«Το τίμημα για την προστασία του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης και της ενημέρωσης κατέληξε να είναι εξαιρετικά υψηλό. Ο θάνατος, η φυλάκιση και ο φόβος καιροφυλακτούν για τους δημοσιογράφους και τους ακτιβιστές ανά τον κόσμο ενώ ο χώρος του ουσιαστικού διαλόγου και επικοινωνίας βρίσκεται υπό πολιορκία. Χρειαζόμαστε όσο ποτέ άλλοτε ενημερωμένους πολίτες, ισχυρούς θεσμούς και το κράτος δικαίου», επισήμανε, εξαιρετικά ανήσυχος, ο Τόμας Χιουζ, εκτελεστικός διευθυντής της βρετανικής ανθρωπιστικής οργάνωσης Article 19, προειδοποιώντας την παγκόσμια κοινότητα ότι η δημοσιογραφία, σήμερα, είναι πιο επικίνδυνη, αλλά και συγχρόνως απειλείται, περισσότερο από κάθε άλλη φορά κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας.
Oσον αφορά τον θάνατο που καιροφυλακτεί, αρκεί να σημειωθεί ότι πέρυσι 78 δημοσιογράφοι έχασαν τη ζωή τους μόνο και μόνο επειδή έκαναν τη δουλειά τους. Την ίδια ώρα η άνοδος αυταρχικών κυβερνήσεων και ηγετών και η απειλή της λογοκρισίας στο Διαδίκτυο είχαν ως αποτέλεσμα να αυξηθούν σημαντικά και οι διώξεις δημοσιογράφων. Κατά τη διάρκεια του 2017 στη φυλακή κατέληξαν 326 λειτουργοί της ενημέρωσης. Περισσότεροι από τους μισούς από αυτούς, αναφέρει ο Guardian, κρατούνται σε φυλακές της Τουρκίας, της Κίνας και της Αιγύπτου με την κατηγορία της αντίστασης κατά του κράτους.
Στα συμπεράσματα της έκθεσης υπογραμμίζεται πως η ολοένα αυξανόμενη εχθρότητα προς τους δημοσιογράφους τείνει να αποτελέσει μια κανονικότητα ανά τον κόσμο, κυρίως εξαιτίας ενός σημαντικού αριθμού αυταρχικών και λαϊκιστών ηγετών, ειδικά στην Ανατολική Ευρώπη, οι οποίοι, υιοθετώντας τη γλώσσα του Ντόναλντ Τραμπ, βάλλουν με πρωτοφανή τρόπο κατά των δημοσιογράφων.
Ο αμερικανός πρόεδρος δεν σταματά να δαιμονοποιεί τους «κακούς» και «απαίσιους» δημοσιογράφους και να κατηγορεί τα παραδοσιακά Μέσα ότι επιδίδονται στη διάδοση ψευδών ειδήσεων. Λίγες ημέρες μετά την άγρια δολοφονία του αντιφρονούντα σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι, ο Τραμπ δεν δίστασε να επαινέσει έναν ρεπουμπλικάνο βουλευτή που τον Μάιο του 2017 επιτέθηκε σωματικά σε δημοσιογράφο του Guardian, σπάζοντας τα γυαλιά του.
Και, δυστυχώς, φαίνεται πως μιμητές του αμερικανού ηγέτη υπάρχουν πολλοί ανά τον κόσμο, από την Ουγγαρία έως τις Φιλιππίνες και από την Αλβανία έως τον Καναδά. «Οι συνέπειες αυτής της εχθρικής ρητορικής είναι απτές. Άνθρωποι δολοφονούνται σε τόπους όπου τα Μέσα διαβάλλονται και δαιμονοποιούνται, ακόμα και από κρατικούς αξιωματούχους», επισημαίνει η Article 19, υπενθυμίζοντας ότι μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο, δημοσιογράφοι δολοφονήθηκαν στη Βουλγαρία, τη Σλοβακία, τη Ρωσία και τη Μάλτα.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΜΚΟ Committee to Protect Journalists ο απολογισμός για το τρέχον έτος θα είναι εξίσου τραγικός, δεδομένου ότι ο αριθμός των δημοσιογράφων που δολοφονούνται παρουσιάζει αύξηση, συγκριτικά με τον αριθμό των δημοσιογράφων που χάνουν τη ζωή τους σε εμπόλεμες ζώνες, σε δυστυχήματα ή κατά τη διάρκεια επικίνδυνων αποστολών.
