Ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Λιου Χε κατά την τελετή για την υπογραφή της συμφωνίας | REUTERS
Επικαιρότητα

Τι περιέχει –και τι όχι– η εμπορική συμφωνία ΗΠΑ – Κίνας

Ο Ντόναλντ Τραμπ πανηγυρίζει για τα οφέλη που αποκόμισαν οι ΗΠΑ και ο Σι Τζιπίνγκ για τις διαπραγματευτικές του ικανότητες, όμως η λύση καυτών θεμάτων, όπως η Huawei και οι υπέρογκοι δασμοί στα κινεζικά προϊόντα, αναβλήθηκαν για την «επόμενη φάση»
Protagon Team

Με τη φράση «ένα ιστορικό βήμα», ο Ντόναλντ Τραμπ χαιρέτησε την εμπορική συμφωνία που υπέγραψε την Τετάρτη με τον αντιπρόεδρο της κινεζικής κυβέρνησης Λιου Χε, η οποία βάζει… ένα  κάποιο τέλος στην αντιπαράθεση των δύο μεγαλύτερων οικονομικών δυνάμεων του πλανήτη.

«Η σημερινή ημέρα σηματοδοτεί ένα ιστορικό βήμα, ένα βήμα που δεν είχαμε κάνει ποτέ με την Κίνα, προς μια δίκαιη και αμοιβαία εμπορική συμφωνία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας», είπε ο αμερικανός πρόεδρος.

Η συμφωνία θα είναι επωφελής «για την Κίνα, για τις ΗΠΑ, για τον κόσμο ολόκληρο», ανέφερε ο κινέζος ομόλογός του Σι Τζινπίνγκ, σε μια επιστολή του που απευθυνόταν στον Τραμπ και διαβάστηκε στον Λευκό Οίκο από τον Λιου Χε.

Η Κίνα δεσμεύτηκε ότι θα αγοράσει επιπλέον αμερικανικά προϊόντα αξίας 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων κατά την επόμενη διετία, σύμφωνα με το κείμενο της συμφωνίας, έκτασης 94 σελίδων που δόθηκε στη δημοσιότητα.

Πρόκειται για αγορές επιπλέον των κινεζικών εισαγωγών του 2017, δηλαδή πριν ξεκινήσει ο εμπορικός πόλεμος. Βασικός στόχος είναι να μειωθεί το αμερικανικό εμπορικό έλλειμμα, που ήταν μια από τις απαιτήσεις του Λευκού Οίκου.

Αναλυτικά, η Κίνα θα δαπανήσει 77,7 δισ. δολάρια για πρόσθετες αγορές από τον κατασκευαστικό τομέα, 52,4 δισ. δολάρια στον τομέα της ενέργειας, 37,9 δισ. στις υπηρεσίες και 32 δισ. σε προϊόντα του αγροτικού τομέα.

Στα προϊόντα που δεσμεύτηκαν να αγοράσουν οι Κινέζοι από τις ΗΠΑ, περιλαμβάνονται βαριά μηχανήματα, φαρμακευτικά είδη, αυτοκίνητα, σίδηρος και χάλυβας αλλά επίσης και κρέας, δημητριακά και βαμβάκι.

Το πρώτο κεφάλαιο της συμφωνίας περιλαμβάνει εξάλλου ρυθμίσεις σχετικές με τη μεταφορά τεχνολογίας και την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, που ήταν επίσης μια από τις απαιτήσεις των ΗΠΑ. Τα δικαιώματα χρήσης της πνευματικής ιδιοκτησίας είναι μεταξύ των υπηρεσιών που θα αγοράζει στο εξής το Πεκίνο.

Ενα άλλο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στο άνοιγμα της κινεζικής αγοράς στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

Στην επιστολή του, ο κινέζος πρόεδρος τόνισε ότι η συμφωνία δείχνει πως οι δύο χώρες μπορούν να επιλύσουν τις διαφορές τους και να βρουν λύσεις βασισμένες στον διάλογο.

Η αμερικανική κυβέρνηση προβλέπει ότι η συμφωνία θα δώσει ώθηση στην αμερικανική οικονομία.

