O αμερικανός συγγραφέας Ρέι Μπράντμπερι το έχει πει προ πολλού: «Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να κάψεις ένα βιβλίο. Και ο κόσμος είναι γεμάτος από ανθρώπους που σκοπεύουν να το κάνουν κρατώντας αναμμένα σπίρτα ». Λογικό είναι να το λέει ο άνθρωπος που έγραψε το εμβληματικό μυθιστόρημα «Φαρενάιτ 451», όπου το βιβλίο γίνεται αντικείμενο «λατρείας» για καταστροφή και ολική απαγόρευση.
Της λογοκρισίας το ανάγνωσμα είναι μακρύ και δεν έχει τέλος. Κι αν υπό τη σκιά απολυταρχικών ή ανελεύθερων καθεστώτων τούτο ακούγεται… λογικοφανές (σ.σ.: υπάρχει μόνο μια αλήθεια, η καθεστωτική), σε περιόδους δημοκρατικής ομαλότητας τα κρούσματα προκαλούν εντύπωση. Κι όμως, η πρόσφατη αναστάτωση που προκλήθηκε με την παράσταση της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου «Ισορροπία του Nash», που είχε ως αποτέλεσμα το πρόωρο κατέβασμά του, φέρνει στην επιφάνεια περιπτώσεις άμεσης ή έμμεσης λογοκρισίας στη χώρα μας.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι σύμφωνα με το μεταπολιτευτικό Σύνταγμα που ψηφίστηκε το 1975, ««η τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες· η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους». Ακόμη, κατά το Σύνταγμα, «ο τύπος είναι ελεύθερος. H λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται», αλλά προβλέπονται κατασχέσεις «εφημερίδων και άλλων εντύπων» για διάφορους λόγους, μεταξύ τους «η προσβολή της χριστιανικής και κάθε άλλης γνωστής θρησκείας» και τα «άσεμνα δημοσιεύματα που προσβάλλουν ολοφάνερα τη δημόσια αιδώ, στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος».
Πολλές από τις περιπτώσεις λογοκρισίας αφορούν την καθύβριση της θρησκείας σύμφωνα με το άρθρο 199 του Ποινικού Κώδικα που ορίζει ότι «Οποιος δημόσια και κακόβουλα καθυβρίζει με οποιονδήποτε τρόπο την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού ή άλλη θρησκεία ανεκτή στην Ελλάδα τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών».
Βέβαια, αυτές οι γενικές «οδηγίες» δεν αποκρούουν ορισμένες ομάδες (ακόμη και εξωθεσμικά) να απαγορεύουν, κατά το δοκούν, θεατρικές παραστάσεις, βιβλία ή έργα τέχνης. Γενικώς, η τέχνη στην Ελλάδα αρκετές φορές έχει μπει στο απόσπασμα. Και δεν αναφερόμαστε μόνο κατά την περίοδο της χούντας, αλλά και στα χρόνια της Μεταπολίτευσης – έως τις μέρες μας.
Στις εικαστικές τέχνες
Το 1988, ο Κλεάνθης Χατζηνίκος πραγματοποίησε έκθεση στην οποία υπήρχαν έργα που θεωρήθηκαν άσεμνα. Η έκθεση απαγορεύθηκε, ο καλλιτέχνης καταδικάστηκε και ένα από τα έργα του καταστράφηκε ως τεκμήριο εγκλήματος.
Στην έκθεση σύγχρονης τέχνης Outlook που είχε διοργανωθεί το φθινόπωρο του 2003 ανάμεσα στα έργα εκτίθετο ο πίνακας «Asperges me» του βέλγου καλλιτέχνη Τιερί ντε Κορντιέ, στο οποίο εικονιζόταν ο Ιησούς Χριστός πάνω στο σταυρό και στο αριστερό μέρος ένα πέος. Αρκετές ημέρες μετά τα εγκαίνια, και έπειτα από παρεμβάσεις του Τύπου, οι υπεύθυνοι της έκθεσης αφαίρεσαν το έργο, ενώ διατάχτηκε και προκαταρκτική εξέταση έρευνα από τον εισαγγελέα του Άρειου Πάγου. Τελικά, ασκήθηκε δίωξη κατά του επιμελητή της έκθεσης Χρήστου Ιωακειμίδη, ο οποίος απαλλάχτηκε το 2006.
Το 2004 η εικαστικός Δέσποινα Χρήστου εξέθεσε στο Κέντρο Τεχνών του Δήμου Αθηναίων (πρώην ΕΑΤ-ΕΣΑ) το έργο της «Ατιτλο» στο πλαίσιο της έκθεσης «Everyday Hellas». Το έργο απομακρύνθηκε διότι θεωρήθηκε ότι προσβάλει θρησκευτικά συναισθήματα.
