Εκτενείς αναφορές στις δηλώσεις του προέδρου της Γερμανίας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ σχετικά με τα εγκλήματα της ναζιστικής Γερμανίας στην Ελλάδα περιέχει ο γερμανικός Τύπος.
Πέρα από τα όσα είπε ο πρόεδρος, ο γερμανικός Τύπος σχολιάζει και το ζήτημα των αποζημιώσεων που τέθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο.
Η ανταπόκριση της Süddeutsche Zeitung από την Αθήνα έχει τίτλο «Συγγνώμη» και συνοδεύεται από την φωτογραφία του γερμανού προέδρου να καταθέτει στεφάνι στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη.
«Εβδομήντα τέσσερα χρόνια μετά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την Ελλάδα ο ομοσπονδιακός πρόεδρος Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάιερ ζήτησε στην Αθήνα συγγνώμη για τα εγκλήματα που είχαν διαπραχθεί στο όνομα της Γερμανίας, όπως είχε κάνει και ο προκάτοχός του Γιόαχιμ Γκάουκ», σημειώνει η εφημερίδα.
Προσθέτει ότι «την Πέμπτη ο Σταϊνμάιερ επισκέφθηκε το παλαιό (ναζιστικό) στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Χαϊδάρι, κοντά στην Αθήνα. Στη συνέχεια δήλωσε ότι δεν πρέπει να ξεχαστεί η ηθική και πολιτική ενοχή που έχουν επωμιστεί οι Γερμανοί».
Περισσότερο εντυπωσιακός ο τίτλος της Stuttgarter Nachrichten που μιλά για «Επίσκεψη στην καρδιά της κόλασης».
Αναφέρει ότι «ο Στάινμαϊερ και η σύζυγός του, Έλκε Μπύντενμπεντερ, επισκέπτονται μόνοι τους το Χαϊδάρι. Το ζεύγος αφήνει μία ανθοδέσμη στην αναμνηστική πλάκα του στρατοπέδου. Δημοσιογραφική κάλυψη δεν επιτρέπεται. Αυτό αφαιρεί δημοσιότητα από την επίσκεψη, αλλά της προσδίδει και μία ιδιαίτερη σημασία. Τρία τέταρτα του αιώνα έχουν περάσει από τη γερμανική κατοχή στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Κι όμως, το παρελθόν είναι πάντα εδώ, όταν ένας υψηλός προσκεκλημένος από τη Γερμανία επισκέπτεται την Ελλάδα».
Συμπληρώνει ότι «επί δεκαετίες οι δύο χώρες βρίσκονται σε αντιπαράθεση με αντικείμενο τις αποζημιώσεις για τις καταστροφές και τις σφαγές των κατοχικών δυνάμεων».
Σε αυτό το ζήτημα εστιάζει ακριβώς η ηλεκτρονική έκδοση της Bild.
«O Έλληνας πρόεδρος ζητεί αποζημιώσεις- Θα προσφύγει η Ελλάδα κατά της Γερμανίας;», ρωτά ο τίτλος ενώ το άρθρο αναφέρει ότι «κατά την επίσημη επίσκεψη του Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ στην Αθήνα ο πρόεδρος της Ελλάδας ζήτησε επισήμως πολεμικές αποζημιώσεις από τη Γερμανία. Σε ομιλία του κατά το κοινό δείπνο το βράδυ της Πέμπτης στο Προεδρικό Μέγαρο ο έλληνας πρόεδρος Προκόπης Παυλόπουλος είπε ότι η Ελλάδα θεωρεί τις σχετικές αξιώσεις νομικά ενεργές και δικαστικά επιδιώξιμες.»
Το ίδιο ζήτημα επιλέγει και η Tageszeitung:
«Η συζήτηση για το μέλλον επισκιάζεται από το ζήτημα των αποζημιώσεων, το οποίο υποτίθεται ότι έχει διευθετηθεί, αλλά συνεχώς επανεμφανίζεται. Για τη γερμανική πλευρά φαντάζει αλλόκοτο να διεκδικεί κανείς αποζημιώσεις εβδομήντα χρόνια μετά το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Αλλά πολλοί Έλληνες δεν αντιλαμβάνονται πώς μπορεί κανείς μετά το τέλος του πολέμου να αναβάλλει τις όποιες αξιώσεις για αργότερα, για να ισχυρίζεται σήμερα ότι θα έπρεπε να είχαν τεθεί νωρίτερα», γράφει.
Επιπλέον, η Tageszeitung φιλοξενεί δηλώσεις του Τριαντάφυλλου Μουταφίδη, του επικεφαλής επιτροπής της Βουλής για τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών.
Μεταξύ άλλων ο έλληνας βουλευτής δηλώνει ότι οι έννομες αξιώσεις από την εποχή του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου δεν έχουν διευθετηθεί γιατί «τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας δεν παραγράφονται». Απαντώντας στο ερώτημα, εάν η Ελλάδα συντονίζει τη στάση της με την Πολωνία, που επίσης διεκδικεί την καταβολή αποζημιώσεων, ο κ. Μουταφίδης δηλώνει ότι το περασμένο καλοκαίρι είχε συναντηθεί με τον πολωνό βουλευτή που συντονίζει μία αντίστοιχη επιτροπή στο κοινοβούλιο της Πολωνίας, αλλά «δεν προβλέπεται συντονισμός σε πολιτικό επίπεδο».
Η εφημερίδα Die Welt εστιάζει από την πλευρά της στην προσφώνηση του Στάινμαϊερ κατά το κοινό δείπνο με τον Προκόπη Παυλόπουλο και σημειώνει ότι για τον γερμανό πρόεδρο η ΕΕ «παραμένει η καλύτερη δυνατή απάντηση σε εθνικούς εγωϊσμούς, στην πόλωση και τον απομονωτισμό».
Η εφημερίδα αναφέρει επίσης ότι ο πρόεδρος της Γερμανίας αναφέρθηκε «στις ιδιαίτερες σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες», για να σημειώσει ωστόσο με κριτική διάθεση ότι τα προηγούμενα χρόνια, στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, «επανεμφανίστηκαν και στις δύο χώρες στερεότυπα που πιστεύαμε ότι είχαν ξεπεραστεί».