«Ξέρουμε ότι υπάρχουν ακόμη διαφορές μεταξύ των χωρών μας όμως, αυτή η μέρα σηματοδοτεί την αρχή ενός νέου κεφαλαίου στις εμπορικές σχέσεις των δύο σημαντικότερων οικονομιών του κόσμου», τόνισε ο αντιπρόεδρος Μάικ Πενς.

Ο αμερικανός υπουργός Οικονομικών, Στίβεν Μνούτσιν, εκτίμησε από την πλευρά του ότι «για πρώτη φορά έχουμε μια πλήρη συμφωνία» και «έναν μηχανισμό για να την εφαρμόσουμε».

Ο πρόεδρος Τραμπ επιβεβαίωσε εξάλλου ότι σχεδιάζει να επισκεφθεί σύντομα την Κίνα, ενώ οι διαπραγματεύσεις για τη Φάση 2 της συμφωνίας θα ξεκινήσουν «αμέσως».

Σε αυτές, οι δύο πλευρές πρόκειται να συζητήσουν τους όρους μιας συμφωνίας που θα αφορά ευαίσθητα ζητήματα, όπως την κυβερνοασφάλεια.

Τι δεν περιέχει η συμφωνία

Οπως σημειώνει το BBC, στην πρώτη φάση της συμφωνίας, δεν περιλαμβάνονται κρίσιμα ζητήματα, όπως είναι οι υψηλές κρατικές επιδοτήσεις της Κίνας προς τον ιδιωτικό τομέα, οι οποίες έχουν επιτρέψει σε εταιρείες τεχνολογίας να φτάσουν ή να ξεπεράσουν τις αμερικανικές.

Επίσης, δεν ασχολείται καθόλου με το «αγκάθι» που λέγεται Huawei , τον κινεζικό τηλεπικοινωνιακό κολοσσό, οι δραστηριότητες του οποίου εγκυμονούν κινδύνους για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ, όπως ισχυρίζονται οι Αμερικανοί.

Οι Κινέζοι ήλπιζαν ότι η βελτίωση των σχέσεων των δύο χωρών θα μείωνε και την πίεση που ασκείται στην εταιρεία και ενδεχομένως θα σταματούσε την απαγόρευση εισαγωγών για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες της, που έχουν επιβάλλει οι ΗΠΑ, καθώς και την παρότρυνση στους συμμάχους τους να κάνουν το ίδιο. Ομως, αυτό δεν φαίνεται να συμβαίνει.

Ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας ξεκίνησε την άνοιξη του 2018 με αφορμή τις «ύπουλες», όπως τις χαρακτήριζε η Ουάσινγκτον, εμπορικές πρακτικές της Κίνας και οδήγησε στην αμοιβαία επιβολή δασμών ύψους εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Ο Τραμπ δήλωσε ότι αυτοί οι τιμωρητικοί δασμοί που έχουν επιβληθεί σε κινεζικά προϊόντα συνολικού ύψους 370 δισεκ. δολαρίων θα διατηρηθούν μέχρι να υπογραφεί και η «Φάση 2» της Συμφωνίας.

«Θα δεχόμουν να τους καταργήσω αν καταφέρουμε να ολοκληρώσουμε τη Φάση 2. Θα τους διατηρήσω, γιατί διαφορετικά δεν θα είχαμε στα χέρια μας κανένα χαρτί για να διαπραγματευτούμε», είπε χαρακτηριστικά.

Ο Μνούτσιν προειδοποίησε, μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο CNBC πριν από την τελετή, ότι αν το Πεκίνο δεν τηρήσει τις δεσμεύσεις του, η Ουάσινγκτον είναι διατεθειμένη να αυξήσει τους δασμούς.

Αλλο ένα θέμα που δεν λύνεται ικανοποιητικά, προς το παρόν, για τους Αμερικανούς, είναι η πρόσβαση ξένων εταιρειών στη χρηματοπιστωτική αγορά της Κίνας. Ναι μεν, προβλέπεται, όμως θεωρείται αδύνατο να συναγωνιστούν τις κινεζικές επί ίσοις όροις.

Επίσης, δεν υπάρχει πρόβλεψη για μηχανισμό ουσιαστικού ελέγχου της τήρησης των όρων της συμφωνίας από την πλευρά των ΗΠΑ, που μάλλον πρέπει να αρκεστούν στην «καλή θέληση» των Κινέζων.