Τους τελευταίους μήνες το ενδιαφέρον της παγκόσμιας κοινότητας μονοπώλησε η πολύκροτη υπόθεση Κασόγκι. Αλλά ο σαουδάραβας αντιφρονών ήταν ένας από τους 31, συνολικά, δημοσιογράφους που έχουν δολοφονηθεί από τον Ιανουάριο του 2018 έως σήμερα. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, εκτιμάται πως τουλάχιστον 300 δημοσιογράφοι δολοφονήθηκαν σε περισσότερες από 40 χώρες. Μην λαμβάνοντας υπόψη τα εμπόλεμα κράτη, οι χώρες με το χειρότερο ιστορικό είναι η Ινδία, το Μεξικό, η Βραζιλία, το Πακιστάν και η Ρωσία.
Όμως απειλή για την ελευθεροτυπία και την ελευθερία της έκφρασης αποτελεί και η ανισορροπία ισχύος που υφίσταται μεταξύ των δημοφιλέστερων μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των χρηστών τους, όπως απέδειξε ξεκάθαρα το σκάνδαλο της Cambridge Analytica και ο ρόλος που διαδραμάτισε το Facebook.
Ο περιορισμός της μιντιακής πολυφωνίας επηρεάζει άκρως αρνητικά και την ικανότητα των πολιτών να αντιλαμβάνονται όλα όσα συμβαίνουν γύρω τους, καθιστώντας ταυτόχρονα πιο εύκολη την επιβολή λογοκρισίας στο Διαδίκτυο από αυταρχικές κυβερνήσεις. «Υπάρχουν ξεκάθαρα στοιχεία που αποδεικνύουν πως συγχρόνως με τους νέους τρόπους έκφρασης (των απόψεών μας) που προσφέρονται, δημιουργούνται και νέοι τρόποι φίμωσης», αναφέρεται στην έκθεση της Article 19.
Η βρετανική οργάνωση χρησιμοποίησε 32 δείκτες για να εκτιμήσει τον βαθμό ελευθερίας της έκφρασης και της ενημέρωσης, λαμβάνοντας υπόψη πέντε κριτήρια: την επιβολή περιορισμών σε πολιτικές δραστηριότητες συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος στη διαμαρτυρία, τη λογοκρισία στο Διαδίκτυο, την ελευθεροτυπία, την ασφάλεια δημοσιογράφων και ακτιβιστών και τη διαφάνεια στη διακυβέρνηση. Πρώτη στη σχετική λίστα κατατάσσεται η Δανία ενώ την πρώτη πεντάδα συμπληρώνουν η Νορβηγία, η Ελβετία, η Γερμανία και η Φινλανδία. Σημαντικές δυσκολίες στην επιτέλεση του έργου τους αντιμετωπίζουν οι δημοσιογράφοι στην Υεμένη, το Μπουρούντι, τη Ρουμανία, την Ζανζιβάρη αλλά και την Τουρκία, όπου πολλοί έχουν παραδεχτεί (διατηρώντας, φυσικά, την ανωνυμία τους) ότι αποφεύγουν να εκφράσουν ελεύθερα τις απόψεις τους για τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν καθώς φοβούνται μην διωχθούν.
«Η ελπίδα έγκειται στις φωνές μας και στα αιτήματά μας για δίκαιους νόμους, ισχυρούς θεσμούς και δημόσια ενημέρωση. Πρέπει να εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον καθώς και την ικανότητά μας να ακούμε, να μαθαίνουμε και να βρίσκουμε λύσεις που μας ωφελούν όλους», σημείωσε ο Τόμας Χιουζ, υπενθυμίζοντας πως η ελευθεροτυπία στηρίζει και ευνοεί τη δημοκρατία.