Να μια άσκηση για τον καθένα: Τι θα κάνατε αν είχατε 77 δισ. ευρώ στον λογαριασμό σας; Η ερώτηση θα μπορούσε να είναι ρητορική για έναν ιδιώτη, για την περίπτωση του Κυριάκου Μητσοτάκη, όμως, δεν είναι. Το πέρασμα στην μετά-πανδημία εποχή συνδέεται με ένα μεγάλο οικονομικό πακέτο που φέρει την ευρωπαϊκή σφραγίδα φαρδιά-πλατιά: Τα 31 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης, τα 26 δισ. του νέου πακέτου ΕΣΠΑ που εγκρίθηκαν την Πέμπτη σε πανηγυρική τηλεδιάσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου, αλλά και το πακέτο της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής που επιτρέπουν στην κυβέρνηση να κάνει έναν πιο μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για τον πρωτογενή τομέα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η χώρα μας έχει να διαχειριστεί έναν πακτωλό δισεκατομμυρίων από τους Ευρωπαίους. Στην περίπτωση των μνημονίων, όμως, τα λεφτά δίνονταν έναντι συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων και τα περισσότερα πήγαιναν επί της ουσίας στην αναχρηματοδότηση του ελληνικού χρέους. Τα το οίκου μας εξυπηρετούνταν από το συμμάζεμα δαπανών που έπρεπε να κάνουμε, αλλά και από την περίφημη διεύρυνση της φορολογικής βάσης που κατέληξε σε υπερφορολόγηση των γνωστών υποζυγίων.
Αυτή τη φορά, όμως, η συνθήκη είναι εντελώς διαφορετική. Για πρώτη φορά η Ευρωπαϊκή Ενωσ δανείστηκε ως ενιαία οντότητα και διένειμε τα χρήματα στα κράτη-μέλη της. Αυτό είναι το Ταμείο Ανάκαμψης, από το οποίο η χώρα μας είναι εξαιρετικά κερδισμένη και ανταποκρίθηκε στον ρόλο της, καταθέτοντας από τις πρώτες ένα λεπτομερειακό και επεξεργασμένο σχέδιο, το οποίο εγκρίθηκε από τις Βρυξέλλες εν χορδαίς και οργάνοις. Δεν ήταν οι 4.000 σελίδες που άρεσαν στις Βρυξέλλες, αλλά η πεποίθηση των υπηρεσιακών της Κομισιόν ότι οι άνθρωποι που συνέταξαν το σχέδιο ξέρουν για τι μιλάνε.
Η νέα αξιοπιστία της χώρας μας είναι κρίσιμη και για άλλες διαπραγματεύσεις. Αυτό έγινε και με την ΚΑΠ που είναι εξαιρετικά κρίσιμη για χώρες όπως η Ελλάδα, ενώ και ως προς το ΕΣΠΑ η Ελλάδα έχει λαμβάνειν για την εξαετία 2021-2027 26 δισ., 3 δισ. περισσότερα από τα 23 της περιόδου 2014-2020. Το 2020, δε, η χώρα μας ήταν πρώτη στην απορρόφηση του ΕΣΠΑ –και όχι απλώς με λογιστικούς υπολογισμούς, με βάση τους οποίους τα κονδύλια απορροφώνται μεν, αλλά δεν πέφτουν στην πραγματική οικονομία.
Κάπως έτσι, με το πακέτο του Ταμείου Ανάκαμψης, του ΕΣΠΑ και της ΚΑΠ αθροίζονται 77 δισ. ευρώ. Αν σκεφτεί κανείς και τα ιδιωτικά κεφάλαια που θα μοχλευθούν, με βάση τις αρχικές επενδύσεις, αντιλαμβάνεται κανείς ότι τα πολλαπλασιαστικά οφέλη και τα κεφάλαια που θα κινηθούν. Η συνθήκη, δε, κρύβει ευκαιρίες για όλους: για τον κ. Μητσοτάκη, για την αγορά, αλλά και για τη χώρα.
Ο μεν κ. Μητσοτάκης κρατά την κάνουλα του πιο γενναίου πακέτου χρηματοδότησης στην ιστορία της χώρας, χωρίς ιδιαίτερους όρους και προϋποθέσεις. Πολιτικά, αυτό είναι εξαιρετικά κρίσιμο, όσο και αν ο Πρωθυπουργός δεν θέλει να κάνει το Ταμείο Ανάκαμψης εργαλείο πολιτικής μόχλευσης. Για την αγορά, είναι φρέσκα κεφάλαια, χρήμα που θα πέσει και θα επιτρέψει να ξεπαγώσουν εκκρεμότητες που δημιουργήθηκαν κατά την περίοδο της πανδημίας. Όσο για τη χώρα, είναι η ευκαιρία να καλυφθεί η απόσταση σε μια σειρά από κρίσιμους τομείς, όπως η ψηφιακή μεταρρύθμιση, η πράσινη ανάπτυξη, οι υποδομές κ.ο.κ. Projects που επί καιρό ήταν στη σφαίρα του φανταστικού, μπορούν να τρέξουν τώρα, από τη στιγμή που το κράτος έχει έναν μπούσουλα για το πώς να κινηθεί, με γνώμονα το σχέδιο Ελλάδα 2.0 ή τον σχεδιασμό για το νέο ΕΣΠΑ.
Από τρεις διαφορετικές πηγές, η χώρα μας συγκεντρώνει μια τεράστια χρηματοδότηση με χαλαρούς όρους παρακολούθησης και με την ευχέρεια να κάνει τον δικό της σχεδιασμό ως προς την απορρόφηση. Όπως όλοι ψιθυρίζουν μεταξύ τους στην κυβέρνηση, αλλά και στο οικονομικό σύστημα, η ευκαιρία δεν πρέπει να πάει χαμένη.