι πιο σύνθετα, καθώς κάποιοι και κάποιες ονειρεύονται την σύμπραξη με τον ΣΥΡΙΖΑ, άλλοι επιμένουν στην αυτονομία και την ανασύνταξη στον χώρο της Κεντροαριστεράς και άλλοι δεν θα είχαν πρόβλημα να συμπράξουν με τον Μητσοτάκη.
Η τριχοτόμηση αυτή αποτελεί κατά κάποιους το «όπλο» του Τσίπρα στην συζήτηση που θα προκύψει αν κλονιστεί η κυβερνητική πλειοψηφία.
Ο κλονισμός δε αυτός, μοιάζει με προμελετημένο σχέδιο εκ μέρους του Πρωθυπουργού. Οπως επιμένουν καλά πληροφορημένες πηγές, ο κ. Τσίπρας έχει μάλλον αποδεχθεί την προοπτική που δεν θέλησε να διαχειριστεί ο Σαμαράς και να μεταφέρει το κέντρο του ενδιαφέροντος στην Βουλή: γνωρίζει ότι σε εκλογές δεν μπορεί αυτή την φορά να προσφύγει, επειδή δεν έχει «στόρυ» να αφηγηθεί. Η συμφωνία του Ιουλίου και η απόκρυψή της του πρόσφερε την νίκη τον Σεπτέμβριο. Τώρα δεν έχει εναλλακτική από το να προχωρήσει στην εφαρμογή – όπως τουλάχιστον υποστηρίζουν θεσμικοί συνομιλητές του. Την ίδια στιγμή δε, κανείς άλλος δεν φαίνεται να επιθυμεί εκλογές, ενώ κάποιοι ίσως και να προτιμήσουν την συμπαράταξη με τον Τσίπρα παρά την περιπέτεια της κάλπης.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ίδιοι θεσμικοί συνομιλητές επιμένουν: η μόνη διέξοδος για τον Τσίπρα βρίσκεται αυτήν την στιγμή στη Βουλή. Εκεί πρέπει να έλθουν όσα συμφωνηθούν αργά ή γρήγορα με τους δανειστές, εκεί πρέπει να αναδειχθούν τα νέα πολιτικά δεδομένα και εκεί να αναληφθούν ευθύνες και να προσδιοριστούν νέες πολιτικές θέσεις, είτε από τον Τσίπρα είτε από τους επίδοξους συνοδοιπόρους του, είτε από τους αντιπάλους του.