Ενας περίπλοκος ιστός διεθνών οικονομικών δοσοληψιών, αντιπαραθέσεων για την ηγεμονία στο Κόλπο και υπόγειων διασυνδέσεων με ακραίες ισλαμιστικές ομάδες απλώνεται πάνω από τη σύγκρουση στην Αραβική χερσόνησο. Από τη μία η μοναρχία του πάμπλουτου Κατάρ και από την άλλη οι λοιποί άραβες γείτονες έχουν επιδοθεί σε έναν πόλεμο δηλώσεων και προθέσεων που κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος πού θα καταλήξει.
Το χρήμα δεν κρύβεται
Το Κατάρ διαθέτει πετρέλαιο, φυσικό αέριο και δολάρια. Πολλά δολάρια. Το εμιράτο του Περσικού Κόλπου μπορεί να είναι μικρό σε έκταση αλλά το χρήμα και ο βήχας ως γνωστόν δεν κρύβονται. Και το Κατάρ έχει πολλά χρήματα. Το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι το υψηλότερο στον κόσμο: το 2016 ανερχόταν σε 129.700, δηλαδή 20.000 δολάρια περισσότερα από τη δεύτερη στη σειρά χώρα (το Λουξεμβούργο). Τι και αν η χώρα έχει έκταση 11.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων (περίπου όσο η μισή Πελοπόννησος). Οι 300.000 πολίτες του (η πλειονότητα των 2,4 εκατομμυρίων κατοίκων είναι μετανάστες) μπορούν να καυχώνται ότι ανήκουν στην πλούσια ελίτ του κόσμου.
Το εμιράτο είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικού αερίου στον κόσμο (και τρίτη χώρα σε αποθέματα). Το Κατάρ όχι μόνον δεν έχει προβλήματα χρέους αλλά έχει μηνιαίως πλεόνασμα (2,7 δισεκατομμύρια δολάρια μόνον τον περασμένο Απρίλιο) το οποίο τοποθετεί σε επενδύσεις. Ακολουθώντας το παράδειγμα των «φρονίμων» και με δεδομένο ότι κάποια στιγμή ο θησαυρός πάνω στο οποίο έχουν την τύχη να ζουν θα τελειώσει, οι Καταριανοί έχουν φροντίσει χρόνια τώρα ώστε να εξασφαλίσουν το μέλλον τους επενδύοντας παντού ενώ παράλληλα παίζουν και το δικό τους γεωπολιτικό παιχνίδι – ενίοτε επικίνδυνο όπως αποδεικνύουν τα γεγονότα των τελευταίων ημερών. Το Ταμείο Κρατικών Επενδύσεων (Qatar Investment Authority) είναι κυριότερος φορέας μέσω του οποίου γίνονται οι επενδύσεις. Σε όποια χώρα και αν εμφανίζεται το Qatar Investment Authority οι πόρτες ανοίγουν διάπλατα, όπως η Ερυθρά Θάλασσα μπροστά στον Μωυσή.
Οι επενδύσεις
Η βασιλική οικογένεια διαχειρίστηκε όλα αυτά τα χρόνια το ροή του χρήματος προς το εξωτερικό με μεγάλη προσοχή. Ο στόχος δεν ήταν μόνο οικονομικός αλλά και πολιτικός. Το χρήμα χρησιμοποιήθηκε για να προδώσει στο Κατάρ την εικόνα μιας αραβικής χώρας ανοιχτής και ανεκτικής και για να ενισχύσει τις σχέσεις με τη Δύση. Η κυβέρνηση ( η βασιλική οικογένεια και οι φίλοι δηλαδή) διαθέτει ακίνητα σε όλον τον κόσμο: από τη Νέα Υόρκη ως το Χονγκ Κονγκ και κυρίως στην Ευρώπη έχουν επενδύσει περισσότερα από 340 δισεκατομμύρια δολάρια.
Στο σεντούκι του εμίρη και της οικογένειας βρίσκονται μετοχές μεγάλων επιχειρήσεων και τραπεζών παγκοσμίως. Είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος της γερμανικής Volkswagen AG, διαθέτει σημαντικό μερίδιο στον ρωσικό πετρελαϊκό «γίγαντα» Rosneft, ενώ ο πρώην πρωθυπουργός της χώρας Χαμάντ μπιν Γιασίμ Αλ Θάνι και ο πρώην εμίρης Χαμάντ μπιν Καλίφα αλ Θάνι διαθέτουν το 9% της Deutsche Bank και επιδιώκουν να αποκτήσουν μεγαλύτερο ποσοστό. Διαθέτουν σημαντικά μερίδια στη Credit Suisse, στην Barclays, σε στούντιο του Χόλιγουντ (όπως η Miramax), στο ξενοδοχείο Σαβόι του Λονδίνου (για να έχουν κάπου να μείνουν όταν πηγαίνουν για ψώνια) στα καταστήματα Lafayette στο Παρίσι, στο αεροδρόμιο του Χίθροου και στην British Airways . Ο κατάλογος δεν έχει τέλος.
