Ο Τζο Μπάιντεν απευθύνεται στο αμερικανικό έθνος | REUTERS/Carlos Barria
Επικαιρότητα

Το νέο δόγμα Μπάιντεν: Δεν θα είμαστε οι αστυνόμοι του πλανήτη

Στην ομιλία του προς το έθνος, την Τρίτη, ο αμερικανός πρόεδος απάντησε στους επικριτές του για τους χειρισμούς του στο Αφγανιστάν και σήμανε το τέλος του ρόλου των ΗΠΑ ως αστυνόμου του πλανήτη, που είχαν αναλάβει από το 1945
Protagon Team

Αποφασιστικός και λίγο θυμωμένος με τους επικριτές του εμφανίστηκε ο Τζο Μπάιντεν στην ομιλία του στο έθνος, την Τρίτη, με την οποία ανέλυσε τι συνέβη στο Αφγανιστάν τονίζοντας πως οι δύο τελευταίες εβδομάδες ήταν αποτέλεσμα τού τι είχε προηγηθεί τον τελευταίο χρόνο, πριν ακόμα γίνει πρόεδρος.

Ο Μπάιντεν εξήγησε στους Αμερικανούς γιατί έλαβε την απόφαση να φύγει από το Αφγανιστάν και τι θα συνέβαινε αν δεν το έκανε.

Επανέλαβε τη δέσμευσή του ότι οι ΗΠΑ θα φροντίσουν για τον απεγκλωβισμό των 100-200 αμερικανών υπηκόων που έχουν παραμείνει στη χώρα, όποτε αυτοί το θελήσουν.

Σημείωσε ότι το 90% των Αμερικανών που επιθυμούσε να εγκαταλείψει το Αφγανιστάν μπόρεσε και το έκανε.

Μιλώντας από τον Λευκό Οίκο, ο Μπάιντεν είπε ότι οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους ήταν άνθρωποι με διπλή υπηκοότητα και επί μακρόν κάτοικοι, οι οποίοι είχαν νωρίτερα αποφασίσει να παραμείνουν στη χώρα επειδή είχαν οικογενειακές ρίζες στο Αφγανιστάν.

«Η ουσία είναι πως το 90% των Αμερικανών που ήταν στο Αφγανιστάν και ήθελε να φύγει κατάφερε να φύγει», είπε. «Για τους εναπομείναντες Αμερικανούς δεν υπάρχει καμία προθεσμία. Είμαστε δεσμευμένοι να τους απεγκλωβίζουμε αν θέλουν να φύγουν».

Πρόσθεσε πως ο υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν ηγείται συνεχιζόμενων διπλωματικών προσπαθειών για να διασφαλίσει την ασφαλή διέλευση για οποιονδήποτε Αμερικανό, Αφγανό σύμμαχο ή ξένο υπήκοο που επιθυμεί να εγκαταλείψει το Αφγανιστάν μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν στις 15 Αυγούστου.

Ο αμερικανός πρόεδρος σημείωσε ότι η διεθνής κοινότητα θα καταστήσει τους ηγέτες των Ταλιμπάν υπόλογους αν δεν τηρήσουν την δέσμευσή τους για ελεύθερη μετακίνηση.

«Οι Ταλιμπάν έχουν αναλάβει δημόσιες δεσμεύσεις, που μεταδίδονται σε τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά δίκτυα σε όλο το Αφγανιστάν, για ασφαλή διέλευση για οποιονδήποτε θέλει να φύγει, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνεργάζονταν με Αμερικανούς», είπε. «Δεν παίρνουμε μόνο τον λόγο τους, αλλά περιμένουμε τις πράξεις τους και έχουμε μόχλευση για να διασφαλίσουμε ότι αυτές οι δεσμεύσεις θα τηρηθούν».

Ο Μπάιντεν συμπλήρωσε ακόμα, ότι η αμερικανική κυβέρνηση ήρθε από τον Μάρτιο σε επικοινωνία 19 φορές με Αμερικανούς στο Αφγανιστάν, προσφέροντάς τους βοήθεια να φύγουν από τη χώρα.

Αφού ξεκίνησαν οι επιχειρήσεις του αμερικανικού στρατού για απεγκλωβισμό ανθρώπων πριν από 17 ημέρες, αμερικανοί αξιωματούχοι ήρθαν ξανά σε επαφή και εντόπισαν περίπου 5.000 Αμερικανούς που είχαν αποφασίσει νωρίτερα να παραμείνουν στη χώρα, αλλά πλέον ήθελαν να φύγουν, γνωστοποίησε.

Κατέληξε λέγοντας ότι περισσότεροι από 5.500 Αμερικανοί απεγκλωβίστηκαν, μαζί με χιλιάδες πολίτες και διπλωμάτες από συμμαχικές χώρες, καθώς και 2.500 αφγανικό απασχολούμενο προσωπικό στην αμερικανική πρεσβεία μαζί με τις οικογένειές τους, και χιλιάδες αφγανοί μεταφραστές και διερμηνείς κ.α. που συνεργάστηκαν με τις ΗΠΑ. Συνολικά απομακρύνθηκαν 120.000 άνθρωποι από τα τέλη Ιουλίου, οι 117.000 σε δύο εβδομάδες.