Στις 2 Ιουνίου 2007, προτελευταία ημέρα της Εκθεσης «Art-Athina», υπό την αιγίδα του υπουργείου Πολιτισμού, η αστυνομία κατάσχεσε το έργο της σκηνοθέτριας Εύας Στεφανή, με τίτλο «Εθνικός Υμνος», ύστερα από ανώνυμη καταγγελία, για λόγους «προσβολής δημοσίας αιδούς και εθνικών συμβόλων» και συνέλαβε το γενικό διευθυντή της έκθεσης Μιχάλη Αργυρού. Το έργο ήταν ένα σύντομο βίντεο που απεικόνιζε ένα αιδοίο και ένα χέρι που το προσέγγιζε σε αργή κίνηση, ενώ παράλληλα ακουγόταν ο εθνικός ύμνος. Το περιστατικό της λογοκρισίας προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στον καλλιτεχνικό χώρο ανάμεσα στις οποίες ήταν και μία «αντιέκθεση διαμαρτυρίας» από 70 γνωστούς καλλιτέχνες στην οποία συμπεριλήφθηκε εκ νέου το έργο της Εύας Στεφανή και όπου όλοι οι καλλιτέχνες συνυπέγραφαν όλα τα έργα ώστε σε περίπτωση που κατηγορηθεί ένας εξ αυτών, να πάνε όλοι στο δικαστήριο.
Στο βιβλίο
Το 1979 κυκλοφόρησε η πρώτη έκδοση βιβλίου του Μαρκησίου ντε Σαντ στην Ελλάδα, «H Φιλοσοφία στο Μπουντουάρ» από τις εκδόσεις Εξάντας. Η κυκλοφορία του βιβλίου απαγορεύτηκε με δικαστική εντολή. Δύο χρόνια αργότερα ο ίδιος εκδοτικός οίκος κυκλοφόρησε τις «120 Μέρες των Σοδόμων», αλλά η έκδοση προκάλεσε την παρέμβαση συντηρητικών δικαστικών κύκλων, που κατήγγειλαν το έργο ως πορνογράφημα βάσει του τότε υφιστάμενου νόμου «περί ασέμνων». Οι ενέργειες προκάλεσαν την αντίδραση του εκδοτών, του τύπου και πολλών καλλιτεχνών και διανοούμενων. Το βιβλίο ήταν απαγορευμένο ως το 1991 οπότε ήρθη και τυπικά η απαγόρευση.
Στην πρώτη έκδοση του Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσας που επιμελήθηκε ο καθηγητής γλωσσολογίας Γεώργιος Μπαμπινιώτης το 1998 δινόταν στο λήμμα «βούλγαρος» ως καταχρηστικός-υβριστικός χαρακτηρισμός η ερμηνεία «οπαδός ή παίκτης ομάδας της Θεσσαλονίκης (κυρίως του ΠΑΟΚ)». Αυτό ενόχλησε αρκετούς κατοίκους της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι θεώρησαν ότι η ερμηνεία αυτή τούς προσβάλλει. Ενας από αυτούς προσέφυγε στα δικαστήρια ζητώντας τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά του κ. Μπαμπινιώτη και του Κέντρου Λεξικολογίας, που επιμελήθηκε το Λεξικό, για την απάλειψη της δεύτερης ερμηνείας από το λεξικό.
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης διέταξε την απάλειψη του όρου από κάθε αντίτυπο του λεξικού που δεν έχει ακόμη διατεθεί στο κοινό, απόφαση που δέχθηκε σφοδρή κριτική από πολλούς νομικούς ως άστοχη και αντισυνταγματική. Ωστόσο, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου άσκησε αναίρεση υπέρ του νόμου και έφερε την υπόθεση ενώπιον της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου. Τελικά, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου τον Απρίλιο του 1999 αναίρεσε την απόφαση του Πρωτοδικείου χωρίς όμως συνέπειες για το κύρος της απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων.
Κατά του βιβλίου του Μίμη Ανδρουλάκη «Μν» είχαν κατατεθεί τον Μάρτιο του 2000 ασφαλιστικά μέτρα που ζητούσαν την απαγόρευση κυκλοφορίας με αφορμή κάποια αποσπάσματα που υπονοούσαν ερωτικές σχέσεις της Μαρίας Μαγδαληνής με τον Χριστό. Ακόμη, ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης άσκησε δίωξη κατά του Ανδρουλάκη, και του εκδότη, Θανάση Καστανιώτη, για παραβίαση του άρθρου 199 του Ποινικού Κώδικα περί καθύβρισης γνωστής θρησκείας και αρχηγού θρησκεύματος και διέταξε την προσωρινή απαγόρευση της κυκλοφορίας του βιβλίου σε νομούς της Βόρειας Ελλάδας. Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα.