Η Ελλάδα ακόμα περιμένει
Εδώ και χρόνια ανά τακτά χρονικά διαστήματα δημοσιεύονται πληροφορίες για επενδυτικά σχέδια του Κατάρ και στη χώρα μας. Πιο πρόσφατα είναι τα αυτά που αφορούν επενδύσεις του εμίρη Ταμίμ μπιν Χάμαντ αλ Θάνι στη Ζάκυνθο, στην Κέρκυρα (αγόρασε το ξενοδοχείο Miramare) και στην Οξυά στο Ιόνιο (με σκοπό να το μετατρέψει σε art island – σε τεράστια ξενοδοχειακή μονάδα λένε όσοι αντιδρούν). Οι προσπάθειες προσέκρουσαν στην ελληνική γραφειοκρατία και σε νομικές διαμάχες με τοπικούς φορείς, με αποτέλεσμα ως σήμερα οι κινήσεις να μην έχουν αποδώσει καρπούς. Πριν λίγους μήνες μάλιστα πληροφορίες που διακινήθηκαν στον ελληνικό Τύπο έκαναν λόγο για «οργή» της Ντόχα απέναντι στην Ελλάδα και για «αντίποινα», δηλαδή αποκλεισμό ελληνικών εταιρειών από έργα στο Κατάρ όπου δραστηριοποιούνται σήμερα πάνω από 180 ελληνικές εταιρείες.
Η εικόνα μετράει
Με την ίδια προσοχή που οι Καταριανοί επενδύουν σε επιχειρήσεις και ακίνητα ασχολούνται και με την εικόνα της χώρας τους: έδωσαν πολλά χρήματα για να στηρίξουν το al Jazeera αλλά και για να γίνουν μια μικρή υπερδύναμη στον αθλητισμό. Η χώρα φιλοξένησε τα τελευταία χρόνια πολλές σημαντικές αθλητικές διοργανώσεις ενώ το κλου θα είναι το Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου το 2022 (παρά τις κατηγορίες ότι έπεισαν τα μέλη της Fifa να τους αναθέσουν τους αγώνες προσφέροντας αφειδώς χρήματα κάτω από τραπέζι). Η οικογένεια Αλ Θάνι είναι ιδιοκτήτρια της Παρί Σεν Ζερμέν ενώ η αεροπορική εταιρία της χώρας είναι ο νούμερο ένα χορηγός της Μπαρτσελόνα.
Οι δύσκολες σχέσεις με τους γείτονες
Εδώ και χρόνια Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κατηγορούν το Κατάρ για την αυτόνομη και «ακτιβιστική» εξωτερική του πολιτική. Σε αντίθεση με το γειτονικό Μπαχρέιν που ακολουθεί κατά γράμμα τις οδηγίες του Ριάντ, το Κατάρ έχει διαφοροποιηθεί από τις άλλες χώρες του Κόλπου και χρησιμοποιεί την οικονομική του ισχύ για να προωθήσει τη δική του επιρροή.
Μετά την Αραβική Ανοιξη η μοναρχία της Ντόχα αποφάσισε να συνεργαστεί και να στηρίξει τα ισλαμιστικά κινήματα, όπως τους Αδελφούς Μουσουλμάνους στην Αίγυπτο. Ηταν επίσης μεταξύ των σημαντικότερων υποστηρικτών των ισλαμιστών ανταρτών στη Λιβύη. Το – στηριζόμενο από τη Ντόχα – Al Jazeera δίνει μια άλλη εικόνα: η αιτία που κρύβεται πίσω από την ένταση των τελευταίων ημερών είναι η στήριξη που προσφέρουν οι Καταριανοί σε κινήματα με «ευρεία λαϊκή στήριξη» κάτι που προκαλεί «αναφυλαξία» στις αυταρχικές μοναρχίες της περιοχής.