Απαντώντας σε όλα τα σημεία για τα οποία τον επικρίνουν οι αντίπαλοί του, αλλά και υποστηρικτές του, ο Μπάιντεν είπε επίσης ότι δεν γινόταν να ξεκινήσει νωρίτερα η εκκένωση, καθώς η χώρα βρισκόταν στο έλεος του εμφυλίου, κανείς δεν περίμενε να καταρρεύσει τόσο γρήγορα ο αφγανικός στρατός και ότι όποτε και αν γινόταν η επιχείρηση, το χάος και ο κίνδυνος στο αεροδρόμιο θα ήταν αναπόφευκτα.

Τόνισε επίσης, ότι βρέθηκε προ τετελεσμένου από τη συμφωνία του Ντόναλντ Τραμπ με τους Ταλιμπάν για αποχώρηση των Αμερικανών τον Μάιο και έτσι οι επιλογές του ήταν να την τηρήσει ή να στείλει χιλιάδες ακόμα στρατιώτες στο Αφγανιστάν.

Ο Μπάιντεν είπε επίσης ότι δεν υπάρχει κανένας πόλεμος χαμηλού κόστους ή χαμηλού κινδύνου, απαντώντας σε όσους υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ μπορούσαν να παραμείνουν χωρίς πολλές θυσίες. «Δεν νομίζω ότι ο κόσμος καταλαβαίνει πόσα έχουμε ζητήσει από το 1% αυτής της χώρας, που φοράει τη στολή», είπε χαρακτηριστικά.

Η Washington Post θεωρεί ότι η ομιλία του ήταν ίσως η πιο δυναμική της πολιτικής του καριέρας και η πιο δύσκολη. Υπερασπίστηκε σθεναρά και με πάθος τις επιλογές του, ανέλαβε την ευθύνη για την απόφαση της αποχώρησης, απέδωσε τα εύσημα για μία ακόμα φορά στον αμερικανικό στρατό, και στο τέλος είπε αυτό που θα μείνει στην ιστορία: κήρυξε το τέλος των αμερικανικών επεμβάσεων σε άλλες χώρες με αποστολή να τις «ξαναφτιάξουν» κατά τα δυτικά πρότυπα (τουλάχιστον στη διάρκεια της δικής του θητείας).

Πρόκειται για μία θεμελιώδη αλλαγή της αμερικανικής πολιτικής, που ισχύει και έχει εφαρμοστεί σε πολλά μέρη της Γης, από το 1945, όπως αναφέρει η Telegraph. Με άλλα λόγια, οι ΗΠΑ δεν θα είναι πια ο αστυνόμος του πλανήτη. Με βάση αυτό το σκεπτικό, οι επεμβάσεις σε χώρες όπως το Βιετνάμ, το Ιράκ, η Λιβύη, η Σομαλία και αλλού, δεν θα έπαιρναν την έγκρισή του.

«Καθώς κλείνουμε 20 χρόνια πολέμου, πόνου και θυσιών, είναι καιρός να κοιτάξουμε στο μέλλον και όχι όχι στο παρελθόν. Σας δίνω τον λόγο μου με όλη μου την καρδιά: Πιστεύω πως αυτή είναι η σωστή απόφαση, μία σοφή απόφαση και η καλύτερη απόφαση για την Αμερική».

Το κοινό συμφωνεί μαζί του, καθώς το 54% εγκρίνει την απόφαση για αποχώρηση των Αμερικανών από το Αφγανιστάν. Ομως, μόνο το 26% θεωρεί ότι τα κατάφερε όπως έπρεπε, το 29% θεωρεί ότι έκανε σχετικά καλά τη δουλειά του και το 42% του δίνει κακό βαθμό.

Οι φανατισμένοι δεξιοί επικριτές του προεξοφλούν μία νέα 11η Σεπτεμβρίου, την κατάρρευση του ΝΑΤΟ και την εξάλειψη της διεθνούς επιρροής των ΗΠΑ. Αλλά αυτοί ψάχνουν απεγνωσμένα να βρουν τα λάθη του Μπάιντεν, γράφει η Post. Ομως, οι δυτικοί σύμμαχοι δεν φαίνεται να ενθουσιάστηκαν με το νέο δόγμα Μπάιντεν. Από το «Η Αμερική επέστρεψε» των προηγούμενων μηνών, στο τωρινό «μην την είδατε την Αμερική», η απόσταση είναι τεράστια και αγχωτική για τους Ευρωπαίους που δεν έχουν καν δικό τους ενωμένο στρατό. Η ΕΕ θα προτιμούσε σίγουρα να βγάζει τα κάστανα από τη φωτιά η Ουάσινγκτον, όπως και έκανε επί δεκαετίες.

Στο εσωτερικό των ΗΠΑ, πολλά θα κριθούν από το αν ο Μπάιντεν καταφέρει να αποτρέψει νέα τρομοκρατικά χτυπήματα, που θα προέρχονται από την περιοχή του Αφγανιστάν. Αλλιώς η θεωρία του ότι η χώρα δεν είναι πλέον επικίνδυνη για τα αμερικανικά συμφέροντα, θα καταρρεύσει.