Στον κινηματογράφο και την τηλεόραση
Στη δεκαετία του ’80, αυστηρή λογοκρισία και δικαστικές διαμάχες προκάλεσαν οι κινηματογραφικές ταινίες «Ο Αγιος Πρεβέζης» (1982) του Δημήτρη Κολλάτου και Ο «Αγιος Πρεβέζης και η παπαδιά» (1982) του Κώστα Καραγιάννη, τα οποία στηρίχθηκαν στις δημοσιογραφικές αποκαλύψεις της προηγούμενης δεκαετίας για την ιδιωτική ζωή του τέως Μητροπολίτη Πρεβέζης και Νικοπόλεως Στυλιανού Κορνάρου, γνωστού κι ως «Αγίου Πρεβέζης».
Στις 28 Απριλίου 1984 κόπηκε στη μέση η μετάδοση της ταινίας του Νίκου Αλευρά «Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι» και ο τραυματισμένος καλλιτέχνης αναστενάζει από την ΕΡΤ-2 μετά από διαμαρτυρίες τηλεθεατών. Ο σκηνοθέτης ροής αποφάσισε να κόψει την ταινία και το κανάλι έπαψε να εκπέμπει. Το γεγονός προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στον τύπο και οδήγησε στην παραίτηση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΡΤ-2.
Το 1988, έπειτα από αγωγή θρησκευόμενων και αφού ακολούθησαν εκτεταμένα επεισόδια στην Αθήνα, με επικεφαλής ρασοφόρους, ακόμα και με καταστροφές σε κινηματογράφους, η δικαιοσύνη απαγόρευσε την προβολή της ταινίας του Μάρτιν Σκορτσέζε Ο τελευταίος πειρασμός, η οποία ήταν βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη λόγω των αντιδράσεων για σκηνές της ταινίας, όπως μια φαντασίωση του Χριστού με την Μαρία Μαγδαληνή. Η ταινία, όμως, πρόλαβε να κόψει 160.000 εισιτήρια. Οι εισαγωγείς δεν άσκησαν έφεση, πιθανόν γιατί είχαν εισπράξει περισσότερα απ’ όσα υπολόγιζαν.
Τη δεκαετία του ’90, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας του Θεόδωρου Αγγελόπουλου «Το μετέωρο βήμα του πελαργού» στη Φλώρινα, ο τότε Μητροπολίτης Φλωρίνης, Αυγουστίνος Καντιώτης θεώρησε πως ήταν αντιχριστιανική και ανθελληνική. Κάλεσε τους κατοίκους της πόλης σε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας προκαλώντας ουκ ολίγα προβλήματα στα γυρίσματα της ταινίας.
Την Πέμπτη 7 Ιουνίου 2012, μεσούσης της προεκλογικής περιόδου, ανέβηκε για πρώτη φορά στο θέατρο Χυτήριο των Αθηνών από τη θεατρική ομάδα Artisan το έργο Corpus Christi. Την επομένη, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος εξέδωσε ανακοίνωση, στην οποία σημειώνεται ότι πρόκειται για ένα «βλάσφημο θεατρικό έργο που δυσφημεί το θεανδρικό πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού», ενώ προτρέπει «τον λαό να το αποδοκιμάσει». Το Σάββατο 9 Ιουνίου, τρεις από τους ηθοποιούς που συμμετείχαν στην παράσταση προσήχθησαν στο αστυνομικό τμήμα Ομονοίας, έπειτα από μήνυση που κατατέθηκε για προσβολή στα Θεία. Με εντολή εισαγγελέα, οι τρεις ηθοποιοί αφέθηκαν ελεύθεροι, όμως σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία.
Οι παραστάσεις του έργου επαναλήφθηκαν στις 12 Οκτωβρίου 2012, οπότε οι αντιδράσεις έγιναν εντονότερες και πιο μαχητικές. Εκτός από τις παραθρησκευτικές οργανώσεις, στον χορό μπήκε και η Χρυσή Αυγή. Την 1η Νοεμβρίου οι συντελεστές του Corpus Christi ανακοίνωσαν με επιστολή τους το πρόωρο τέλος των παραστάσεων. Στις 16 Νοεμβρίου, η Εισαγγελία Πρωτοδικών της Αθήνας άσκησε ποινική δίωξη κατά των συντελεστών της παράστασης για καθύβριση θρησκεύματος και κακόβουλη βλασφημία, μετά από μήνυση του μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ, την οποία είχε υποβάλει συνοδεία βουλευτών της Χρυσής Αυγής.