Οι κατηγορίες
Τα κράτη του Κόλπου κατηγορούν το Κατάρ ότι δεν απέσυρε τη στήριξή του στη Χαμάς και στους ισλαμιστές της Συρίας και ότι υποστηρίζει τους σιίτες αντάρτες Χούθι στην Υεμένη, μία κατηγορία που προξενεί εντύπωση, καθώς ως την περασμένη εβδομάδα το Κατάρ ανήκε στην – υπό τη Σαουδική Αραβία – συμμαχία που πολεμούσε τους Χούθι, οι οποίοι υποστηρίζονται κυρίως από το Ιράν. Οι γείτονες επίσης κατηγορούν την Ντόχα ότι επιχειρεί να κάνει πολιτική πάνω από τις δυνάμεις της, ότι ανακατεύεται στις διενέξεις της περιοχής και ότι χρησιμοποιεί το Al Jazeera ως μέσο προπαγάνδας.
Η περίεργη απαγωγή και τα λύτρα
Η πιο πρόσφατη κατηγορία, την οποία αποκάλυψαν την Τρίτη οι Financial Times, είναι ότι το Κατάρ πλήρωσε ένα δισεκατομμύριο δολάρια για την απελευθέρωση 26 μελών της βασιλικής οικογένειας που είχαν απαχθεί στο Ιράκ από ισλαμιστικές ομάδες και άλλων 50 ατόμων που αιχμαλωτίστηκαν από τους τζιχαντιστές στη Συρία. Η συμφωνία που φέρεται να έγινε τον Απρίλιο ήταν το κερασάκι στην τούρτα των κάκιστων σχέσεων του Κατάρ με τους άραβες γείτονές του.
Οι επικριτές του Κατάρ, κυρίως η Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κατηγορούν τη μοναρχία της Ντόχα ότι παίζει διπλό παιχνίδι και ότι χρηματοδοτεί ακραίες ισλαμιστικές ομάδες στη Συρία και στη Λιβύη. Η υπόθεση της απαγωγής και η πληρωμή του τεράστιου ποσού ως λύτρα ήταν σύμφωνα με το Ριάντ μία ακόμα απόδειξη της υπόγειας σχέσης Κατάρ – Ισλαμιστών. Σύμφωνα με όσα μεταφέρουν οι Financial Times η Ντόχα κατηγορείται από τους υπόλοιπους Αραβες ότι χρησιμοποίησε την υπόθεση της απαγωγής για να χρηματοδοτήσει τους τζιχαντιστές στη Συρία και το κυριότερο ότι έδωσε χρήματα στο «μισητό» Ιράν.
Οι σχέσεις με τους τζιχαντιστές
Το Κατάρ από την άλλη πλευρά είναι σημαντικός σύμμαχος των ΗΠΑ, και στο έδαφός του λειτουργεί μία από τις σημαντικότερες αμερικανικές βάσεις στην περιοχή. Στην πραγματικότητα για τους ισχυρούς Αραβες της περιοχής το Κατάρ είναι ο άβολος, αντιπαθητικός, πλούσιος (πλουσιότερος από αυτούς) γείτονας που χρησιμοποιεί το χρήμα του για να αποκτήσει πρωταγωνιστικό ρόλο ενώ κατά τους Σαουδάραβες θα έπρεπε να περιοριστεί σε μικρό ρολάκι.
Το παρελθόν του Κατάρ δεν είναι λευκό. Εχει στηρίξει μία σειρά από αμφιλεγόμενα εξτρεμιστικά κινήματα και ομάδες από τους αντάρτες του σουδανικού Νταρφούρ ως τους Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν και τη Χαμάς στη Γάζα. Η Ντάχα θέλει να παρουσιάζεται ως ένας αμερόληπτος τρίτος που μπορεί να αναλάβει μεσολαβητικές προσπάθειες σε περιφερειακές διενέξεις. Tο αστείο είναι ότι και η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν κατηγορηθεί ότι ενισχύουν ακραίες ισλαμιστικές ομάδες. Αλλά και οι δύο στάθηκαν απέναντι στο πολιτικό Ισλάμ και στήριξαν τον αιγύπτιο πρόεδρο Αλ Σίσι, ο οποίος κατέλαβε την εξουσία με πραξικόπημα το 2014 εκδιώκοντας τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.
Με αυτά και με εκείνα το μόνο βέβαιο είναι ότι οι τιμές του πετρελαίου που τα τελευταία χρόνια παραμένανε σε χαμηλά σχετικά επίπεδα θα πάρουν την ανιούσα. Και κάποιοι στον Κόλπο και όχι μόνο θα κερδίσουν πολλά.