Πρέπει όμως, να βρει απαντήσεις σε κρίσιμα ερωτήματα: Ποιοι, στην κυβέρνησή του, απέτυχαν να δουν τι θα συμβεί στη χώρα και μάλιστα τόσο γρήγορα και να προσαρμόσουν τη στάση των Αμερικανών στην κατάρρευση των Αφγανών; Μπορούσαν να είχαν επισπεύσει τη διαδικασία απόκτησης ειδικής βίζας από τους Αφγανούς  που κινδύνευαν από τους Ταλιμπάν;

Επιπλέον, αναφέρει η Post, «πρέπει να καταλάβουμε πώς ένας πόλεμος που βασίσθηκε σε ευχολόγια και πολιτισμική άγνοια, τράβηξε δύο δεκαετίες και πώς οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών κάνουν τόσο σημαντικά λάθη ξανά και ξανά (από το ότι δεν προέβλεψαν την πτώση της Σοβιετικής Ενωσης μέχρι τα ανύπαρκτα όπλα μαζικής καταστροφής στο Ιράκ). Αν δεν διερευνήσουμε αυτά τα θεμελιώδη προβλήματα, θα επαναλάβουμε σίγουρα τα λάθη του Αφγανιστάν, όπως επαναλάβαμε τα λάθη του Βιετνάμ στο Αφγανιστάν», σημειώνει η εφημερίδα.

Η ανάγκη για ευρωπαϊκή στρατιωτική δύναμη

Η χαώδης αποχώρηση των δυτικών στρατιωτικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν έδειξε ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση χρειάζεται να διαθέτει ικανότητα στρατιωτικής επέμβασης στις κρίσεις χωρίς να εξαρτάται από τις στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ, δηλώνουν ανώτατοι ευρωπαίοι αξιωματούχοι.

Πριν από δύο δεκαετίες, οι ευρωπαίοι ηγέτες είχαν συμφωνήσει για πρώτη φορά για την σύσταση στρατιωτικής δύναμης 50.000-60.000 στρατιωτών, που ποτέ, όμως, δεν απέκτησε επιχειρησιακή ικανότητα. Τώρα, οι ευρωπαϊκές χώρες επιδιώκουν την δημιουργία μίας δύναμης ταχείας αντίδρασης από 5.000 στρατιώτες και μία συμφωνία για τον σχεδιασμό της μέχρι τον Μάρτιο του 2022.

Η ΕΕ πρέπει να συμφωνήσει επί ενός γρήγορου μηχανισμού λήψης αποφάσεων για την ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων.

Δύο μη κατονομάζομενοι ευρωπαίοι αξιωματούχοι εξέφρασαν την απογοήτευσή τους για το γεγονός ότι μία μεγάλη οικονομική δύναμη όπως η Ενωση δεν ήταν σε θέση να προστατεύσει το αεροδρόμιο της Καμπούλ για τρεις ακόμη ημέρες μετά την εκπνοή της προθεσμίας της 31ης Αυγούστου που έθεσε η Ουάσινγκτον ώστε να συνεχισθεί η επιχείρηση απομάκρυνσης πολιτών.

Η Γαλλία, η Γερμανία και η, εκτός της Ευρωπαϊκής Ενωσης, Βρετανία συγκαταλέγονται στις χώρες που χρειάζονταν περισσότερο χρόνο για να ολοκληρώσουν την απομάκρυνση ξένων και αφγανών πολιτών μέσω της αερογέφυρας που οργανώθηκε από τις δυτικές δυνάμεις μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν, στις 15 Αυγούστου.

Το ΝΑΤΟ υποστηρίζει αυτές τις απόψεις και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν παρακινήσει τους Ευρωπαίους να επενδύσουν σε ικανές προς ανάπτυξιν δυνάμεις.

Η Ευρώπη διαθέτει τους Σχηματισμούς Μάχης από το 2007, αλλά δεν τους χρησιμοποιεί.

Η ανάπτυξη των Σχηματισμών Μάχης της Ευρωπαϊκής Ενωσης χρειάζεται την έγκριση και των 27 χωρών μελών. Προηγούμενες προσπάθειες ανάπτυξής τους στο Τσαντ και στην Λιβύη έχουν αποτύχει, ενώ η χρηματοδότησή τους αποτελεί επίσης θέμα διαφωνιών.

Μία λύση θα ήταν ο κατακερματισμός τους σε μικρότερες επιχειρησιακές μονάδες ώστε να είναι περισσότερο ευέλικτες και με μεγαλύτερη ευκολία ανάπτυξης, σύμφωνα με τον Νίκλας Νόβακι, του Wilfred Martens Centre των Βρυξελλών.

Η Ευρωπαϊκή Ενωση θα παρουσιάσει πρόταση για μία δύναμη ταχείας αντίδρασης τον Νοέμβριο και θα επιδιώξει την επίτευξη συμφωνίας όταν η Γαλλία, η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή στρατιωτική δύναμη, θα αναλάβει την κυλιόμενη προεδρία της Ενωσης, τον Ιανουάριο.