Συντονισμένη και πολυεπίπεδη είναι η αντίδραση της Αθήνας στην ασύμμετρη απειλή που έφερε στα ελληνικά σύνορα στη Θράκη και στα νησιά του βορείου Αιγαίου το καθεστώς Ερντογάν, στέλνοντας μαζικά χιλιάδες απελπισμένους πρόσφυγες και παράτυπους μετανάστες κατά παράβαση όλων των διεθνών υποχρεώσεων της Τουρκίας.
Το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας που συνεδρίασε εκτάκτως και υπό το βάρος των γεγονότων στον Εβρο (εδώ), το απόγευμα της Κυριακής αποφάσισε μια σειρά από έκτακτα μέτρα. Ενα από αυτά είναι η αναμενόμενη αναβάθμιση του επιπέδου ασφαλείας στα σύνορα, όπου θα ισχύουν νέα πρωτόκολλα.
Ενα άλλο όμως μέτρο είναι η απόφαση της κυβέρνησης να μην κάνει για τον επόμενο μήνα δεκτές αιτήσεις ασύλου και μάλιστα να επιστρέφει χωρίς καταγραφή όποιον συλλαμβάνει να έχει εισβάλει στη χώρα. Είναι ένα αμφιλεγόμενο μέτρο, που θα προκαλέσει αντιδράσεις, αλλά δείχνει την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη να αντιμετωπίσει την οριακή αυτή κατάσταση.
Χαρακτηριστικά τα όσα δήλωσε μετά το πέρας της συνεδρίασης του ΚΥΣΕΑ το βράδυ της Κυριακής ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας:
«Τις τελευταίες ημέρες, η Ελλάδα δέχεται αιφνίδια, μαζική, οργανωμένη και συντονισμένη, πίεση από μετακινήσεις πληθυσμών στα ανατολικά, χερσαία και θαλάσσια, σύνορά της. Η μετακίνηση αυτή, κατευθύνεται και ενθαρρύνεται από την Τουρκία. Οι ενέργειες αυτές γίνονται κατά παράβαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την κοινή δήλωση Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας. Η Τουρκία αντί να περιορίσει τα κυκλώματα διακινητών μεταναστών και προσφύγων, έχει γίνει η ίδια διακινητής».
Ο κ. Πέτσας πρόσθεσε πως «τα συγκεντρωμένα άτομα επιχειρούν διά της βίας να εισέλθουν σε ελληνικό έδαφος, παρά το γεγονός ότι από την ελληνική πλευρά έχει καταστεί σαφές, με κάθε τρόπο ότι δεν επιτρέπεται καμία απολύτως διέλευση».
Και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος συνέχισε: «Λόγω του συντονισμένου και μαζικού χαρακτήρα της, η μετακίνηση αυτή δεν έχει καμία σχέση με το διεθνές δίκαιο του ασύλου που αφορά μόνο εξατομικευμένες περιπτώσεις. Υπό τις συνθήκες αυτές, η παρούσα κατάσταση συνιστά ενεργή, σοβαρή, εξαιρετική και ασύμμετρη απειλή κατά της εθνικής ασφάλειας της χώρας.
» Τα συγκεντρωμένα άτομα χρησιμοποιούνται ως πιόνια από την Τουρκία για την άσκηση διπλωματικής πίεσης. Η Ελλάδα ασκεί αταλάντευτα το κυριαρχικό δικαίωμα και τη συνταγματική υποχρέωση να διαφυλάσσει την ακεραιότητά της».
Για τους λόγους αυτούς, συμπλήρωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας που συνεδρίασε την Κυριακή, αποφάσισε τα ακόλουθα:
1. Την αναβάθμιση σε μέγιστο επίπεδο των μέτρων φύλαξης των ανατολικών, χερσαίων και θαλάσσιων, συνόρων της χώρας από τα σώματα ασφαλείας και τις ένοπλες δυνάμεις για την αποτροπή παράνομων εισόδων στη χώρα.
2. Την προσωρινή αναστολή, για ένα (1) μήνα από την ημέρα λήψης της παρούσας απόφασης, της υποβολής αιτήσεων ασύλου όσων εισέρχονται στη χώρα παράνομα.
3. Την άμεση επιστροφή, όπου αυτό είναι δυνατόν, στη χώρα προέλευσης, χωρίς καταγραφή, όσων εισέρχονται παράνομα σε ελληνικό έδαφος.
4. Την υποβολή αιτήματος στην FRONTEX για ανάπτυξη της ομάδας RABIT με στόχο τη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της χώρας, που συνιστούν και σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Την άμεση γνωστοποίηση της παρούσας απόφασης, στο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, και την κίνηση της διαδικασίας του άρθρου 78 παράγραφος 3 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να ληφθούν προσωρινά μέτρα υπέρ της Ελληνικής Δημοκρατίας, για την αντιμετώπιση επείγουσας κατάστασης λόγω αιφνίδιας εισροής υπηκόων τρίτων χωρών, στο πλαίσιο της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στον Εβρο με τον Σαρλ Μισέλ ο Μητσοτάκης
Τα μέτρα που αποφάσισε η ελληνική κυβέρνηση κοινοποίησε μέσω Twitter και στα αγγλικά ο Πρωθυπουργός, ο οποίος μάλιστα ανακοίνωσε ότι την Τρίτη θα μεταβεί στα σύνορα στον Εβρο μαζί με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ.
Οπως αναμενόταν, τα κόμματα της αντιπολίτευσης άσκησαν κριτική στη κυβέρνηση. Τα περισσότερα ζήτησαν σύγκληση του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγόρησε τον κ. Μητσοτάκη που δεν ανακοίνωσε ενέργειες αποσυμφόρησης των νησιών και δεν ζήτησε έκτακτη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ.